Ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να προσπαθεί πάντα. Δεν ξέρω αν η παραπάνω φράση έχει ποτέ ειπωθεί ως απόφθεγμα ή τσιτάτο αλλά σίγουρα αποτελεί πραγματικότητα. Η εμφάνισή μας στον κόσμο είναι αποτέλεσμα πολύκοπης προσπάθειας για να κατεβούμε τη στενωπό της μήτρας της μάνας μας, ενώ μόλις πάρουμε κυριολεκτικά μιαν ανάσα καλούμαστε να αναζητήσουμε στα τυφλά την τροφή μας για να δυναμώσουμε και να συνεχίσουμε να προσπαθούμε…
Κάπως έτσι συνεχίζεται και το υπόλοιπο της ζωής μας. Προσπαθούμε να σταθούμε στα πόδια μας και να περπατήσουμε, να πιάσουμε το κουτάλι, το μολύβι, να κουμπώσουμε το παντελόνι μας, να δέσουμε τα κορδόνια μας.
Αργότερα, προσπαθούμε να αποκτήσουμε ακόμα περισσότερες δεξιότητες, όχι τώρα για να αυτοεξυπηρετηθούμε, αλλά για να ενταχτούμε επιτυχώς σε μεγαλύτερες ομάδες από ότι η οικογένειά μας- σχολείο, πανεπιστήμιο, δουλειά. Προσπαθούμε να μιλάμε σωστά για να μας καταλαβαίνουνε, να γράφουμε καθαρά για να μας βαθμολογούνε, να είμαστε ευχάριστοι για να μας κάνουνε παρέα και εργατικοί για να μας ανταμείβουνε.
Λόγω του ότι η προσπάθεια που καταβάλλουμε είναι αδιάλειπτη, καταντάει ασυναίσθητη και έτσι υποσυνείδητα τη θεωρούμε απόλυτα φυσιολογική, αφού πλέον τα όρια που έχει δημιουργήσει με την ίδια την ύπαρξή μας είναι δυσδιάκριτα. Η μακροχρόνια αυτή διαδικασία έχει σαν αποτέλεσμα την εν μέρει μετάλλαξή μας. Καταλήγουμε να αποδεχόμαστε το αποτέλεσμα της προσπάθειάς μας μόνο και μόνο επειδή έχουμε κοπιάσει πολύ για αυτό, πρακτικά δηλαδή εγκλωβιζόμαστε σε παρακλάδια καταστάσεων που δεν μας αφορούνε όσο νομίζουμε.
Το αντίδοτο σε αυτόν τον φαύλο κύκλο είναι και πάλι το να προσπαθήσουμε, μόνο που αυτή τη φορά ο στόχος πρέπει είναι να ξεκάθαρος, απόλυτα συγκεκριμένος και να κοιτάει προς τα μέσα: να ψηλαφήσουμε τα όρια της ύπαρξής μας, του προσωπικού εσωτερικού μας φλοιού. Και επειδή το είναι μας έχει γίνει σαν κρεμμύδι από τις απανωτές στρώσεις έτοιμων γνώσεων, τετραγωνισμένων συναισθημάτων και προκάτ γούστων το ξεφλούδισμα είναι δύσκολο.
Είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσεις ότι αγαπάς αυτόν που δεν σου έχει προσφέρει σχεδόν τίποτα, ενώ αγνοείς αυτόν που στα έχει δώσει όλα, δύσκολο να νιώσεις τον εαυτό σου ανεξάρτητα από τη δουλειά που κάνεις ή τον ρόλο που ενθουσιωδώς ή βαριεστημένα υποδύεσαι, δύσκολο να αφήσεις το προσωπικό σου γούστο να ανθίσει ανεπηρέαστο από την έστω καλόγουστη επικρατούσα τάση, δύσκολο να αναγνωρίσεις τί σε εξοργίζει περισσότερο πάνω σου, δύσκολο, δύσκολο, δύσκολο.
Κι όμως, ο βαθμός δυσκολίας πέφτει όταν η παρατήρηση ξεκινήσει από το καθαρά σωματικό επίπεδο. Ενώ τα περισσότερα από όσα πρεσβεύουμε και αντιπροσωπεύουμε δεν είναι αυθεντικά δικά μας, αντίθετα, απόλυτα δικά μας είναι, εξ όρισμού κιόλας, όλα όσα σχετίζονται άμεσα με τις σωματικές μας λειτουργίες: ο μοναδικός τρόπος που λαχανιάζουμε κάθε φορά που ανεβαίνουμε σκάλες, ο θόρυβος από το πισωγύρισμα του αίματος πίσω από τα γόνατά μας, το παροδικό μούδιασμα των καρπών μας στο πρωινό ξύπνημα, τα σκουρόχρωμα ούλα μας, οι κιτρινίλες στα νύχια μας.
Σε όλα αυτά μπορούμε να καθρεφτίσουμε εύκολα την ύπαρξή μας, αφού αυτά αποτελούν τον πυρήνα της, και εκεί πάνω να αρχίσουμε σιγά σιγά από το μηδέν σχεδόν, και από τα πιο απλά στο πιο σύνθετα, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας από την αρχή. Θα τα δούμε όλα με πιο καθαρό μάτι και μεγαλύτερη ειλικρίνεια.
Τι στο καλό, είμαστε εμείς, δεν μπορούμε να κρυφτούμε πια από τον εαυτό μας…