Η εθνική επέτειος της 28ης Οκτωβρίου, έγινε η αιτία για να εμφανισθεί στον ελληνικό κινηματογράφο μία ιδιαίτερη κατηγορία, που εκφράστηκε με τις ταινίες του Νίκου Φώσκολου, μία παγκόσμια πρωτοτυπία που θα μπορούσε να ονομαστεί πατριωτικός σουρεαλισμός.
Κυριότερο δείγμα αυτής της κινηματογραφικής αισθητικής αποτελεί η ταινία «Υπολοχαγός Νατάσα». Μέσα από την εικόνα της πάντα νέας Αλίκης, σκιαγραφείται η ελληνίδα που συμμετέχει στην αντίσταση. Πλούσιο ντεκολτέ, βλεφαρίδα κάγκελο και μαλλί κρεπαρισμένο δύο ορόφους ψηλά.
Ακόμη και στις σκηνές των βασανιστηρίων, η ηρωίδα παρουσιάζεται ωραία ως ελληνίδα. Η κώμη επιμελώς ατημέλητη, το μακιγιάζ άψογο, τονίζοντας τα μάτια, ενώ κάτω από τα σκισμένα ρούχα της προβάλλουν ένα στητό σα μάρμαρο, στήθος και δύο γλουτοί ντυμένοι με μασαζοκαλσόν. Οι Ελληνίδες υποφέρουν, αλλά υποφέρουν κούκλες!
Το styling αυτό, δεν άπτεται του αντίστοιχου των αρχών της δεκαετίας του ’40, αλλά λίγη σημασία έχει. Η σημειολογία του παραπέμπει στη γενναία Ελληνίδα, μία γυναίκα μπροστά από την εποχή της, έτοιμη να αντιμετωπίσει το πεπρωμένο της: τον άτυχο έρωτά της για τον αγωνιστή, που θα την οδηγήσει σ’ έναν γάμο βουτηγμένο στο αίμα.
Η εμφάνιση του Παπαμιχαήλ, αποτελεί μία προφανή σεξουαλική αναφορά, καθώς οποιαδήποτε παραπομπή στο sex, έπρεπε να υπερβεί τη λογοκρισία της εποχής. Ιδρωμένος από την κάψα του καλοκαιριού, καλπάζει πάνω σ’ ένα άλογο ως καβαλάρης. Βέβαια, κανείς δεν πρόσεξε το άλογο που αγκομαχά και είναι έτοιμο να καταρρεύσει από το βάρος του αναβάτη, που έχει παχύνει και μοιάζει με παραγεμισμένο γιαλαντζί ντολμά, παρά με αγωνιστή του 40. Αυτό όμως, δε μας ενοχλεί. Σημασία έχει ότι η γενναία Ελληνίδα παρουσιάζεται σε αυτή τη σκηνή απενοχοποιημένη για τις σεξουαλικές ορμές της. Βλέπει τον καβαλάρη και χλιμιντρίζει κι αυτή!
Ο έρωτας ανάμεσα στην τραγουδίστρια Νατάσα και το μουστακαλή καβαλάρη Ορέστη, είναι κεραυνοβόλος, αλλά υπάρχουν εμπόδια. Το μεγαλύτερο είναι ο κακός Γερμανός (Κώστας Καρράς), που έχει δύο επιπλέον μειονεκτήματα σε σχέση με τον ατρόμητο Έλληνα: α) το μαλλί βαμμένο ξανθό και β) την απουσία του πλούσιου μύστακα, σήμα κατατεθέν του κάθε αρσενικού, που θέλει να παίρνει σοβαρά τον εαυτό του.
Στην επική πλέον σκηνή του ματωμένου γάμου, κυνηγημένο από τον μοχθηρό Χανς και το γερμανοασκέρι του, το άτυχο ζευγάρι προσπαθεί να παντρευτεί. Η Νατάσα ωστόσο τραυματίζεται επάνω στην καταδίωξη.
Οι νέοι, χτυπημένοι από τη μοίρα φτάνουν στην εκκλησιά (sic) με τη Νατάσα να αιμορραγεί και το χειρότερο χωρίς να φοράει eyeliner! O παπάς ξεκινά το γάμο και την ίδια στιγμή φτάνουν και οι Γερμαναράδες.
Οι στιγμές είναι τραγικές. Η Νατάσα είναι μισολιπόθυμη, αλλά αντέχει. Το γκρο πλαν, πάνω στο παραπονεμένο βλέμμα της, είναι η βαθιά ματιά του σκηνοθέτη στην Ελληνίδα, που ο πόλεμος της στερεί την ευτυχία.
Ο Χανς βλέπει ότι έχει χάσει για πάντα την καλή του και ένα δάκρυ κυλάει στο μάγουλό του. Το μόνο που απομένει, είναι η εκδίκηση. Ο ατρόμητος παπάς όμως δε μασάει και συνεχίζει το γάμο.
Εκεί ο σκηνοθέτης θα βρει την ευκαιρία να περιγράψει το θάρρος των Ελλήνων αγωνιστών. Καμιά δεκαριά παλικάρια περιμένουν έξω από την εκκλησιά με τα όπλα στα χέρια. Οι νεόνυμφοι σώζονται και η Νατάσα κλαίει στην αγκαλιά του Ορέστη, από ευτυχία και από νεύρα που της έγινε η καούκα φωλιά για περιστέρια.
Ο Χανς έχει χάσει το παιχνίδι μια για πάντα.
Τα παλικάρια με τα όπλα τους χτυπούν τις καμπάνες και οι Γερμανοί γονατίζουν ταπεινωμένοι! Η σκηνή είναι χαρακτηριστική του είδους που υπηρετεί ο συγκεκριμένος σκηνοθέτης και που κανείς μέχρι τώρα, δεν του έχει αναγνωρίσει. Στον πατριωτικό σουρεαλισμό του Φώσκολου, ένας γάμος γίνεται αιτία να ταπεινωθούν οι κατακτητές. Ο ηρωισμός των Ελλήνων, βγαίνει μέσα από περιστατικά που υπερβαίνουν τη λογική και τη φαντασία.
Ο «ματωμένος γάμος» του Φώσκολου, καταλύει κάθε μέτρο της πραγματικότητας, για να αναδείξει την αγάπη για την πατρίδα, τον αγώνα του καλού, ενάντια στο κακό.
Με αφορμή ένα καθημερινό γεγονός -τον έρωτα δύο νέων (;) και την απελπισμένη προσπάθεια ενός τρίτου να μπει ανάμεσά τους – ο Φώσκολος συνθέτει ένα έπος γενναιότητας και ηρωισμού για την πατρίδα.
Νομίζω ότι ήρθε η ώρα ν’ αναγνωρισθεί η αξία του μεγάλου δημιουργού και η Νατάσα να γίνει μάθημα υποκριτικής σε όλες τις καταξιωμένες σχολές κινηματογράφου.
Μία βαθύτατα συγκινημένη θαυμάστριά σου δάσκαλε.
Εύχομαι η αξία σου ν’ αναγνωριστεί μια μέρα.