Ήμουν τεσσάρων χρονών όταν ερωτεύτηκα για πρώτη φορά. Την θυμάμαι ακόμη – ήταν μια υπέροχη ξανθιά ύπαρξη με μακριά άτακτα μαλλιά που πετούσαν αριστερά-δεξιά προς κάθε κατεύθυνση και έκλεβαν από τις ακτίνες του ήλιου την λάμψη τους. Είχε αυτά τα παιδικά δοντάκια με τα κενά και ένα τρομερά φωτεινό χαμόγελο που όταν έλαμπε έκανε τρεις μέρες να πέσει η νύχτα στην μακρινή Αυστραλία. Παίζαμε κάθε μέρα εκεί στο προνήπιο, στο προαύλιο του σχολείου και ζούσαμε μαζί περιπέτειες. Άλλες φορές ληστεύαμε τράπεζες, άλλες φορές ήμασταν δεινόσαυροι, και άλλες απλά παιδιά. Θυμάμαι ακόμη τα μάτια της – ήτανε σαν να είχε κόψει ο θεός δύο σταγόνες απ’ την θάλασσα και να τα είχε πιπερίσει με μια δόση καλοκαιρινού ουρανού. Ήτανε, είναι, και θα είναι μακράν η ομορφότερη κοπέλα που δεν της είπα ποτέ πόσο την ερωτεύτηκα.
Χρόνια μετά θα την ξανάβλεπα στα έντεκα μας, στην Αθήνα σε διακοπές αυτή με τον πατέρα της. Συναντηθήκαμε εντελώς τυχαία, στην γωνία Ερμού και Πεπρωμένου. Αυτή με είδε και μου φώναξε, κουνώντας το χέρι:
— George!
Θεέ μου, με είχε πάρει μια σφιχτή αγκαλιά και έλιωνα. Μύριζε σαν άνοιξη και εδώ εμείς είχαμε καλοκαίρι, και εγώ μύριζα κάτι μεταξύ μασχαλίλας λεωφορείου και εφηβικού ιδρώτα. Την αγαπούσα ακόμη, όπως κάθε μέρα τότε στο προνήπιο, και όπως τότε και τώρα δεν της το είπα ποτέ μου. Έπρεπε να φύγει, την περίμενε ο μπαμπάς της, έφευγαν, θα πήγαιναν στη Σαντορίνη, και έλα μαζί μας λέει, θα είναι τέλεια λέει.
Και δεν πήγα ποτέ.
Ζόρικα πράγματα να σκέφτεσαι τα λεφτά που δεν υπήρχαν, ή τις δουλειές που έπρεπε να γίνουν, ή τον φόβο ότι δεν θα ξαναγαπήσεις έτσι ξανά ποτέ. Την είδα μια τελευταία φορά, εικοσιοτριών πλέον, εγώ με την τότε κοπέλα μου και αυτή με τον τώρα σύντροφο της. Άνοιξαν σουσάδικο μαζί στη Σαντορίνη, μετά από το μαγαζί στην Αθηνά και…ποιος να το φανταζόταν ρε Γιώργο ότι το σουσάδικο θα μας έφερνε ξανά κοντά ε; Κοίτα να δεις που οι Έλληνες τρώνε πλέον και ωμό ψάρι. Μου έδωσε ένα σταυρωτό φιλί εκείνο το βράδυ – περίμενε ο δικός της στην πόρτα, περίμενε η δικιά μου στο τραπέζι.
Τα χείλη τα δικά της ήταν απαλά και ζεστά στα τριχωτά μου γένια.
— Take care of yourself, eh?
Ναι… Ναι… Θα προσέχω. Πάντα προσέχω.
Πάντα προσέχω.
Και εγώ, να ξέρεις, είμαι ακόμα ερωτευμένος μαζί σου από τα τέσσερα μας χρόνια.
Αυτό σκέφτηκα. Μα είχα μάθει να μην μιλάω ποτέ για αγάπη.
Πάντα είναι λίγο δύσκολα την πρώτη φορά που ερωτεύεσαι.