Η μετανάστευση των πουλιών είναι μια προσαρμογή που τους επιτρέπει να εκμεταλλεύονται τις ευνοϊκές αλλά πρόσκαιρες συνθήκες της εύκρατης ζώνης, με βασικό στόχο να εξασφαλίσουν την επιτυχία της αναπαραγωγής τους. Όσο βορειότερα πηγαίνουμε στην Ευρώπη τόσο δυσμενέστερες είναι οι συνθήκες του χειμώνα, με συνέπεια ένα ολοένα μεγαλύτερο ποσοστό των πουλιών που φωλιάζουν εκεί να μεταναστεύει το φθινόπωρο. Αρκετά απ’ αυτά απλά μετακινούνται νοτιότερα στην Ευρώπη, τα περισσότερα όμως, αρκετές εκατοντάδες εκατομμύρια, φεύγουν προς την Αφρική επιστρέφοντας την άνοιξη.
Η γοητεία του φαινομένου της μετανάστευσης των πουλιών μας κάνει συχνά να ξεχνάμε πόσο επίπονο και επικίνδυνο εγχείρημα είναι. Το ταξίδι είναι μακρύ και η Μεσόγειος θάλασσα μαζί με την έρημο της Σαχάρας αποτελούν δύο αναπόφευκτα τμήματα της διαδρομής που δεν προσφέρουν ούτε τροφή ούτε χώρο για ανάπαυση. Σε κάθε μεταναστευτική περίοδο ένας τεράστιος αριθμός πουλιών χάνεται είτε λόγω φυσικών αιτίων όπως η εξάντληση, είτε λόγω απρόβλεπτων γεγονότων όπως οι αντίξοες καιρικές συνθήκες και ο αποπροσανατολισμός. Ωστόσο αυτές οι απώλειες είναι λιγότερες από εκείνες που θα είχαν αν διαχείμαζαν στην Ευρώπη και αντισταθμίζονται με μία επιτυχημένη αναπαραγωγική περίοδο.
Το Μαυροκιρκίνεζο (Falco vespertinus) είναι ένα μικρό μεταναστευτικό γεράκι που, αντίθετα με τα άλλα αρπακτικά, είναι αγελαίο. |
Ένα από τα εντυπωσιακά πουλιά που περνούν από το Αιγαίο είναι και ο Ψαραετός (Ραndiοn haliaetus), το μοναδικό αρπακτικό που τρέφεται αποκλειστικά με ψάρια.
Έχοντας διασχίσει τη Σαχάρα και τη Μεσόγειο, η Κιτρινοσουσουράδα (Motacilla flava) σταθμεύει για
να τραφεί στα νησιά και τις βραχονησίδες.
Η μετανάστευση των πουλιών είναι μια προσαρμογή που τους επιτρέπει να εκμεταλλεύονται τις ευνοϊκές αλλά πρόσκαιρες συνθήκες της εύκρατης ζώνης, με βασικό στόχο να εξασφαλίσουν την επιτυχία της αναπαραγωγής τους. Όσο βορειότερα πηγαίνουμε στην Ευρώπη τόσο δυσμενέστερες είναι οι συνθήκες του χειμώνα, με συνέπεια ένα ολοένα μεγαλύτερο ποσοστό των πουλιών που φωλιάζουν εκεί να μεταναστεύει το φθινόπωρο. Αρκετά απ’ αυτά απλά μετακινούνται νοτιότερα στην Ευρώπη, τα περισσότερα όμως, αρκετές εκατοντάδες εκατομμύρια, φεύγουν προς την Αφρική επιστρέφοντας την άνοιξη.
Η γοητεία του φαινομένου της μετανάστευσης των πουλιών μας κάνει συχνά να ξεχνάμε πόσο επίπονο και επικίνδυνο εγχείρημα είναι. Το ταξίδι είναι μακρύ και η Μεσόγειος θάλασσα μαζί με την έρημο της Σαχάρας αποτελούν δύο αναπόφευκτα τμήματα της διαδρομής που δεν προσφέρουν ούτε τροφή ούτε χώρο για ανάπαυση. Σε κάθε μεταναστευτική περίοδο ένας τεράστιος αριθμός πουλιών χάνεται είτε λόγω φυσικών αιτίων όπως η εξάντληση, είτε λόγω απρόβλεπτων γεγονότων όπως οι αντίξοες καιρικές συνθήκες και ο αποπροσανατολισμός. Ωστόσο αυτές οι απώλειες είναι λιγότερες από εκείνες που θα είχαν αν διαχείμαζαν στην Ευρώπη και αντισταθμίζονται με μία επιτυχημένη αναπαραγωγική περίοδο.
Τον Απρίλιο τα λιβάδια, όπως αυτό στη Λέρο, γεμίζουν από αγριολούλουδα. Τα έντομα είναι εξίσου άφθονα και προσφέρουν σημαντική τροφή στα μεταναστευτικά στρουθιόμορφα. |
Αντίθετα, οι μεγάλης κλίμακας μεταβολές του φυσικού χώρου που συντελούνται τα τελευταία χρόνια έχουν καταστρεπτικές συνέπειες, αφού τα πουλιά δεν έχουν αναπτύξει μηχανισμούς προσαρμογής για να τις αντιμετωπίσουν. Για να αναφέρουμε
ένα μόνο παράδειγμα, η αποψίλωση της σαβάνας νότια της Σαχάρας έχει προκαλέσει επέκταση της ερήμου προς τα νότια με αποτέλεσμα τα πουλιά να συναντούν μεγάλες δυσκολίες και να υφίστανται τρομακτικές έκτακτες απώλειες, καθώς το μεταναστευτικό ταξίδι χρόνο με τον χρόνο επιμηκύνεται.
Για εκατομμύρια πουλιά τα νησιά του Αιγαίου είναι ένας ενδιάμεσος σταθμός στο μακρύ μεταναστευτικό ταξίδι. Φτάνοντας εδώ έχουν απόλυτη ανάγκη από ασφαλείς χώρους για να αναπαυθούν και, αν είναι δυνατό, να τραφούν. Το μαζικό αυτό πέρασμα ήταν ανέκαθεν γνωστό στους νησιώτες και επηρέαζε εποχιακά τη διατροφή τους, αφού παγίδευαν εύκολα τεράστιους αριθμούς κουρασμένων μεταναστών. Τέτοιες πρακτικές διατηρούνται ακόμη στη Χίο και σε άλλα νησιά. Σήμερα, ωστόσο, με δεδομένη την αύξηση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα μεταναστευτικά πουλιά, η σκόπιμη θανάτωσή τους δεν είναι παρά μια επιπρόσθετη, αδικαιολόγητη απειλή.
Τον 11ο αιώνα, στα αρχεία της Μονής Μεγίστης Λαύρας στο Άγιο Όρος αναφέρεται ότι κολοσσιαία στίφη ακρίδων κατέτρωγαν τις καλλιέργειες στο νησί του Αη-Στράτη στο Βόρειο Αιγαίο. Η ολοκληρωτική καταστροφή αποσοβήθηκε χάρη στην επέμβαση μεγάλων κοπαδιών ενός είδους πουλιού, της Σελευκίδος, που εξαφάνισε τις ακρίδες, ένα θαύμα που αποδόθηκε στον Άγιο Αθανάσιο.
900 χρόνια μετά την πρώτη καταγραμμένη “οικολογική” εισβολή στο Αιγαίο, η Σελευκίς εξακολουθεί να το επισκέπτεται. Το σημερινό της όνομα είναι, εύστοχα, Αγιοπούλι. Το Αγιοπούλι (Sturnus roseus) είναι ένας νομάς του κόσμου των πουλιών και γι’ αυτό οι ακανόνιστες εμφανίσεις του προκαλούν μεγάλη εντύπωση. Αφού περάσει τον χειμώνα στην Ινδία, το καλοκαίρι φτάνει μέχρι τις στέπες γύρω από τη Μαύρη Θάλασσα. Κατά καιρούς εμφανίζεται δυτικότερα σε μεγάλα κοπάδια, φωλιάζοντας όπου βρει κατάλληλες συνθήκες. Τα σμήνη των ακρίδων εξακολουθούν συχνά να είναι η αιτία της απροσδόκητης παρουσίας του.
Εξαιρώντας ελάχιστα είδη που διστάζουν να διασχίσουν τη θάλασσα, όπως, η Καρακάξα, τα περισσότερα πουλιά μπορούν να πετάξουν εύκολα πάνω από τα στενά θαλάσσια περάσματα που χωρίζουν τα νησιά του Αιγαίου τόσο μεταξύ τους όσο και από την ηπειρωτική χώρα. Αρκετά, όμως, από τα είδη της ηπειρωτικής χώρας τελικά δεν απαντούν στο Αιγαίο, καθώς τα νησιά δεν προσφέρουν αρκετό χώρο και κατάλληλους βιότοπους για όλα τα είδη. Επομένως μια ματιά στο φάσμα των διαθέσιμων φυσικών συστημάτων του Αιγαίου ερμηνεύει σε μεγάλο βαθμό και τη σύνθεση της ορνιθοπανίδας του.
Η ανοιχτή θάλασσα είναι βιότοπος για τα θαλασσοπούλια όπως ο Μύχος, που μπορούν να μετακινούνται σε μεγάλες αποστάσεις ακολουθώντας τα κοπάδια των ψαριών. Τα παράκτια νερά είναι πιο ρηχά και το ψάρεμα ευκολότερο. Εδώ τρέφεται ένας μεγαλύτερος αριθμός ψαροφάγων ειδών που επισκέπτονται το Αιγαίο ή φωλιάζουν σ’ αυτό όπως τα βουτηχτάρια, τα γλαρόνια και o Θαλασσοκόρακας.
Τα χιλιάδες χιλιόμετρα βραχωδών ακτών του Αιγαίου προσφέρουν πολύτιμους χώρους τροφής και ασφαλείς θέσεις για φώλιασμα και ανάπαυση. Εδώ σταθμεύουν πολλά μεταναστευτικά είδη όπως οι ερωδιοί και φωλιάζουν σημαντικά είδη αρπακτικών.
Τα φρυγανικά τοπία με τα διάσπαρτα βράχια είναι μια γνωστή εικόνα των αιγαιοπελαγίτικων τοπίων το καλοκαίρι. Την άνοιξη τα ανθισμένα αρωματικά φυτά προσελκύουν έναν μεγάλο αριθμό εντόμων. Η αφθονία τους προσελκύει με τη σειρά της εντομοφάγα πουλιά, επιδημητικά και μεταναστευτικά. Εδώ ζουν μερικά
χαρακτηριστικά είδη όπως ο Σκουρόβλαχος και το Φανέτο, ενώ τα φρύγανα στη δυτική Λέσβο φιλοξενούν το σπάνιο Σμυρνοτσίχλονο.
Οι βραχονησίδες εξαιτίας του μικρού μεγέθους και της απομόνωσής τους δημιουργούν ένα περιβάλλον αφιλόξενο για τον άνθρωπο. Μαζί μ’ αυτόν απουσιάζουν και τα κατοικίδια σαρκοφάγα, σκύλοι και γάτες, που τον συντροφεύουν. Παράλληλα, εκτός από το ακίνδυνο αγριοκούνελο και μερικά αιγοπρόβατα, στις βραχονησίδες δεν ζουν μεγάλα άγρια ζώα. Επομένως τα ερημονήσια του Αιγαίου, απαλλαγμένα από την ανθρώπινη όχληση και τους χερσαίους θηρευτές, αποτελούν ιδανικό και αναντικατάστατο χώρο για φώλιασμα. Θαλασσοπούλια όπως ο σπάνιος Αιγαιόγλαρος και αρπακτικά όπως ο Μαυροπετρίτης φωλιάζουν σχεδόν αποκλειστικά στις βραχονησίδες.
Οι βραχονησίδες είναι, λοιπόν, πολύτιμα φυσικά καταφύγια στο Αιγαίο και η ανθρώπινη επέμβαση εδώ πρέπει να παραμείνει εξαιρετικά περιορισμένη.
Πυκνοί θαμνότοποι κυριαρχούν σε πολλά νησιά. Αν και συχνά υπερβοσκημένοι, οι βιότοποι αυτοί προσφέρουν θέσεις φωλιάσματος και ανάπαυσης σε αρκετά πουλιά και ασφαλή καταφύγια σε διερχόμενους μετανάστες. Είναι, επίσης, τόποι πλούσιοι σε έντομα και οι καρποί θάμνων όπως της κουμαριάς ή του σχίνου αποτελούν μια άφθονη, αν και περιστασιακή, πηγή τροφής για πολλά πουλιά.
Στα περισσότερα νησιά του Αιγαίου το νερό είναι ένας βασικός περιοριστικός παράγοντας για την επιβίωση της άγριας ζωής. Όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί έχουν αναπτύξει αμυντικούς μηχανισμούς εναντίον της λειψυδρίας. Τα πουλιά μπορούν να προμηθευτούν νερό μέσα από την τροφή τους, για παράδειγμα από τα έντομα και τους σπόρους των φυτών. Επίσης φροντίζουν να περιορίσουν την απώλεια νερού από το σώμα τους κυκλοφορώντας κυρίως τις πιο δροσερές ώρες της ημέρας. Παρόλα αυτά το νερό παραμένει ένας περιζήτητος πόρος και όλα τα πουλιά των νησιών, όπως αυτό το Φανέτο (Carduelis cannabina), δεν χάνουν την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν οποιαδήποτε δυνατότητα ανεύρεσής του. Δεν διστάζουν, λοιπόν, να επισκέπτονται τους διάφορους χώρους αποθήκευσης νερού που χρησιμοποιεί ο άνθρωπος, στέρνες, δεξαμενές ή και ποτίστρες για τα ζώα.
Τα παραδοσιακά αγροτικά τοπία επιδεικνύουν ένα εντυπωσιακό μωσαϊκό από μικρά χωράφια, περιβόλια, φυτοφράκτες και συστάδες δέντρων και εδώ τα πουλιά βρίσκουν μια μεγάλη ποικιλία θέσεων για να τραφούν και να φωλιάσουν. Στα μικρότερα νησιά, όπου η φυσική ετερογένεια του τοπίου είναι περιορισμένη, η μεγαλύτερη ποικιλία ειδών πουλιών βρίσκεται γύρω από αγροτικές και κατοικημένες περιοχές.
Ένα από τα τυπικά πουλιά των αγροτικών εκτάσεων, o Τσιφτάς (Miliaria calandra) αφθονεί σε νησιά με παραδοσιακές καλλιέργειες. |
Τοπίο στη Σαμοθράκη. Σε νησιά με έντονο ανάγλυφο η πεδινή γη είναι ελάχιστη και πολύτιμη για να αποδοθεί στην κτηνοτροφία. Οι εκτάσεις αυτές καλλιεργούνται και κάποια τμήματά τους έχουν αναδασωθεί. |
Βραχώδες φαράγγι στη Σαρία, βόρεια της Καρπάθου, σημαντικός βιότοπος για αρπακτικά πουλιά. |
Το Βραχοκιρκίνεζο (Falco tinnunculus) είναι μόνιμος κάτοικος πολλών νησιών του Αιγαίου. Προτιμά τις ανοιχτές βραχώδεις περιοχές, όπου κυνηγά σαύρες και μεγάλα έντομα.
Η μακρόχρονη παρουσία των ελαιώνων τους έχει αναδείξει σε ένα από τα χαρακτηριστικότερα αιγαιοπελαγίτικα οικοσυστήματα και τα πουλιά, όπως και οι υπόλοιποι οργανισμοί, αναγνωρίζουν τους ώριμους ελαιώνες σαν “δασικά” συστήματα υψηλής αξίας. Οι ελιές, τροφή ιδιαίτερα θρεπτική, αλλά και τα έντομα που αφθονούν στα ελαιόδεντρα προσελκύουν πλήθος πουλιών. Την εποχή της καρποφορίας οι ελαιώνες είναι το πιο πλούσιο σε πουλιά νησιωτικό οικοσύστημα.
Σε μερικά νησιά υπάρχουν ψηλά βουνά με απότομα βράχια και ορθοπλαγιές που προσφέρουν κατάλληλο βιότοπό για ασυνήθιστα στο Αιγαίο είδη πουλιών.
Οι ορεινές περιοχές της Νάξου είναι από τα τελευταία καταφύγια του Όρνιου (Gyps fulvus) στο Αιγαίο. Ένα από τα μεγαλύτερα αρπακτικά της Ευρώπης, το Όρνιο τρέφεται αποκλειστικά με πτώματα που πλέον τα βρίσκει μόνο εκεί όπου υπάρχει ανεπτυγμένη κτηνοτροφία. Μετά τα πυροβόλα όπλα, η μεγαλύτερη απειλή για το Όρνιο είναι τα δηλητηριασμένα δολώματα που τοποθετούν οι κτηνοτρόφοι για ζώα που θεωρούν βλαβερά, όπως οι Κουρούνες. Αρκεί ένα δηλητηριασμένο πτώμα για να εξαφανιστούν και τα τελευταία λιγοστά ζευγάρια που φιλοξενεί το νησί.
Από τους πλέον πολύτιμους βιότοπους στη Μεσόγειο είναι και τα δάση βελανιδιάς. Οι φυλλοβόλες βελανιδιές υποστηρίζουν πλήθος ζωντανών οργανισμών κάθε είδους. Τα δρυοδάση του Αιγαίου, όπου έχουν απομείνει, φιλοξενούν τα περισσότερα είδη πουλιών σε κάθε εποχή του χρόνου προσφέροντας άφθονη τροφή και ποικίλες θέσεις φωλιάσματος στα κλαδιά και σε κουφάλες.
Στο Αιγαίο υπάρχουν επίσης αρκετά πευκοδάση, ορισμένα από τα οποία είναι φυτεμένα από τον άνθρωπο γύρω από τους οικισμούς. Γενικά τα πευκοδάση είναι συστήματα χαμηλής παραγωγικότητας και λίγα είδη πουλιών είναι προσαρμοσμένα σ’ αυτά. Τα μεγάλα πεύκα, όμως, προσελκύουν πολλούς μετανάστες προσφέροντας καλές θέσεις για ανάπαυση. Πάντως στα πιο εκτεταμένα αυτοφυή πευκοδάση, όπως της Λέσβο υ και της Σάμο υ φιλο ξνούνται ο ρσμένα τυπικά δασικά είδη ό πως η Ελατοπαπαδίτσα και ο Καμποδεντροβάτης. Τα πευκοδάση της Λέσβου είναι επίσης το μόνο μέρος στην Ευρώπη όπου φωλιάζει ο Τουρκοτσοπανάκος
Αραιά πεύκα στην Ικαρία. Το Θασίτικο Πεύκο (Pinus brutia) είναι διαδεδομένο στα νησιά του ανατολικού και του βόρειου Αιγαίου.
Παραποτάμιο δάσος με πλατάνια στη Σαμοθράκη. Τέτοια οικοσυστήματα είναι ασυνήθιστα στο
Αιγαίο και εξαιρετικά πολύτιμα.
Στο εσωτερικό των μεγαλύτερων νησιών υπάρχουν περιοχές αρκετά απομακρυσμένες από την ακτή. Εκεί συχνά βρίσκονται βραχώδεις πλαγιές και φαράγγια, η βόσκηση είναι συνήθως έντονη και το τοπίο γυμνό. Εκτός από τα τυπικά πουλιά των φρυγάνων και των βραχωδών περιοχών, όπως η πέρδικα, η απουσία ανθρώπινων δραστηριοτήτων κάνει αυτά τα μέρη κατάλληλα και για κάποια από τα σπανιότερα πουλιά του Αιγαίου, τα μεγάλα αρπακτικά.
Οι κεφαλάδες είναι μικροπούλια που απαντούν κυρίως σε ανοιχτές εκτάσεις με θάμνους και διάσπαρτα δέντρα. Ο Κοκκινοκεφαλάς (Lonius senator) είναι διαδεδομένος καλοκαιρινός επισκέπτης σε όλη την Κεντρική και Νότια Ευρώπη και σε όσα νησιά του Αιγαίου έχουν κατάλληλο βιότοπο. Αντίθετα ο Παρδαλοκεφαλάς (Lanius nubicus) έχει πολύ πιο περιορισμένη κατανομή στην
Ανατολική Μεσόγειο. Το δυτικότερο σημείο της εξάπλωσής του είναι τα νοτιοανατολικά Βαλκάνια και κάποια νησιά του Αιγαίου.
Τα δύο είδη συγγενεύουν στενά και ξεχωρίζουν κυρίως από τον διαφορετικό χρωματισμό του κεφαλιού. Οι παρατηρητές πουλιών στην Ευρώπη βλέπουν συχνά τον Κοκκινοκεφαλά, αλλά θα πρέπει να ταξιδέψουν ως τη Βόρεια Ελλάδα ή τη Λέσβο για να δουν τον Παρδαλοκεφαλά. H Ελλάδα προσφέρει και άλλες μοναδικές ευκαιρίες για παρατήρηση αρκετών ειδών πουλιών που δεν απαντούν δυτικότερα. Έτσι, νησιά όπως η Λέσβος και η Κως γίνονται όλο και πιο δημοφιλή για χιλιάδες επισκέπτες που ενδιαφέρονται για την πλούσια ορνιθοπανίδα.
Τα Φοινικόπτερα (Phoenicopterus ruber) είναι ένα από τα εντυπωσιακότερα είδη πουλιών των μεγαλύτερων υγροτόπων του Αιγαίου. Κοπάδια εκατοντάδων ατόμων απαντούν περαστικά ή ξεχειμωνιάζουν στην Κω, στη Σάμο, στη Λέσβο, στη Λήμνο και, σπανιότερα, στη Νάξο.
Η λιμνοθάλασσα Αλυκή (δεξιά και κάτω) στη Λήμνο αποτελεί μαζί με τη γειτονική Χορταρολίμνη το μεγαλύτερο σύμπλεγμα υγροτόπων στο Αιγαίο και ένα οικοσύστημα μοναδικής φυσικότητας. Εδώ έχει καταγραφεί η μεγαλύτερη συγκέντρωση Φοινικόπτερων στην Ελλάδα (πάνω από 4.000 άτομα), κάνοντας την περιοχή μία από τις σημαντικότερες της Μεσογείου για το είδος.
Σε αντίθεση με τη Λήμνο, οι περισσότεροι υγρότοποι του Αιγαίου, όπως αυτός στη βραχονησίδα Κάβουρας βόρεια από την Αντίπαρο, είναι πολύ μικροί σε έκταση για να αναγνωριστούν ο καθένας ξεχωριστά ως “σημαντικοί”. Όλοι μαζί, όμως, αποτελούν ένα ενιαίο δίκτυο πολύτιμων σταθμών για τα μεταναστευτικά υδρόβια πουλιά. Η προστασία, στο σύνολό τους, επιβάλλεται και είναι εξίσου αναγκαία με την προστασία των μεγάλων υγροτόπων.
Ο Μικροτσικνιάς (Ixobrychus minutus) είναι το μικρότερο είδος ερωδιού και έχει απόλυτη ανάγκη τους καλαμώνες για να φωλιάσει και να ξεχειμωνιάσει. Κατά τη μετανάστευση, ωστόσο, είναι συχνά αναγκασμένος να συμβιβαστεί με ό,τι του προσφέρουν οι μικροί και συχνά υποβαθμισμένοι νησιωτικοί υγρότοποι.
Για όλα τα πουλιά η επιλογή των βιοτόπων αναπαραγωγής αλλά και διαχείμασης είναι μια διαδικασία τελειοποιημένη μέσα από χιλιάδες χρόνια εξέλιξης. Πρέπει, για παράδειγμα, η θέση φωλιάσματος να είναι ασφαλής από θηρευτές, να υπάρχουν κατάλληλα μέρη για κούρνιασμα, θέσεις για τραγούδι και φυσικά αρκετή τροφή. Κατά τη μετανάστευση όμως, και ιδιαίτερα την εαρινή, συχνά δεν υπάρχουν περιθώρια για σχολαστική επιλογή του χώρου στάθμευσης. Οι κουρασμένοι ταξιδιώτες συνήθως προσγειώνονται στο πρώτο κομμάτι γης που θα δουν μετά το πέρασμα της Μεσογείου και τα υδρόβια πουλιά στον πρώτο μικρό υγρότοπο που θα συναντήσουν. Αν είναι τυχερά μπορεί να βρουν κάτι να φάνε, αλλιώς θα περιοριστούν σε μια σύντομη ανάπαυση. Είναι αυτονόητο ότι η προστασία των μικρών βιοτόπων των νησιών (υγροτόπων, δασυλλίων, θαμνοτόπων) είναι εξαιρετικής σημασίας για τα μεταναστευτικά πουλιά.
Από το εξαιρετικό βιβλίο “τα πουλιά του Αιγαίου” το οποίο συνιστώ ανεπιφύλακτα.