Γράφει η Άννα Κουρουπού
«Αν ποτέ αυτοκτονήσω, θα είναι Κυριακή». Ακούγεται αθώα σαν έκφραση, εκ του ασφαλούς, γιατί λογικά δεν σκέφτεσαι ποιά μέρα θα αυτοκτονήσεις, αν το έχεις σκοπό. Και όμως πολλές στατιστικές έχουν δείξει πως οι περισσότερες απόπειρες αυτοκτονίας γίνονται αυτή την ημέρα.!
Ποια μέρα ήταν η δική μου απόπειρα, δεν θυμάμαι. Είναι μακριά. Και σαν εποχή και από το μυαλό μου. Με τρία κουτιά χάπια που είχα κατεβάσει, μετά την πλύση στομάχου, η πρώτη σκέψη δεν είναι προφανώς, τι μέρα είναι. Είχε κολλήσει ο εγκέφαλος στο θάνατο. Ένα ξυραφάκι bic έσκισε τις φλέβες μου σαν άψογος συνεργός των lexotanil.
Πάλι δεν με άφησαν να «φύγω». Αλήθεια δεν θυμάμαι τι μέρα ήταν. Ίσως Κυριακή. Έχει μια περίεργη μελαγχολία αυτή η μέρα. Να είναι ειδικά έτσι για τους μοναχικούς ανθρώπους; Τους ρομαντικούς; Είμαι ρομαντική. Και μόνη μου υπήρξα κατά καιρούς και για μεγάλα διαστήματα. Μοναχική όμως δεν είμαι.
Κι αν ο τρόπος ζωής μου δεν μου επιτρέπει να διαχωρίζω τις μέρες και πάλι τη νοιώθω ξεχωριστή τη συγκεκριμένη.
Σαν παιδί ήταν η μέρα της απογευματινής βόλτας με τα φιλαράκια μου, συνήθως στην πλατεία του Κολωνού. Αργότερα το βραδάκι πολύ λίγο διάβασμα, μιας και το επόμενο πρωί είχα σχολείο. Με τα χρόνια, όταν πήρα τον διαφορετικό δρόμο μου, έγινε αφορμή για οικογενειακά τραπεζώματα. Μαζώξεις κάθε λογής στο σπίτι των γονιών μου. Αρκεί όλοι να είμαστε εκεί. Είτε το επιθυμούσαμε, είτε όχι. Σαν βασίλισσα στη φωλιά μας μάζευε η μάνα μου μη τυχόν και χαλάσει η συνταγή της οικογένειας. Τον καθήκον της έκανε.
Όσο και αν προσπάθησε η άμοιρη δεν τα κατάφερε. Σκορπίστηκε το μελίσσι λες και μας ψέκασαν με εντομοκτόνο. Συνέχισα να πηγαίνω. Πάντα της είχα αδυναμία. Όπως και αυτή, άλλωστε.
Αναζητώ αυτές τις Κυριακές αραιά και που. Όσα χρόνια βολόδερνα στις επαρχίες σαν την τσιγγάνα, είχα αφιερώσει τις Κυριακές στο διάβασμα των εφημερίδων Στο ξεφύλλισμα περισσότερο. Σαν κάθε μεσοαστός που σέβεται τον εαυτό του. Απατηλό αντιστάθμισμα. Ήταν και τα δωρεάν dvd ένα δέλεαρ. Ήταν και η μοναξιά που δεν άφηνε και πολλά περιθώρια. Κατά περίεργο τρόπο τα βλέμματα των ανθρώπων είναι πιο διαπεραστικά, σε πρόσωπα που είναι και φαίνονται διαφορετικά. Ή έτσι εκλαμβάνονται λόγω της ιδιαιτερότητας.
Σήμερα και εδώ και λίγα χρόνια οι Κυριακές μου έχουν μόνο μια έννοια. Καναπές. Μετά από ένα έντονα κοπιαστικό διήμερο, λογικά θα έπρεπε να κοιμάμαι ως το επόμενο απόγευμα. Κι όμως! Όσο και αν με γοητεύει η νύχτα, αυτή τη μέρα θέλω να τη ζω στο φώς της. Πίνω αργά και απολαυστικά τον καφέ μου, χαζεύω στο διαδίκτυο, αποφεύγω να μιλώ πολύ στο τηλέφωνο. Επικρατεί μια περίεργη, μαζοχιστική θα έλεγα διάθεση. Είναι απομεινάρια ίσως, άλλων στιγμών. Μπορεί και επιθυμιών . Τώρα που το σκέφτομαι, τις περισσότερες Κυριακές της ζωής μου τις έχω περάσει παρέα με την Άννα. Και όχι πάντα από επιλογή. Εκ των πραγμάτων δεν κουβαλώ τα «σημάδια» της εβδομάδας πάνω μου.
Πιστεύω πως, ναι. Αν ποτέ αυτοκτονούσα, σίγουρα θα ήταν Κυριακή. Πιθανότατα ανοιξιάτικη. Γεμάτη από μυρωδιά γιασεμιού…και σίγουρα νύχτα…!