Μια μέρα στη ζωή του υπέροχου Colin Firth, ενός Άγγλου καθηγητή σε Αμερικάνικο πανεπιστήμιο. Μόνο που είναι η μέρα που θέλει να τελειώνει την ζωή του γιατί πέθανε ο εραστής του, η σχέση του τα προηγούμενα 15 χρόνια.
Η ταινία είναι άψογη. Αισθητικά. Αρχίζει συναρπαστικά σαν κινηματογραφική ματιά, προσοχή στη λεπτομέρεια, φωτογραφία, όλα έτοιμα. Ο ήρωας περνάει ένα ένα όλα τα πράγματα στην ζωή του και κανένα δεν έχει αρκετή αξία για να τον κρατήσει. Ένα ένα. Όλα. Αργά και βασανιστικά, γλυκόπικρα.
Και βαρετά.
Γιατί η ταινία δεν πείθει πουθενά και σε τίποτα. Νομίζω ότι πιο πολύ πάθος βγάζουν τα κοντινά των ρούχων και των μανιτεκόκουμπων, παρά των ανθρώπων. Μπορεί να λατρεύουμε όλοι τον Colin Firth, μπορεί να παίζει τέλεια τον Άγγλο γκέι με απωθημένα, μπορεί να μας τσακίζει όταν δακρύζει, αλλά δεν έχει κάτι παραπάνω να δώσει το έργο. Μια σκηνή που θα μπορούσε να μείνει στην ιστορία (όταν είναι στην τουαλέτα) ξεφτιλίζεται από ένα κακοστημένο flashback και συμβολισμούς τόσο έντονους ώστε να θες να ξεράσεις. Στη μανία του σκηνοθέτη να στήσει ιδανικά σκηνικά σαν διαφημιστικά για οίκο μόδας ή Γαλλικό άρωμα, παρουσιάζει τελείως μη ρεαλιστικές καταστάσεις με τεμπέλικες αναφορές τελείως επιφανειακές. Όχι μη ρεαλιστικές με νόημα. Απλά άχρηστες, φλύαρες και πλαδαρές. Που τα βρήκε τόσα λεφτά; Δεν μας λέει.
Όλα είναι τέλεια γύρω του σαν καρικατούρα αλλά χωρίς κοινωνικό σχόλιο, ένα πασάλειμμα περί φόβου και αμερικάνικου ονείρου που είναι προσβολή στα τόσα έργα που το έχουν γκρεμίσει καλύτερα, εντονότερα και πιο αληθινά. Δεν πετάς απλά μια Κούβα ή μια ατάκα για πυρηνικά για να κάνεις το καθήκον σου έτσι στα ελαφρά κόντρα στον καπιταλισμό ή ότι άλλο νομίζεις ότι είναι της μοδός να κάνεις ότι σκέφτεσαι σε βάθος αυτόν τον καιρό. Εμφανίζει το όπλο κάθε τόσο για να μας κρατήσει στην τσίτα.
Η σχέση του με τον εραστή που πέθανε επίσης τζούφια. Έρχεται σε flash back ακριβώς σαν διαφημιστικό για ρούχα ή ξυράφια. Πάει να γίνει αισθησιακό και αλλάζει γνώμη. Τους βάζει ξαφνικά σε ασπρόμαυρα βράχια χωρίς λόγο, χωρίς σκοπό. Χίλιες φορές Brokeback mountain. Την δε Juliane Moore ακόμα χειρότερα την στέλνουν στην Β’Εθνική των ρόλων καρικατούρα με το σενάριο. Η καλύτερή της σχέση ήταν με έναν γκέι που ετοιμάζεται να αυτοκτονήσει. Θα μπορούσε να γίνει ταινία με αυτό το θέμα. Αυτή δεν είναι η ταινία όμως που θα το κάνει, απλά αντιγράφει ότι έκανε στο Boogie Nights, ξεπέτα χωρίς βάθος κι αυτή.
H απειρία του σκηνοθέτη φαίνεται σε σημεία, κυρίως όταν ασχολείται τόσο πολύ να καδράρει όμορφα κάτι ώστε να αγνοεί το κοινό τελικά. Δεν ξέρει πως να δημιουργήσει μια σκηνή με νόημα μέσα στο κάδρο. Τόσο το μοντάζ όσο και η μουσική δυστυχώς πέφτουν στην ίδια παγίδα.
Είναι λυπηρό και εκνευριστικό ταυτόχρονα. Ήθελα να συγκινηθώ, να ζήσω το δράμα του, αλλά ακόμα και με τέτοιες κορυφαίες ερμηνείες, ο Tom Ford απέτυχε παταγωδώς. Αν ήθελε να μας συγκλονίσει με την κρίση μέσης ηλικίας του ίδιου, το μόνο συγκλονιστικό είναι πόσο βαρετός ήταν. Ποτέ δεν έχει σκεφτεί σοβαρά την αυτοκτονία και ποτέ δεν θα την σκεφτεί. Πήρε κάτι πανανθρώπινο και το έκανε ντεκόρ για τα κοστούμια του.