Ας ρίξουμε μια ματιά στα βασικότερα χαρακτηριστικά που περιλαμβάνει μία ψυχοθεραπευτική σχέση. Με τον όρο αυτόν, εννοούμε τη σχέση την οποία χτίζουμε με έναν ψυχοθεραπευτή κατά τη διάρκεια της ψυχοθεραπείας.
Πρόκειται για μία σχέση άνιση, βέβαια, αφού συνάπτεται από δύο ανθρώπους και έχει ως σκοπό να βοηθηθεί ο ένας από αυτούς, αλλά είναι ο τρόπος με τον οποίο προσφέρεται η βοήθεια, αυτός που μπορεί να μας δώσει χρήσιμες πληροφορίες.
Η ψυχοθεραπευτική σχέση θεωρείται μια «σχέση-πρότυπο», με την έννοια ότι περιλαμβάνει στοιχεία τα οποία θα έπρεπε -σύμφωνα με τους ειδικούς- να περιλαμβάνει κάθε σχέση ανάμεσα σε δύο ανθρώπους.
Έχοντας εδώ και δεκαετίες ανακαλύψει ότι οι άνθρωποι μαθαίνουν από τις πράξεις μας και όχι από τα λόγια μας, οι θεραπευτές εισάγουν μέσα στις ψυχοθεραπευτικές σχέσεις τα παρακάτω στοιχεία, προκειμένου να τα «διδάξουν» στους πελάτες τους ώστε αυτοί να μπορέσουν να τα εισαγάγουν και στις υπόλοιπες σχέσεις τους.
Βλέπουμε λοιπόν ότι παρατηρώντας τα βασικά χαρακτηριστικά μιας ψυχοθεραπευτικής σχέσης, μπορούμε να εξαγάγουμε χρήσιμα συμπεράσματα για το πώς θα έπρεπε να χτίζουμε τις σχέσεις μας γενικότερα.
Άνευ όρων αποδοχή
Προκειμένου μια σχέση να είναι πραγματικά θρεπτική και θεραπευτική για τον πελάτη και να τον βοηθήσει να αναπτύξει το δυναμικό του, πρέπει να είναι ικανός μέσα σε αυτή να βιώνει αυτό το οποίο ο ψυχολόγος Carl Rogers ονόμασε «άνευ όρων αποδοχή». Ο θεραπευτής φροντίζει, με λίγα λόγια, να αποδέχεται τον πελάτη του, όσο διαφορετικές αντιλήψεις και αν έχει από αυτόν. Φροντίζει δε αυτή την αποδοχή να τη δείχνει έμπρακτα.
Πρόκειται για ένα δύσκολο κομμάτι, διότι συχνά δυσκολευόμαστε να αποδεχθούμε ιδέες και αξίες διαφορετικές από τις δικές μας. Πολλές φορές, μάλιστα, προσπαθούμε να μετατοπίσουμε το συνομιλητή μας από αυτές, ακόμη και χωρίς να το συνειδητοποιούμε. Προκειμένου να υπάρξει άνευ όρων αποδοχή, πρέπει να είμαστε ικανοί να αποδεχτούμε τον άλλο χωρίς κανένα όρο. Για να καταφέρουμε να το κάνουμε αυτό, πρέπει να σπάσουμε το πρότυπο που οι περισσότεροι χτίσαμε μέσα από την οικογένεια, όταν ήμασταν παιδιά: Το εδώ και αιώνες από γενιά πρότυπο του «Αν κάνεις το τάδε, θα σε αγαπάω», το οποίο περνάει σε γενιά.
Μέσα σε μία σχέση, ο άλλος πρέπει να νιώσει ότι αποδεχόμαστε τα συναισθήματα και τις αντιλήψεις του, όσο καταστροφικά, ανούσια ή ανόητα και να φαίνονται σε εμάς. Το να νιώσει ότι τον αποδεχόμαστε πλήρως και χωρίς όρους είναι αυτό το οποίο θα τον βοηθήσει να μας εμπιστευτεί, να δείξει με τη σειρά του την ίδια αποδοχή και προς το δικό μας πρόσωπο και τελικά θα οδηγήσει στο χτίσιμο μιας πραγματικής σχέσης μεταξύ μας.
Η άνευ όρων αποδοχή ακούγεται απλή όταν την περιγράφουμε, αλλά όσοι δουλέψουν με ανθρώπους ή απλά παρατηρήσουν το πώς συνδέονται με ανθρώπους γύρω τους (ποιους συμπαθούν και ποιους όχι, για παράδειγμα), θα διαπιστώσουν ότι είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο. Το να καταφέρουμε να ξεπεράσουμε τις ηθικές μας προκαταλήψεις και να αποδεχόμαστε τον άνθρωπο απέναντί μας ενώ ταυτόχρονα νοιαζόμαστε γι’ αυτόν, χρειάζεται πολλή προσωπική δουλειά.
Γιατί είναι δύσκολη η άνευ όρων αποδοχή
Παρ’ όλο που ακούγεται παράδοξο, όσο πιο πολύ νοιάζομαι για κάποιον, τόσο πιο δύσκολο είναι να τον αποδεχτώ χωρίς όρους. Όπως θα παρατηρήσουμε εάν εξετάσουμε τη συμπεριφορά μας προς ανθρώπους που αγαπάμε, όταν νοιάζομαι για κάποιον, έχω την τάση να τον προστατέψω και προσπαθώ να αλλάξω πράγματα στην προσωπικότητα και τη συμπεριφορά του.
Αυτή είναι μια τάση που υπάρχει για να μειώσει το δικό μου φόβο μήπως πάθει κάτι ο άνθρωπος για τον οποίο νοιάζομαι.
Εάν δε μάθουμε να αντέχουμε τους φόβους μας, να αφήνουμε στην άκρη τις προκαταλήψεις μας και να αποδεχόμαστε τη διαφορετικότητα ακόμα και στις πιο ακραίες αντιλήψεις, είναι πολύ δύσκολο να μπούμε σε μια σχέση στην οποία θα υπάρχει άνευ όρων αποδοχή.
Ειλικρίνεια
Το δεύτερο σημαντικό στοιχείο που φροντίζει ο θεραπευτής να εισαγάγει στη σχέση με τον πελάτη, είναι το στοιχείο της ειλικρίνειας. Πρόκειται για ένα κομμάτι εξαιρετικά σημαντικό. Προκειμένου να δουλέψει μία ψυχοθεραπευτική σχέση, πρέπει ο θεραπευτής πραγματικά να νοιάζεται και πραγματικά να αποδέχεται τον πελάτη του.
Δεν είναι εφικτό να υποκριθεί κάτι τέτοιο, διότι αυτό περνάει πάντοτε συναισθηματικά στον άλλον, ακόμη και αν ο ίδιος δεν το συνειδητοποιεί.
Οι θεραπευτές γνωρίζουν ότι τα πράγματα τα οποία νιώθουμε, φαίνονται στην εξωλεκτική μας επικοινωνία. Από τον παραμικρό μορφασμό του προσώπου, από τον τρόπο που καθόμαστε, μέχρι τον ήχο της φωνής μας και τη ροή του λόγου μας, τα πάντα, μπορούν να δείξουν στον άλλο αν είμαστε ειλικρινείς ή όχι σ’ αυτό που ισχυριζόμαστε ότι νιώθουμε.
Η ειλικρίνεια στην έκφραση του πως νιώθω απέναντι στον άλλο, είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της σχέσης μας, αφού η απουσία της μπορεί να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη που υπάρχει ανάμεσά μας. Για αυτόν το λόγο, εάν νιώθω ότι δεν μπορώ πραγματικά να αποδεχτώ τις διαφορές που έχει ο τρόπος σκέψης του ανθρώπου με τον οποίο σχετίζομαι, από το δικό μου, είναι καλύτερα να το εκφράσω, δουλεύοντας ταυτόχρονα προς το να καταφέρω κάποια στιγμή να το αποδεχτώ.
Ενημερότητα
Ένα ακόμα πράγμα που έχουν κατακτήσει οι θεραπευτές και θα έπρεπε σιγά – σιγά να το κατακτήσουμε όλοι, είναι αυτό που ονομάζουμε «ενημερότητα». Πρέπει δηλαδή να είμαστε ανά πάσα στιγμή ενήμεροι για το πώς νιώθουμε για τα πράγματα που ακούμε και να μπορούμε να διακρίνουμε ποια από τα συναισθήματά μας κατά τη διάρκεια ενός διαλόγου προκύπτουν από τα θέματα του άλλου και ποια από τα δικά μας θέματα.
Η έλλειψη ενημερότητας είναι η κυριότερη πηγή συγκρούσεων. Είμαι θυμωμένος μαζί σου επειδή με θυμώνει η στάση σου απέναντί μου; Μήπως ήμουν ήδη θυμωμένος για άλλους λόγους πριν ξεκινήσει η κουβέντα μας; Μήπως ήσουν εσύ θυμωμένος και εγώ απλώς καθρεπτίζω ένα κομμάτι του δικού σου θυμού;
Αυτές είναι μερικές χρήσιμες ερωτήσεις που θα μας βοηθήσουν να είμαστε πιο ενήμεροι πάνω στο πώς νιώθουμε και στο γιατί νιώθουμε έτσι, ανά πάσα στιγμή.
Συνοψίζοντας
Ειλικρίνεια, ενημερότητα και άνευ όρων αποδοχή είναι, λοιπόν, τρία στοιχεία που όλοι θα θέλαμε να βλέπουμε και να νιώθουμε στις σχέσεις μας. Εξετάζοντας προσεκτικότερα τις σχέσεις οι οποίες μάς προβληματίζουν -είτε πρόκειται για συντροφικές, είτε για επαγγελματικές, φιλικές ή οικογενειακές-, μπορούμε να διακρίνουμε σε ποιο από τα παραπάνω κομμάτια υστερούν και να καταφέρουμε να το εισαγάγουμε σε αυτές.
Πηγή: www.emprosnet.gr