Μάνα το στήθος που τις θήλασε,
έσταζε καρκίνωμα, την πίκρα για τους άντρες.
Η μια έχτισε πύργους με λεφτά,
ή άλλη πύργους με άμμο.
Κι η τρίτη, η μικρότερη,
με βασανίζει εμένα.
.
Συγχωρεσέ τον μάνα,
συγχώρεσέ τον, δεν είναι αργά.
.
Κι αν δεν μπορείς αυτόν,
αν δεν βρίσκεις την δύναμη απ’τις παλιές συνήθειες,
Ας είναι άλλος με λεφτά,
πύργους στην άμμο,
ή ότι άλλο θες,
που θα σε διασκεδάσει.
.
Συγχώρεσέ τον μάνα,
συγχώρεσέ τον, να χαρείς.
.
Άσε τα χείλια σου να ανοίξουν,
να ξεσφίξουν, ναι, μπορούν!
Ξέχνα λεφτά,
την άμμο
και τον θάνατο που έρχεται
σε όλους όπως έρθει.
.
Συγχώρεσέ τον μάνα,
συγχώρεσέ τον, για να σωθείς.
.
Συγχώρα με κι εμένα.
.
.
(Περισσότερα (και νομίζω καλύτερα!) ποιήματα, μαζεμένα στο παλιό blog.)