Κάθονται λοξά μου… Κάτω από 30, εμφάνισης συνηθισμένης, μα χαρούμενες και γελαστές, κρατούν πολλές τσάντες, έχουν μακριά μαλλιά που τα τινάζουν κάθε τόσο και μιλούν για το πόσο ευχαριστημένες είναι για τα ωραία ψώνια που έκαναν, για το πώς έχουν ξανανέβει έτσι οι τιμές, ενώ οι μισθοί δεν έχουν αλλάξει κι άλλα τέτοια, όλα ευγενικά, καλόγνωμα, με ωραία άρθρωση και σωστά ελληνικά.
Ώσπου ξαφνικά κοιτιούνται, σκάνε στα γέλια κι αρχίζουν να διηγούνται μιαν άλλη ιστορία: για το πώς περιέπαιζαν για ώρα νεαρή στρουμπουλούλα πωλήτρια σε κατάστημα ρούχων, προτρέποντάς τη να βγάλει σώνει και καλά τη… φούστα της, γιατί ήθελαν (τάχα) πολύ να τη δοκιμάσουν και να την αγοράσουν – («λες και θα μας έκανε εμάς η φούστα “αυτηνής”») – και πώς τελικά παραλίγο να την καταφέρουν «να μείνει με το βρακί».
Και να, ξανά γέλια κακαριστά, μαζί με άλλες λεπτομέρειες από το βασανισμό της κοπέλας, κι όλα αυτά χωρίς να κουνήσουν βλεφαρίδα, δίχως καμία (συν)αίσθηση ντροπής, χωρίς ν’ αλλάξει στο ελάχιστο η «μάσκα» του καλόγνωμου, του μειλίχιου και του (ντεμέκ) ευγενικού – λες και διηγούνταν μια ευχάριστη ιστορία για όλη την οικογένεια.
Τελικά το bullying δεν φυτρώνει μόνο στα σχολεία ούτε έρχεται πάντα από κει που το περιμένεις!
(Ανατριχιάζω…)