Είναι ιδιαίτερη, επιτυχημένη, ευαίσθητη, ορεξάτη και δημιουργική. Με κάθε πράγμα που δημιουργεί, γίνεται προσιτή στο ευρύ κοινό και οι δημιουργίες της, συζητιούνται σε πάρκα, πλατείες, καναπέδες σπιτιών, συναυλίες με ένα μπουκάλι μπύρα αγκαλιά, καφετέριες, εστιατόρια. Τα Υπέροχα Πλάσματα της Πόλης, φιλοξενούν την ονειροπόλα και αεικίνητη Μυρτώ Κοντοβά.
Η Μυρτώ είναι δημοσιογράφος, σεναριογράφος, στιχουργός και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αθήνα. Συνεχώς, ξεδιπλώνει το ταλέντο και την αγάπη της, γράφοντας ευαίσθητους στίχους για τραγούδια που αφήνουν το στίγμα τους στην μουσική βιομηχανία, μιλάει για ιστορίες της πόλης και μας συστήνει τα πιο όμορφα πλάσματα της και κατά καιρούς κάνει συγγραφικές απόπειρες που την γεμίζουν και την κάνουν αγαπητή στο ευρύ κοινό. Έχει γράψει στίχους για πολλούς καλλιτέχνες, μεταξύ των οποίων για τη Δήμητρα Γαλάνη, την Άλκηστη Πρωτοψάλτη, τον Δημήτρη Μπάση, την Άννα Βίσση, τον Γιάννη Κότσιρα, το Σάκη Ρουβά, κ.ά. Μεγάλη της επιτυχία το “Τράβα σκανδάλη” σε μουσική Δήμητρας Γαλάνη και ερμηνεία Άλκηστης Πρωτοψάλτη. Έχει γράψει το νεανικό μυθιστόρημα «Το Κουβάρι των Αλλόκοτων Πραγμάτων». Τη σεζόν 2007/2008 προβλήθηκε η κωμική σειρά «Υπέροχα πλάσματα», σε δικό της σενάριο, από το κανάλι Alpha TV κερδίζοντας το βραβείο καλύτερου πρωτότυπου σεναρίου «Πρόσωπα 2008». Τον Οκτώβριο του 2009 προβλήθηκε στο Mega η κωμική σειρά με τίτλο «Μίλα μου Βρώμικα». Τα τελευταία 10 χρόνια απαντά σε γράμματα αναγνωστών στη στήλη «Μίλα μου βρώμικα» στην Athens Voice. Είστε έτοιμοι να την γνωρίσετε περισσότερο;
- Εδώ και 10 περίπου χρόνια, αρθρογραφείς στην στήλη της Α.V. με τίτλο ‘’Μίλα μου βρώμικα’’. Μίλησε μου λίγο γι’ αυτήν την εμπειρία και πες μου τι είναι αυτό που σε συναρπάζει σε αυτή την δουλειά;
Είναι ωραία που μέσω της στήλης μου συνομιλώ με πολύ νέους ανθρώπους. Εδώ και δέκα χρόνια, κάποιοι φεύγουν, κάποιοι έρχονται και κάποιοι άλλοι επανακάμπτουν ξαφνικά για να μου πουν «με θυμάσαι; Είμαι εγώ που τότε ήμουν φοιτητής και σου είχα γράψει εκείνο και τελικά έγινε αυτό και η ζωή μου έχει αλλάξει τόσο». Το «Μίλα μου Βρώμικα» είναι ένας «αυτοσχέδιος» δίαυλος επικοινωνίας που μου δίνει κάθε φορά την ευκαιρία να αφουγκράζομαι τα σημεία των καιρών μέσα από το πιο φρέσκο ηχείο τους, δηλαδή τις νέες – ως και πολύ νέες θα έλεγα- «φουρνιές» ανθρώπων. Αυτή η επικοινωνία θα μου λείψει περισσότερο αν κάποια στιγμή ολοκληρωθεί ο κύκλος της στήλης.
2. Πρόσφατα, με αφορμή την ταινία μικρού μήκους της Lacta, της οποίας υπέγραψες και το σενάριο, ακούσαμε και το κομμάτι «Κάνε το βήμα» του οποίου υπογράφεις τους στίχους. Πες μας λίγα λόγια για το κομμάτι.
Στην πραγματικότητα επρόκειτο για ένα μίνι διαδικτυακό σίριαλ. Το τραγούδι «Κάνε το βήμα» ήταν ένα μέρος του σεναρίου, ένας άξονας γύρω από τον οποίο κινήθηκε η ιστορία μου: ένα άγνωστο κορίτσι σε κάποια πολυκατοικία στο κέντρο της Αθήνας κάνει «καντάδα» σε έναν νεαρό άντρα που τον έχει ερωτευτεί, τραγουδώντας κάτι που συνθέτει και γράφει η ίδια. Αργότερα, μετά το τέλος της σειράς, μαζί με τον Βαγγέλη Τούντα που έγραψε τη μουσική, το διασκευάσαμε σε bossa nova (όπως πάντα πίστευα ότι του ταιριάζει) και το τραγούδησε η Πένυ Μπαλτατζή. Αυτό το κάναμε ανεξάρτητα από εταιρείες, στο στούντιο του Βαγγέλη και το στείλαμε σε μερικούς φίλους παραγωγούς στο ραδιόφωνο, τη Γιώτα Κοτσέτα, τη Μαργαρίτα Μυτηλιναίου, τον Πάνο Σουρούνη κ.α. Είχαμε σκοπό να ασχοληθούμε πιο σοβαρά με την προώθηση του τραγουδιού αλλά μας πρόλαβαν οι πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις και το αφήσαμε. Ίσως αργότερα…
- Αρχικά, ως σεναριογράφος μετράς 2 επιτυχημένα σήριαλ στον χώρο της τηλεόρασης. «Μίλα μου βρώμικα» [2009- 2010], «Υπέροχα Πλάσματα» [2007-2008]. Τι θεωρείς ότι είναι αυτό που τις έκανε ξεχωριστές και αγαπητές στα μάτια του κόσμου;
Τα Υπέροχα Πλάσματα αποτύπωσαν την εποχή τους με έναν αναρχικό τρόπο για τα τότε δεδομένα της τηλεόρασης. Φανταστείτε ότι η πρώτη παρατήρηση που μου έκαναν από κάποιο κανάλι όταν διάβασαν το σενάριο ήταν «καλά, δε θα υπάρχουν οικογένειες, σόγια, μητέρες, πατέρες κλπ; Έτσι μόνοι τους θα είναι αυτοί;»Ήταν ένα σίριαλ – ρεπορτάζ χωρίς φιοριτούρες, το έγραφα με κέφι και είχε τη φόρα από τους συνεργάτες μου κι εμένα, να τα πούμε και να τα δείξουμε όπως τα βλέπουμε άσχετα από τηλεοπτικές φόρμες που συνήθως κινούνται μέσα στα γνωστά στερεότυπα. Νομίζω ότι αυτό το σίριαλ αφαίρεσε το γυαλί της οθόνης που οριοθετεί την τηλεοπτική πραγματικότητα από την πραγματική πραγματικότητα για το πώς ζει ο κόσμος της πόλης. Όσο για το «Μίλα μου Βρώμικα» ήταν ένα φιλόδοξο πείραμα με διαφορετικά στοιχεία όπως ας πούμε, το μιούζικαλ. Είχαμε πρωτότυπα τραγούδια που γράφονταν κάθε εβδομάδα ειδικά για τη σειρά, κάναμε sound design προτού βγει το επεισόδιο στον αέρα, επίσης χρησιμοποιούσαμε διάφορα οπτικά εφέ – στοιχεία που αραίωσα στη συνέχεια λόγω κόστους. Συνοπτικά όμως, πιστεύω ότι αυτό που αγάπησε ο κόσμος και στις δύο σειρές ήταν το αφήγημα της κοντινότητας των ανθρώπων. Το «μαζί». Και οι ανθρώπινοι χαρακτήρες.
- Πως βλέπεις την τηλεόραση σήμερα και τι πιστεύεις ότι είναι αυτό που έχει αλλάξει σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια;
Πραγματικά δεν έχω να πω κάτι για την τηλεόραση αυτή τη στιγμή. Είμαι σίγουρη όμως ότι, εκτός όλων των άλλων, της λείπει το κέφι. Και δεν εννοώ το χάχανο και την ανοησία. Εννοώ το κέφι να πιάσεις κουβέντα με έναν άγνωστο που κάθεται σπίτι του και σε βλέπει, η διάθεση να υπερασπιστείς έστω ένα ζωτικό ψεύδος, να το περιεργαστείς, να κάνεις χιούμορ, να το ενθαρρύνεις, να φτιάξεις μια ωραία «συνωμοσία» με τους τηλεθεατές. Τι να πω; Μπορεί κάποια στιγμή κάποιοι δημιουργοί να ξαναβρούμε το κέντρο μας και να ξαναφτιάξουμε ένα ενδιαφέρον έστω και προσωρινό σύμπαν που θα περιέχει ένα κομμάτι του κόσμου όπως είναι σήμερα. Και τώρα που το σκέφτομαι πιο καθαρά, νομίζω πως μου λείπει η τρυφερότητα. Από μένα την ίδια κυρίως. Γιατί η τρυφερότητα είναι συνήθως το κίνητρό μου, σε κάθε δουλειά που απευθύνεται στον κόσμο και αυτή την εποχή δεν νιώθω τρυφερότητα για τον κόσμο.
- Ως στιχουργός, μετράς επίσης πολλές επιτυχίες. Τι είναι αυτό που κάθε φορά σε κάνει να γράψεις ένα νέο κομμάτι;
Η εποχή, η συνθήκη, η διάθεσή μου, το υλικό που έχω για να πατήσω πάνω. Έχω πολλά να πω για το θέμα των τραγουδιών και της μουσικής – νομίζω πάντως ότι από τις διάφορες ιδιότητές μου, το κομμάτι της στιχουργικής είναι ο απόλυτος καθρέφτης όλων των εαυτών μου. Που δεν είναι και λίγοι απ’ ό,τι φαίνεται.
- Υπάρχει κάποιο από τα κομμάτια που έχεις γράψει και σημαίνει κάτι ιδιαίτερο για σένα;
Υπάρχουν τραγούδια που τη στιγμή που γράφτηκαν σήμαιναν κάτι ιδιαίτερο για μένα. Μάλλον οι ίδιες οι στιγμές σημαίνουν περισσότερα από τους στίχους των τραγουδιών. Έτσι κι αλλιώς έχω το ελάττωμα να μην ικανοποιούμαι ποτέ από αυτά που κάνω, ειδικά όταν πρόκειται για λέξεις. Πάντα, κάπου κρυμμένη λάμπει μια καλύτερη από τη δική μου – πιο περιεκτική, πιο ταιριαστή, πιο,πιο,πιο… Είναι αυτή η «βασίλισσα λέξη του κόσμου» που αναφέρει ο Καρυωτάκης στο ποίημα «Πολύμνια». Η λέξη που δεν βρίσκω ποτέ αλλά τη συναντώ αλλού και ανήκει πάντα σε κάποιον άλλο.
- Τι είναι αυτό που σε ώθησε να ασχοληθείς γενικά με το γράψιμο;
Η πίεση του μέσα κόσμου να σηκώσει κεφάλι, να ξεμυτίσει, να αρθρώσει λόγο μέσα σε ένα περιβάλλον όπου δε χωρούσε ένα κοριτσάκι που του άρεσαν τα τούλια, οι αγκαλιές, τα ροζ αντικείμενα και τα ματζόρε τραγούδια. Αυτό αργότερα συναντήθηκε με την άλλη πλευρά και βγήκα εγώ: μισή Χαρίλαος Φλωράκης, μισή Αλίκη Βουγιουκλάκη. Μισή Μαίρη Πόπινς, μισή AC/DC. Μισή ζωή ταλαιπωρία, μισή ζωή φως. Κανονικά πράγματα δηλαδή.
- Στην έως τώρα πορεία σου, έχουμε δει και κάποιες λογοτεχνικές σου απόπειρες. Ποια η εμπειρία σου και τα συναισθήματα σου από αυτό;
Με την τελειομανία και την διαρκή αυτοκριτική μου και τη δυσκολία μου να πειθαρχήσω είναι δύσκολο πράγμα να ολοκληρώσω ένα βιβλίο. Όταν το έκανα με το «Κουβάρι των Αλλόκοτων πραγμάτων» , ήμουν μικρό παιδί και το ζωτικό ψεύδος που έλεγα παραπάνω είχε τίγκα σήμα. Το πιο δύσκολο και πιο μαγικό στη συγγραφή ενός βιβλίου είναι να αντέξεις τόσες πολλές ώρες να μείνεις μόνος με τον εαυτό σου. Τουλάχιστον έτσι νιώθω εγώ. Επίσης, η λογοτεχνία δεν είναι παίξε γέλασε. Κάθε φορά που προσπαθώ να προχωρήσω αυτό που γράφω εδώ και κάποια χρόνια, συνειδητοποιώ ότι είμαι ολομόναχη απέναντι σε κάτι που είναι κι αυτό ολομόναχο και με χρειάζεται απολύτως για να εξελιχθεί και να ολοκληρωθεί. Όπως ένα παιδί δηλαδή. Πνίγομαι λοιπόν από την επιτακτική αίσθηση της ευθύνης και σταματάω. Ή μπορεί και να βαριέμαι. Είμαι τεμπέλα, το ξέρω, μου τη σπάει αυτό.
- Μέσα από στίχους τραγουδιών που γράφεις ή μέσα από τα σενάρια που δημιουργείς, βλέπουμε ότι αναφέρεσαι στην ζωή της Αθήνας, το κέντρο της και τις ιστορίες που εκτυλίσσονται γύρω από αυτό, δίνοντας μια άλλη πτυχή των πραγμάτων. Τι σημαίνει για σένα η Αθήνα;
Το κάδρο που μέσα γίναν όλα. Δεν είμαι άνθρωπος της φύσης, ψέματα λέω όταν λέω ότι μπορώ και θέλω να ζήσω στην εξοχή, μου δημιουργεί άγχος η απεραντοσύνη του ουρανού από μια παραλία τη νύχτα, με σοκάρει η αράχνη που κατασπάραξε το τζιτζίκι χτες το μεσημέρι μπροστά στα μάτια μου εδώ στο νησί όπου βρίσκομαι αυτή τη στιγμή, με ξαφνιάζει το γαϊδούρι που γκαρίζει μέσα στην ησυχία. Αντιθέτως, όταν επιστρέφω σπίτι από διακοπές και ακούω το υπνωτικό βουητό της πόλης από το μπαλκόνι μου, νιώθω ασφαλής. Δε φαντάζεστε πόσες ιστορίες έχω να πω για αυτή την πόλη – κυρίως από τη μανία μου να ανακατεύομαι σε διάφορα άσχετα μεταξύ τους σύμπαντα, με επίσης άσχετους μεταξύ τους ανθρώπους. Αυτό δημιουργεί περιπέτειες και συχνά σε βάζει σε μπελάδες – μαζί και ανθρώπους που βρίσκονται γύρω σου και ανησυχούν για σένα (αδίκως όπως αποδείχτηκε) αλλά σου μένουν οι απίθανες ιστορίες που έχεις να διηγηθείς.
- Το φετινό καλοκαίρι, μπορεί να ξεκίνησε ήρεμα, αλλά τις τελευταίες ημέρες τα πράγματα στο πολιτικό σκηνικό κυρίως, εξελίσσονται δραματικά. Ποιες είναι οι σκέψεις που κάνεις εσύ για την Ελλάδα του 2015 και τι ελπίζεις για το μέλλον;
Δεν κάνω σκέψεις για την Ελλάδα του 2015 γιατί έχω τρακάρει με την πραγματικότητα και ζαλίζομαι. Ζαλίζομαι γιατί επιστρέφω στο φόβο του μάταιου και αυτό μου δημιουργεί ιλίγγους. Από μια χρονική στιγμή κι έπειτα, υπήρχε διάχυτη μια αίσθηση ματαιότητας στην οικογένειά μου, λόγω της παθογένειας της Αριστεράς. Μια μοιρολατρία για την τύχη του κόσμου, μια διαπίστωση ότι στο τέλος πάντα νικάνε οι κακοί. Το έζησα με τα γεγονότα που ακολούθησαν το 1989 και την συγκυβέρνηση, το ξαναζώ τώρα. Δεν είμαι υπέρ της διάλυσης των πάντων χωρίς σχέδιο, περιφρονώ την ανωριμότητα αυτών που διαλύουν και καίνε την Αθήνα κάθε τόσο επειδή έχουν τα νεύρα τους, πιστεύω στις πολιτικές λύσεις και στους οραματιστές. Ήλπιζα λοιπόν σε μια ώριμη και συμπαγή Αριστερά και με επηρεάζει σε βαθμό παραίτησης και αδράνειας να βλέπω να μολύνονται άνθρωποι ιδεολόγοι που μιλούν την ίδια γλώσσα, να αλληλοκατηγορούνται, να αποδεικνύουν αυτό το «αν θες να διαλύσεις την Αριστερά, βάλε τη να κυβερνήσει 3-4 μήνες».
- Κλείνοντας κι αφού σε ευχαριστήσω θερμά, θα ήθελα να μου πεις τι περιμένουμε από εσένα στο διάστημα που ακολουθεί.
Αυτή την εποχή δουλεύω τα κείμενα και τα τραγούδια του μιούζικαλ «Βίκτορ – Βικτόρια» που θα ανέβει τον Ιανουάριο στο Πάνθεον, σε σκηνοθεσία του Απόλλωνα Παπαθεοχάρη, με την Εβελίνα Παπούλια, τον Γιάννη Ζουγανέλη, τον Γιάννη Στάνκογλου, τη Θεοδώρα Τζήμου και άλλους καλούς ηθοποιούς. Ανυπομονώ γι’ αυτή την παράσταση και έχω και τη βεβαιότητα ότι θα την ευχαριστηθούμε κι εμείς και ο κόσμος που θα έρθει να τη δει. Επίσης θα γράψω το σενάριο στη νέα καμπάνια της Λάκτα, που αυτή τη φορά θα είναι μια ταινία μικρού μήκους και μάλιστα δραματική. Έχω κι άλλα καλλιτεχνικά σχέδια τα οποία σχετίζονται με πιο βαθιές και προσωπικές ανησυχίες, σίριαλ, τραγούδια, το καινούργιο μου βιβλίο που το λιβανίζω χρόνια. Τι να πω, θα δούμε.