Νίκος Καζαντζάκης
Χίμα η ψυχή να μπει μεσ’ το όνειρο της
Κι ασκώθη ορθός πονώντας τον αχό της
Ο φλογερός της αμμουδιάς πολέμαρχος
Ο μέγας ασκητής ο Δον Κιχώτης
“Σώπα ψυχή” της κράζει ο γέρος άρχος
Κι ότι άφηκε άτελο ο Θεός στη μέση
Εγώ θα το τελέψω, εγώ ο πολέμαρχος.
Τούτο ‘ναι το ρηγάτο της ιδέας
Φίδια φαρμακερά ‘ναι τα αγαθά του
Κι ένας μονάχα ανθός σγουρός της νέας
Ανύπαρκτης μας αγαπώς
Η ανάρια, κρυφή, πολύ ευωδιά της Δουλτσινέας
Συνάστερο το μέγα μεσονύχτι
Θρηνιέται και μαδάει κατακορφής του
Μα αυτός, βουβός, τον μαύρο σπιρουνίζει
Κι αγάλια ξεπνεμένος της ψυχής του
Το ανέλπιδο ανηφόρι ανηφορίζει
“Σώπα ψυχή” της κράζει ο γέρος άρχος
Κι ότι άφηκε άτελο ο Θεός στη μέση
Εγώ θα το τελέψω, εγώ ο πολέμαρχος.