Ένας από τους βασικούς παράγοντες που θεωρούνται ότι συνεισφέρουν στην κατώτερη θέση των γυναικών είναι η διατήρηση της παραδοσιακής σκέψης σχετικά με τους ρόλους των φύλων, τα επαγγέλματα και τα χαρακτηριστικά που ταιριάζουν στα δύο φύλα. Αυτές οι απόψεις ενισχύονται μέσα από την κοινωνικοποίηση των παιδιών από την πολύ μικρή ηλικία. Η κοινωνικοποίηση του ρόλου των φύλων, όπως έχουμε δει, αρχίζει μέσα από την οικογένεια και συνεχίζεται στο σχολείο. Έχουμε δει επίσης πως τα βιβλία -λογοτεχνικά και μη- παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των στερεοτύπων για τα δύο φύλα. Πιο συγκεκριμένα, οτιδήποτε εμφανίζεται στην παιδική λογοτεχνία και έχει σχέση με τα δύο φύλα, καθορίζει τις ιδέες που διαμορφώνουν τα παιδιά σχετικά με το τι θεωρείται κοινωνικά αποδεκτό και κατάλληλο για αυτά. Επίσης, ενθαρρύνει τα παιδιά να μιμηθούν οτιδήποτε παρουσιάζεται να εκτελείται από χαρακτήρες του ίδιου φύλου με αυτά (Κανταρτζή, 2003).
Τα παραδοσιακά παραμύθια, ως πρόδρομος του παιδικού λογοτεχνικού βιβλίου, είναι ένα είδος λογοτεχνίας που τυχαίνει να χρησιμοποιείται και στο σπίτι από τους γονείς που το διαβάζουν στα παιδιά τους και στο σχολείο από τους εκπαιδευτικούς που το χρησιμοποιούν στην εκπαιδευτική διαδικασία. Περισσότερο λοιπόν από οποιοδήποτε άλλο είδος, παίζει σημαντικό ρόλο αφ’ ενός στη διαμόρφωση προκαθορισμένων, θετικών ή αρνητικών τάσεων και στάσεων των παιδιών απέναντι στο γυναικείο φύλο και αφ’ ετέρου στη διαμόρφωση της ίδιας τους της προσωπικότητας. Ας δούμε λοιπόν τι αποκάλυψε η ανάλυση περιεχομένου των παραδοσιακών παραμυθιών για την εικόνα της γυναίκας.
Η ανάλυση του περιεχομένου των 50 παραδοσιακών παραμυθιών έδειξε ότι η παρουσίαση της γυναίκας δίνεται κατά κύριο λόγο με τρόπο στερεότυπο. Η ανίχνευση τους κάνει φανερή την κατωτερότητα και τη μειονεκτική θέση του γυναικείου φύλου στην παραδοσιακή κοινωνία. Η γυναίκα στις περισσότερες των περιπτώσεων γίνεται αντικείμενο θαυμασμού μόνο για την εξαιρετική ομορφιά της και τη νοικοκυροσύνη της. Σπάνια επαινείται για άλλα χαρίσματα, πέρα απ’ αυτά.
Επίσης, σπάνια γίνεται κάποια αναφορά στις διανοητικές της ικανότητες. Συνήθως, η γυναίκα του παραμυθιού εμφανίζεται να είναι ανόητη, χαζή και όχι μόνο. Είναι και αφελής, γεμάτη προκαταλήψεις και δεν δείχνει κανένα απολύτως ενδιαφέρον για πνευματική πρόοδο.
Από το σύνολο των παραμυθιών που έγιναν αντικείμενο μελέτης σε αυτή την έρευνα, μόνο δύο έχουν ως «πρωταγωνίστριες» γυναίκες που είναι έξυπνες, αυτόνομες και που πολύ λίγο θυμίζουν τις ηρωίδες των άλλων παραμυθιών. Οι γυναίκες αυτές καταφέρνουν χάρη στην εξυπνάδα τους να επιβληθούν στο ανδρικό φύλο και να ξεχωρίσουν.
Για μόρφωση ούτε λόγος. Οι γυναίκες των παραμυθιών είναι τελείως αγράμματες εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις. Οι μόνες που έχουν κάποιο μορφωτικό επίπεδο είναι αυτές που ανήκουν σε ανώτερες κοινωνικές τάξεις.
Τυπικά ηθικά στοιχεία των γυναικείων χαρακτήρων είναι η αρετή, η τιμιότητα, η σεμνότητα, η υπομονή, η σύνεση, η λογική κ.α. Στα ιδεώδη αυτά γνωρίσματα του φύλου της η γυναίκα του παραμυθιού χρωστά τον όποιο σεβασμό και την όποια εκτίμηση δείχνει προς αυτήν το ανδρικό φύλο και γενικότερα η κοινωνία. Άλλα χαρακτηριστικά που τις αποδίδονται είναι η αβουλία, η πονηριά, η απληστία, η μοιρολατρία και η στενότητα αντιλήψεων.
Τα ελαττώματα που άλλωστε της προσάπτουν είναι χωρίς αμφιβολία πολύ περισσότερα από τα προτερήματα. Σε κάποια μάλιστα παραμύθια η γυναίκα παρασύρει ακόμη και το σύζυγο της σε απαράδεκτες πράξεις. Σε άλλα, η κακία και η σκληρή της καρδιά την οδηγεί έως και στη δολοφονία. Επίσης, ο εγωισμός, η φλυαρία, η επιπολαιότητα, η ζήλια, το ψέμα, η τεμπελιά κ. α. είναι στοιχεία που τα συναντά κανείς μόνο σε γυναικείες μορφές και σπάνια στις αντρικές. Τη γυναικεία προσωπικότητα και συμπεριφορά συμπληρώνουν γνωρίσματα όπως φιλόνικη, άστατη, πεισματάρα, περίεργη, γκρινιάρα, σπάταλη κ.α. Τη διόλου κολακευτική αξιολόγηση της γυναίκας και των ψυχικών της ιδιοτήτων αποδεικνύουν και παραμύθια στα οποία αυτή μεταμορφώνεται σε κάποιο ζώο π.χ. βόδι.
Και δεν είναι μόνο οι θνητές γυναίκες των παραμυθιών που απεικονίζονται κατά κύριο λόγο με αρνητικά χαρακτηριστικά. Και οι γυναίκες που ανήκουν στον υπερφυσικό χώρο έχουν χαρακτηριστικά που δεν διαφοροποιούνται και πολύ από τα ανθρώπινα. Μοίρες, Λάμιες, Στρίγγλες και Μάγισσες, όντα αποκλειστικά γένους θηλυκού, ενδύονται αρνητικές μορφές και παρουσιάζουν συμπεριφορά ακατανόητη και κάποιες φορές ασύμφωνη με την ηθική τάξη του κόσμου. Ξεπερνούν τις ανθρώπινες δυνατότητες και με τις υπερφυσικές τους δυνάμεις – σωματικές και νοητικές- φέρνουν το θάνατο και την καταστροφή. Δεν κρατούν όμως για πολύ οι υπερφυσικές τους δυνατότητες. Στο τέλος του παραμυθιού εξαφανίζονται, και η υπερφυσική μορφή συμμορφώνεται τελικά με τα ισχύοντα κοινωνικά πρότυπα.
Αναφορικά με τους ρόλους που καλείται η γυναίκα να «παίξει», αυτό που διαπιστώθηκε ύστερα από λεπτομερή μελέτη είναι ότι οι ρόλοι αυτοί είναι τρεις. Ο πρώτος απ’ αυτούς είναι αυτός της νοικοκυράς. Παντρεμένες και ελεύθερες έχουν ως πρώτιστη και σημαντικότερη ασχολία τους τα οικιακά. Όλη μέρα φροντίζουν για το σπίτι, ενώ στον ελεύθερο τους χρόνο δεν κάνουν ποτέ τίποτα που θα τις ευχαριστήσει αυτές προσωπικά. Γενικά οι γυναίκες δεν παρουσιάζονται να κάνουν ή να ασχολούνται με ενδιαφέροντα πράγματα.
Εκτός από κάποιες εξαιρέσεις, η γυναίκα του παραμυθιού δεν εργάζεται, ακόμα κι αν η οικονομική κατάσταση της οικογένειας το απαιτεί. Οι ελάχιστες εργαζόμενες που εμφανίζονται ασκούν επαγγέλματα χαμηλού κοινωνικού κύρους όπως πλύστρα, μοδίστρα, υπηρέτρια κ.α. Η εργασία τους δεν τους προσφέρει καμιά προσωπική ευχαρίστηση, είναι απλώς ένα μέσο ενίσχυσης των οικονομικών. Σε καμία περίπτωση η γυναίκα δεν είναι υποχρεωμένη να εργάζεται για να συντηρεί την οικογένεια της. Η υποχρέωση αυτή ανήκει αποκλειστικά στον άνδρα. Τα πράγματα αλλάζουν μόνο εάν αυτός πεθάνει, οπότε και η γυναίκα μένει μόνη της χωρίς στήριγμα.
Ο δεύτερος ρόλος, τον οποίο η γυναίκα του παραμυθιού καλείται να φέρει σε πέρας είναι αυτός της μητέρας. Η γυναίκα κοινωνικοποιείται στα πλαίσια αυτού του ρόλου και αφομοιώνει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που θεωρούνται ιδανικά για το ρόλο αυτό. Η μητρότητα και η ανατροφή των παιδιών θεωρούνται ο κύριος προορισμός της. Οι μητέρες παρουσιάζονται να είναι προσκολλημένες στα παιδιά τους -όλη τους η ζωή στρέφεται γύρω απ’ αυτά. Σ’ αυτό το φυσικό προνόμιο που διαθέτει η γυναίκα -στη μητρότητα- οφείλει το σεβασμό που δείχνει η κοινωνία στο πρόσωπό της.
Εκτός από την καλή μητέρα που φροντίζει και συμβουλεύει με αγάπη τα παιδιά της, παρούσα στα παραμύθια είναι και η μητριά. Αυτή με τις ποικίλες μηχανορραφίες της και το βασανισμό της μικρής κόρης συνιστά μία άλλη γυναικεία μορφή του παραμυθιού που έχει επιφορτιστεί με μία έντονη αρνητική εικόνα. Ο ρόλος αυτός της μητριάς εσωκλείει την απειλή διατάραξης του μοντέλου εκείνης της οικογένειας που προτείνει η ανδροκρατούμενη κοινωνία.
Ιδιαίτερη έκπληξη προκαλεί ο κοινωνικός ρόλος της γυναίκας στο παραμύθι. Αν και ο κύριος χώρος της παραμένει το σπίτι η γυναίκα του παραμυθιού δεν μένει κλεισμένη μέσα σ’ αυτό. Κινείται στην αγορά σχετικά άνετα και αναλαμβάνει να φέρει εις πέρας και δουλειές εκτός σπιτιού, όπως είναι το άλεσμα του σιταριού στο μύλο. Επίσης κάποιες φορές φεύγει από το πατρικό της σπίτι και ταξιδεύει μόνη της για την πρωτεύουσα για μία καλύτερη τύχη. Αρκετά συχνά τη βλέπουμε να ασχολείται και με φιλανθρωπικά έργα. Σε αντίθεση με τις απλές γυναίκες, οι βασιλοπούλες και οι αρχοντοπούλες δεν έχουν όλες τις παραπάνω δυνατότητες. Η κοινωνική τους θέση δεν τις επιτρέπει να έχουν κοινωνικές επαφές με τα μέλη της κοινότητας στην οποία διαμένουν. Αντίθετα, λόγοι αξιοπρέπειας τις κρατούν κλεισμένες στο παλάτι τους.
Από τα καθιερωμένα κοινωνικά πρότυπα ξεφεύγουν και κάποιες γυναίκες που κάθε άλλο παρά άβουλες και διστακτικές είναι. Σε 4 παραμύθια από τα 50 οι γυναίκες -αποτελούν βέβαια εξαιρέσεις- παρουσιάζονται ιδιαίτερα δυναμικές και γενναίες. Αναλαμβάνουν δράση και φέρνουν σε πέρας ακόμη και κατεξοχήν ανδρικές δραστηριότητες, όπως είναι η συμμετοχή σε πολεμικά γεγονότα. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις διακρίνεται κάποια ισοτιμία της γυναίκας προς τον άντρα, απόηχος ίσως παλαιότερων καταστάσεων πολιτισμού. Δεν αποκλείεται βέβαια τέτοια γυναικεία πρότυπα να συνιστούν απλώς ωραιοποίηση ή διαστρέβλωση μιας εντελώς αντίθετης κατάστασης.
Μία ακόμη κοινωνική ασχολία της παραμυθοκόρης είναι η επιτέλεση των θρησκευτικών καθηκόντων. Μόνη αυτή απ’ όλα τα μέλη της οικογένειας πρωτοστατεί στις πράξεις λατρείας και γνωρίζει με κάθε λεπτομέρεια το θρησκευτικό τυπικό.
Αναφορικά με τις ψυχαγωγικές δραστηριότητες της παραμυθοκόρης, αυτό που διαπιστώθηκε στην ανάλυση του περιεχομένου είναι πως αυτές είναι ελάχιστες. Χοροί, γιορτές και γλέντια είναι οι μόνες ευκαιρίες για διασκέδαση. Φυσικά μιλούμε για τις ανύπαντρες κοπέλες και όχι για τις παντρεμένες. Αυτές δεν έχουν χρόνο να ασχοληθούν με κάτι άλλο πέρα από τις δουλειές του σπιτιού και την ανατροφή των παιδιών, πόσο μάλλον να διασκεδάσουν!
Κι αν σε κάποιους φαίνεται παράξενο το γεγονός πως στην ανδροκρατούμενη κοινωνία η ανύπαντρη κοπέλα έχει κάποιες ευκαιρίες διασκεδάσεως, δε θα έπρεπε. Οι ευκαιρίες αυτές στην πραγματικότητα έχουν ένα μοναδικό στόχο, την εύρεση του μελλοντικού συζύγου. Για τις ανύπαντρες κοπέλες και τους γονείς τους μοναδική έννοια είναι η γαμήλια αποκατάσταση τους. Άλλωστε ο γάμος είναι η μοναδική επιλογή για τη ζωή τους. Τα προσόντα για τη γαμήλια αποκατάσταση της παραμυθοκόρης είναι η ομορφιά, η νοικοκυροσύνη και η καλή καρδιά.
Η επιλογή του υποψηφίου γαμπρού είναι πάντα υπόθεση του πατέρα της οικογένειας. Η ίδια η κοπέλα σχεδόν ποτέ δεν εκφέρει τη γνώμη της για αυτόν που της προορίζουν για σύζυγο ούτε και της επιτρέπεται να φέρει κάποια αντίρρηση. Τα κριτήρια του πατέρα για την επιλογή του υποψηφίου γαμπρού δεν συμπίπτουν με αυτά της κόρης του. Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να αποκαταστήσει πάση θυσία την κόρη του, για να μη μείνει γεροντοκόρη, κάτι που αποτελεί μεγάλο πλήγμα για την παραμυθική οικογένεια. Οι γυναίκες που για οποιοδήποτε λόγο δεν παντρεύτηκαν θεωρούνται μομφή για την κοινωνία και ποτέ δεν καταξιώνονται. Την κοινωνική καταξίωση απολαμβάνουν μόνο οι παντρεμένες.
Η ανάμειξη του πατέρα στην προσωπική ζωή της κόρης του δε μένει μόνο στην επιλογή του γαμπρού. Σε κάποια παραμύθια βλέπουμε τον πατέρα να ανακατεύεται ακόμη και στην ερωτική ζωή της θυγατέρας του κατά τη διάρκεια της έγγαμης ζωής της.
Οφείλουμε, βέβαια, να αναφέρουμε πως υπάρχουν και λιγοστές περιπτώσεις κατά τις οποίες η παραμυθοκόρη παντρεύεται μετά από έρωτα τον εκλεκτό της καρδιά της. Και πάλι όμως, ο πατέρας πρέπει να δώσει τη συγκατάθεση του. Πριν απ’ όλα αναθέτει στον υποψήφιο σύζυγο μία σειρά από αποστολές. Οι περιπτώσεις αυτές ανήκουν στον κύκλο των παραμυθιών της πεντάμορφης.
Η επαναστατικότερη γυναικεία παρουσία του παραδοσιακού παραμυθιού βρίσκεται στο παραμύθι του «Κυρ Σιμιγδαλένιου». Σε αυτό η ηρωίδα διαθέτει ένα μοναδικό για την εποχή προνόμιο· έχει τη δυνατότητα να διαλέξει η ίδια το μελλοντικό της σύζυγο. Πρόκειται για μία αντιστροφή των ρόλων ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα, όπου τη δράση αναλαμβάνουν οι γυναίκες και ο άνδρας κρατά μόνο ρόλο διακοσμητικό. Το ερώτημα που ανακύπτει διαβάζοντας τον «Κυρ Σιμιγδαλένιο» είναι αν τέτοια γυναικεία πρότυπα είναι σε ένα βαθμό ρεαλιστικά ή αν απλώς ωραιοποιούν μία κατάσταση τελείως διαφορετική. Η αλήθεια πρέπει να βρίσκεται κάπου στη μέση. Η μειονεκτική θέση της γυναίκας γενικά στο παραμύθι, κατά πάσα πιθανότητα αποτελεί απεικόνιση της πραγματικότητας, ταυτόχρονα όμως υποδηλώνει την πρόθεση να ξεπεραστεί μία βιωματική κατάσταση. Στο συγκεκριμένο παραμύθι η υπεροχή της ηρωίδας πιθανόν να ωραιοποιεί τη θέση της γυναίκας, ενδέχεται όμως και να αντανακλά κάποια προνόμια που έχαιρε τότε ο γυναικείος πληθυσμός. Υπάρχει, βέβαια, και η περίπτωση τέτοιου είδους παραμύθια, όπως είναι Ο Σιμιγδαλένιος, -αντίστοιχα υπάρχουν και στη συλλογή των Grimm- να υποδηλώνουν μια χιουμοριστική διάθεση του εκάστοτε συγγραφέα που κοροϊδεύει σε ένα μεγάλο βαθμό την αντιστροφή των ρόλων ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα.
Ο τρίτος ρόλος της γυναίκας του παραμυθιού είναι αυτός της συζύγου. Η γυναίκα ως σύζυγος είναι αιώνια υποταγμένη στον άνδρα της. Ζει κάτω από τη σκιά του, σχεδόν ποτέ δεν του αντιτίθεται· αντίθετα είναι πάντα στο πλευρό του για ό, τι αυτός χρειαστεί, έτοιμη να υπακούσει στις εντολές του και να κάνει πραγματικότητα τις επιθυμίες του. Όταν αυτός πρόκειται να πάρει κάποιες σημαντικές αποφάσεις, του δίνει συμβουλές. Αυτός όμως που τελικά αποφασίζει και αναλαμβάνει την ενεργό δράση είναι ο άνδρας. Η συνολική πρωτοβουλία της γυναίκας περιορίζεται μόνο στο να τον συμβουλεύει και να τον ενισχύει ψυχικά. Για χάρη του συζύγου της είναι πολλές φορές αναγκασμένη να ανέχεται δοκιμασίες, που μοναδικό σκοπό έχουν την απόδειξη της τιμιότητας της και της πίστης της. Υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις γυναικών που η συμπεριφορά τους είναι απαράδεκτη και ανεπίτρεπτη. Η απιστία είναι η πιο συνηθισμένη απ’ αυτές τις συμπεριφορές. Η συχνότητα εμφάνισης της άπιστης γυναίκας στα παραδοσιακά παραμύθια είναι εντυπωσιακή σε σχέση με αυτή του άνδρα. Αυτή η υπερβολική κριτική διάθεση της γυναικείας παρεκτροπής εκφράζει ολοφάνερα το συλλογικό μισογυνικό πνεύμα της παραδοσιακής κοινωνίας της εποχής εκείνης.
Οι σχέσεις ισοτιμίας και ισότητας ανάμεσα στα δύο φύλα είναι ανύπαρκτες. Η γυναίκα είναι περιορισμένη στο ρόλο της νοικοκυράς και της μητέρας και ποτέ δεν ανακατεύεται στις υποθέσεις του συζύγου της. Είναι αποκλεισμένη από κάθε είδους εξουσία και βρίσκεται στο περιθώριο της κοινωνίας.
Ανάμεσα στους συζύγους οι διαπροσωπικές σχέσεις απουσιάζουν. Η γυναίκα σπάνια αρθρώνει λόγο ή δείχνει τα συναισθήματα της μπροστά στο σύζυγο. Ο άνδρας είναι ο κυρίαρχος και θεωρεί τη γυναίκα κτήμα του. Η συμπεριφορά του απέναντι της δεν είναι πάντα η πρέπουσα. Συχνά την μαλώνει, την βρίζει και την ξυλοκοπεί. Η κακοποίηση της γυναίκας μέσα στο γάμο σαφέστατα μαρτυρεί την υποτακτική και εξαρτημένη θέση της στην παραδοσιακή κοινωνία.
Βέβαια δεν μπορούμε να παραβλέψουμε και την άλλη όψη των συζυγικών σχέσεων. Αν και όχι συχνά, ωστόσο σε κάποια παραμύθια οι σχέσεις ανάμεσα στο ζευγάρι είναι φιλικές, όχι όμως και ισότιμες. Οι δύο σύζυγοι κάποιες φορές βοηθούν ο ένας τον άλλο, αλληλοϋποστηρίζονται και συζητούν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν μέχρι να βρουν κάποια λύση. Επίσης συμβαίνει κάποιες φορές ο σύζυγος να φέρεται τρυφερά και με αγάπη προς τη σύζυγο του. Ωστόσο οι περιπτώσεις αυτές δεν μπορούν να αλλάξουν το γενικό συμπέρασμα που συνάγεται για την εικόνα της γυναίκας μέσα στα παραμύθια.
Η γυναίκα του παραδοσιακού παραμυθιού είναι σε κάθε περίπτωση κατώτερη από τον άνδρα. Ζει σε μία κοινωνία ανδροκρατούμενη, που την αντιμετωπίζει με καχυποψία και είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμη να την κατακρίνει και να την καταδικάσει. Η μειονεκτική θέση του γυναικείου φύλου εκφράζεται και μέσω της γλώσσας των παραμυθιών. Όταν οι συγγραφείς- αφηγητές των παραμυθιών αναφέρονται στη γυναίκα χρησιμοποιούν το ουδέτερο γένος, σαν να μιλούν για πράγματα.
Χωρίς να υποτιμούμε άλλους παράγοντες -όπως παράδοση, θρησκευτικές πεποιθήσεις κ.α- θεωρούμε πως τα παραδοσιακά παραμύθια αποτυπώνουν τις αρχές και το αξιακό σύστημα των κοινωνιών τους και άρα φέρνουν στο φως πολλά στοιχεία για την εικόνα της γυναίκας στην παραδοσιακή κοινωνία. Αν και το τελικό συμπέρασμα που συνάγεται μέσα από τη μελέτη τους είναι ότι η παραδοσιακή κοινωνία υποδεικνύει για τη γυναίκα μία φόρμουλα ζωής που καθορίζεται από τις επιθυμίες και τα συμφέροντα του άνδρα, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε και τις εξαιρέσεις που ανατρέπουν ως ένα σημείο την καθολικότητα αυτής της άποψης.
Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ – Φωτεινή Η. Χαρίτου