Η κοπελιά μου ανέβασε στο Facebook ένα άρθρο για τον έρωτα κάποιου ΝοτιοΑμερικάνου ποιητή που έλεγε για βελανιδιές και κισσούς και κεραυνούς και κόλες. Δεν κατάλαβα τίποτα. Πως να της πω ότι την αγαπώ κι ας μην είμαι ποιητής μαστούρης σαν αυτούς που διαβάζει;
Μήτσο μου η αγάπη είναι ένα πάθος βαθύ. Όπως όταν θες πολύ να πας τουαλέτα ας πούμε. Νομίζεις θα ανατιναχτείς, ότι θα σου φύγουν στον δρόμο. Το μόνο που μπορείς να σκεφτείς είναι η χέστρα. Όλα τα άλλα είναι ασήμαντα. Σου μιλάνε και εσύ δεν ακούς, οι σφυγμοί σου ανεβαίνουν, όλα είναι πιο έντονα, ο χρόνος σταματά.
Και φτάνεις στην ευλογημένη χέστρα σαν σε όνειρο. Αν είναι καθαρή ακόμα καλύτερα, αν δεν είναι νομίζεις ότι την σκούπισες, δεν σε νοιάζει πια η ηπατίτιδα Γ του νταλικιέρη που πέρασε πριν από εδώ, δεν σε νοιάζει τίποτα. Μόνο να φτάσει ο κώλος σου στο κάθισμα. Και φεύγει η πρώτη, πιτσιλιέσαι λίγο, ε, θα υπάρξουν και προβληματάκια πάντα στην αρχή μιας σχέσης, μη δίνεις σημασία, καθαρό είναι το νερό συνήθως αν τράβηξε ο προηγούμενος το καζανάκι.
Και τότε, μόνο τότε αφήνεις τον έλεγχο. Τα κάτουρα σαν χρυσή βροχή του Δία πετάγονται με πάθος, εκτός ελέγχου σφυράνε, τραγουδάνε, καρφώνονται σαν ραβασάκια του έρωτα στο νερό. Μερικές φορές χτυπάνε και τα πλαϊνά της τουαλέτας και πάλι βρέχεσαι. Μη δίνεις σημασία. Γιατί έρχεται και η δεύτερη κουράδα, η επόμενη φάση του έρωτα που ζεις, η πιο ολοκληρωμένη. Μια τεράστια, όμορφη, γυαλιστερή ολοκλήρωση της απόλυτης πράξης.
Χέζουμε για να ζούμε. Και ζούμε για να ερωτευόμαστε έτσι Μήτσο μου. Και μερικές φορές μετά από ένα τέτοιο χέσιμο πας να σκουπιστείς και το χαρτί είναι καθαρό Μήτσο μου. Καθαρό…. Γιατί πέτυχες το τέλειο, έζησες το όνειρο.