Καθόταν όπως πάντα στο πιο απόμερο παγκάκι του πάρκου.
Η εμφάνιση του ήταν επιμελώς ατημέλητη και το διεισδυτικό του βλέμμα παρατηρούσε με ιδιαίτερη προσήλωση τους περαστικούς.
Κάποια στιγμή το βλέμμα του βυθίστηκε μέσα στο δικό μου όταν πέρασα βιαστική από μπροστά του, μετρώντας αγχωμένη τα λεπτά που κυλούσαν με ιλιγγιώδη ταχύτητα.
Ξαφνικά χτύπησε το τηλέφωνο μου για να μ’ενημερώσουν ότι το προγραμματισμένο μου ραντεβού ακυρώθηκε.
Άφησα ένα αναστεναγμό ανακούφισης και χωρίς να το σκεφτώ κάθησα στην κενή θέση που υπήρχε διπλα του.
«Μην βιάζεσαι πάντα τόσο πολύ. Ξεχνάς να απολαμβάνεις τη στιγμή και η ευτυχία δεν είναι τίποτα άλλο από ένα σύνολο στιγμών.», μου είπε χαμογελώντας.
Τον κοίταξα ελαφρώς ενοχλημενη. Πάντα μ’ενοχλούσε να επεμβαίνουν άγνωστοι στα αυστηρώς προσωπικά μου θέματα.
«Μην ενοχλείσαι τόσο πολύ. Έκανα αυτό το σχόλιο επειδή σε σένα αναγνώρισα τον εαυτό μου κάποια χρόνια πριν. Τότε που ζούσα στην πρίζα, έτρεχα να προλάβω τα πάντα έχοντας ως αντίπαλο τον εαυτό μου και δεν χαιρόμουν, δεν απολάμβανα τη στιγμή. Και είναι πολύτιμες οι στιγμές μας ξέρεις.»
«Μια στιγμή βιασύνης δεν χαρακτηρίζει ολόκληρη τη ζωή μας. Ποτέ δεν μπορεί κάποιος να κριθεί από μια συγκεκριμένη στιγμή», απάντησα με το ίδιο ύφος.
«Ποιός ξέρει; Μπορεί. Όμως να θυμάσαι να είσαι πάντα ευθύς και ξεκάθαρη στη ζωή σου. Τι σημαίνει όμως ευθύς και ξεκάθαρη; Σημαίνει να είσαι αυτή που είσαι, να μην ντρέπεσαι να θέλεις αυτό που θέλεις, να ποθείς αυτό που ποθείς. Οι άνθρωποι είναι δούλοι των κανόνων. Κάποιος τους είπε πως πρέπει να είναι έτσι ή αλλιώς κι αυτοί πασχίζουν διαρκώς, κι έτσι ποτέ τους δεν θα μάθουν ποίοι ήταν και ποίοι είναι. Ξαφνικά δεν είναι τίποτα και κανένας. Ο άνθρωπος πρέπει πάνω απ’όλα να τολμά να είναι ο εαυτός του.»
Γύρισα και τον κοίταξα ξαφνιασμένη. Τα λόγια του αντηχούσαν σαν το απόσταγμα μιας μεγάλης σοφίας.
Εκείνος κατάλαβε την μεταστροφή μου και συνέχισε να μιλάει με μεγαλύτερη ορμή.
«Μέχρι που κάποια μέρα αποφάσισα να ζήσω όπως θέλω εγώ. Να είμαι ο εαυτός μου και όχι ένα άθροισμα από εκατοντάδες μάσκες που μας υποχρεώνουν να φοράμε προκειμένου να είμαστε αρεστοί. Κι ας το πλήρωσα ακριβά με τίμημα τη μοναξιά μου. Όμως να σου πω κάτι; Είμαι περήφανος γι’αυτό. Γιατί, για να είσαι γενναίος στη μοναξιά σου, χωρίς μάρτυρες, χωρίς την επιδοκιμασία των άλλων, ενώπιος ενωπίω με τον εαυτό σου, απαιτείται μεγάλη υπερηφάνεια και μεγάλη δύναμη.”
Όμως μίλησα πολύ και θα σε κούρασα με την πολυλογία μου. Απλώς κράτησε στο μυαλό σου αυτά τα λόγια και η ζωή σου θα μετατραπεί μαγικά σ’ αυτή που θα ήθελες εσύ να ζήσεις.»
Φεύγοντας μου χαμογέλασε κι ευχήθηκε να τα ξαναπούμε.
Δεν τον είδα ποτέ ξανά στο ίδιο πάρκο.
Εκείνος ίσως εξακολουθούσε να πηγαίνει ακόμα.
Εγώ όμως είχα πάψει.
Αποφάσισα ν’ακολουθήσω τη συμβουλή του και ν’αλλάξω τακτική και συνήθειες.
Μέχρι σήμερα δεν το έχω μετανιώσει.