– Οι ιστορίες, τα πρόσωπα, και οι τοποθεσίες που περιγράφονται από τους συγγραφείς είναι αποτέλεσμα μυθοπλασίας. Οιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα και καταστάσεις είναι απλά συμπτωματική και ως τέτοια πρέπει να εκλαμβάνεται. Σκύλοι, γάτες, άλογα, και γνωστές, αλλά μη εξαιρετέες, ‘κότες’ που χρησιμοποιήθηκαν ή θα χρησιμοποιηθούν στο μέλλον από το συγγραφικό δίδυμο χαίρουν άκρας υγείας –
***
BARMAN:
Πώς θα αντιδρούσατε σε μια ενδεχόμενη απιστία του/της αγαπημένου/ης σας;
Είστε μήπως από εκείνους που ούτε που θα ήθελαν να σκεφτούν κάτι τέτοιο, τύπου: “Η δική μου η γυναίκα; Με τίποτα!” – ή μήπως… “Ποιος;; Ο αντρούλης μου;; Δεν έχει μάτια για άλλη!” – Οκ! Αλλάξτε πλευρό τώρα γιατί ήρθε η ώρα να επανέλθετε στην πικρή, σκληρή πραγματικότητα! Ξανασκεφτείτε το τουλάχιστον γιατί τα ίδια πίστευε και ο Edward Sumner (Richard Gere) ώσπου η απιστία του χτύπησε την πόρτα! Ναι, του Ρίτσαρντ του Γκηρ! Όχι του Μήτσου απ’ τα Πατήσια!
Αυτός και η σύζυγος του που λέτε (Connie/Diane Lane) είναι παντρεμένοι και ζουν στα προάστια της Νέας Υόρκης με το μικρό βλαστάρι τους. Η στερεότυπη οικογενειακή ζωή έχει αρχίσει να προξενεί πλήξη στην Connie η οποία συμπτωματικά (…άμα σου είναι γραφτό) θα “πέσει” (κυριολεκτικά και μεταφορικά) πάνω σε ένα νεαρό και όμορφο νεαρό που ακούει στο όνομα Paul Martel (Θεός ο Olivier Martinez), ο οποίος θα γίνει το αντικείμενο του ερωτικού της πάθους. Επειδή όμως, ο άλλος Θεός – ο κανονικός – αγαπάει την άπιστη αλλά αγαπάει και τον κερατά (κατά παράφραση της γνωστής παροιμίας), ο σύζυγός της θα αρχίσει να υποπτεύεται το “παιχνίδι” που παίζεται πίσω από την πλάτη του και θα αναθέσει σε έναν ιδιωτικό ντετέκτιβ την παρακολούθηση της γυναίκας του. Έτσι όλα θα πάρουν τον μοιραίο δρόμο τους!
Ο σκηνοθέτης Adrian Lyne συνεχίζει να βαδίζει στα μονοπάτια που ανέκαθεν προτιμούσε (Ολέθρια Σχέση και 9 1/2 εβδομάδες), ωστόσο η ταινία δεν αποτελεί τίποτα το νέο που δεν έχουμε ξαναδεί αν εξαιρέσεις τις ερωτικές σκηνές της Λέιν που δεν μας είχε συνηθίσει σε τέτοια κόλπα!
Το cast σαρώνει. Ο Richard Gere στέκεται στο ύψος των περιστάσεων. Ο Martinez να τον πιεις στο ποτήρι…και οι δεύτεροτρίτοι ρόλοι μαγνητίζουν. Εκείνη που κλέβει την παράσταση όμως όπως προείπαμε είναι η Diane Lane! Εκφράζει τόσο πιστά τα συναισθήματα που νιώθει ο χαρακτήρας της, που σου δίνει την εντύπωση πως έχει βιώσει η ίδια κάτι ανάλογο. Η πάλη των συναισθημάτων μέσα της διαγράφεται μοναδικά. Χαρακτηριστική η σκηνή του τρένου όπου άλλοτε χαμογελάει και άλλοτε κλαίει φέρνοντας στο μυαλό της τις στιγμές πάθους που προηγήθηκαν στο διαμέρισμά του εραστή της.
Αν είσαι άπιστη, ξέρεις.
Η ζωή αντιγράφει το σινεμά λοιπόν ή το αντίστροφο; Η δική μου παντρεμένη με θέλει. Της λείπω. Μου το υπενθυμίζει κάθε μέρα. Δεν είχε ξαναβιώσει κάτι παρόμοιο εδώ και χρόνια. Της ξύπνησα συναισθήματα και ορμόνες που νόμιζε ότι είχε χάσει. Έτσι λέει.
Την πιστεύω.
Ο γάμος τα σκοτώνει όλα αυτά και αν δεν τα σκοτώνει τα μετριάζει σε βαθμό που νιώθεις ότι ξοδεύεσαι σε μια ζωή που σε προσπερνάει και στην οποία δεν ανήκεις ολοκληρωτικά πλέον. Αγαπάει τον αντρούλη της βαθιά. Ως σύντροφο και συνοδοιπόρο στην ζωή. Το κοριτσάκι της είναι ότι πιο σημαντικό έκανε ποτέ. Κάτι όμως λείπει. Κάτι έχει βαλτώσει. Ναι, σωστά. Το πάθος. Η καύλα!
Enter Barman.
Μπαίνω στην ζωή της κατακτητής και τα σαρώνω όλα! Την διεκδικούσα χρόνια βλέπεις. Με ευγένεια. Φλερτ από απόσταση. Ηλεκτρονικά κυρίως. Ατάκες όλο νόημα. Ετοιμόλογος σε βαθμό ιδιοφυΐας με συναισθηματική νοημοσύνη που ταράζει τους αδαείς και τους αγάμητους. Ξέρω τι θα με ρωτήσει από πριν. Έχω έτοιμες τις απαντήσεις για κάθε περίσταση. Της έδωσα να καταλάβει ότι θα μπλέξει γλυκά. Ότι θα της γίνω απαραίτητος. Της το είπα απ’ την αρχή. Γέλασε σχεδόν κυνικά με την υπέρμετρη αυτοπεποίθηση μου. Το πυρηνικό μου όπλο σε συνδυασμό με μια Ιώβεια υπομονή. Μετά από μήνες το παραδέχτηκε.
Βλέπεις δεν βιάστηκα ποτέ να κάνω κάποια γυναίκα δική μου.
Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα υπέμεινα πολλά περιμένοντας σαν κόμπρα την κατάλληλη στιγμή για να χτυπήσω. Μήνες, ακόμη και χρόνια! Δεν μπορώ να θυμηθώ ειλικρινά γυναίκα – πέρα από μια Θεσσαλονικιά θεά που μου ξεγλιστράει σαν χέλι, προς το παρόν θα πω – που να θέλησα πραγματικά και να μην έγινε δική μου.
The long game που λένε και στο Αμέρικα.
Όποιος βιάζεται σκοντάφτει και στην προκειμένη χάνει το κορμί πατριώτες! Τι ζητάω εγώ απ’ όλα αυτά θα με ρωτήσεις… Τι ψάχνω! Τι με γεμίζει, πέρα από το κυνήγι αυτό καθ’ αυτό που με κάνει να νιώθω ανίκητος;
Νομίζω πως πλέον δεν χρειάζομαι την επιβεβαίωση.
Στα σαράντα μου χρόνια έχω πάει με όσες γυναίκες έχουν πάει όλοι μου οι φίλοι μαζί, πολλαπλασιασμένες επί τουλάχιστον τρία και με κάποιες από αυτές βίωσα και πραγματικό έρωτα! Άρα… τι μένει; Νομίζω δύο επιλογές μόνο για την επόμενη και ίσως πιο σημαντική δεκαετία της ζωής μου: είτε ένας σαρωτικός έρωτας σε συνδυασμό με τον γιο που πάντα ονειρευόμουν… άνευ γάμου – ποτέ νομίζω δεν ήθελα να παντρευτώ – είτε μια ολοκληρωμένη σχέση βασισμένη σε αλήθεια, ειλικρίνεια και αγάπη! Πρόσθετα αλλά απαραίτητα επιπλέον στοιχεία το καλό σεξ, το πολύ γέλιο, τα συχνά ταξίδια and last but not least… το πολύ σινεμά!
Ααα, όλα κι όλα! Η μόνη ερωμένη που δεν με πρόδωσε ποτέ σε όλα μου τα χρόνια ήταν η μεγάλη οθόνη και δεν την κάνω πέρα για καμία τους.
Πως να σκέφτεται όμως αυτή; Δεν την νοιάζει που θα πάει όλο αυτό; Απλά το ζει; Εγώ απ’ την άλλη; Τι κάνω στα σαράντα μου με μια παντρεμένη; Αυτή… οκ. Δεν το πολύ σκέφτεται ας πούμε. Ακόμη και όταν το σκέφτεται όμως νιώθει δειλή για όλα όσα ονειρεύεται μαζί μου. Ακόμα και στις σκέψεις της, μαζεμένη. Δεν πρόκειται να θυσιάσει ποτέ την σιγουριά της. Δεν θα κριθεί ποτέ από καμία γαμημένη κοινωνία ως αυτή “που παράτησε άντρα και παιδί” για να ζήσει τον έρωτα της. Για να γαμιέται θα πουν οι γνωστές κακογαμημένες του κύκλου της.
Θέλει όμως να το ζήσει.
Το χρειάζεται όπως η έρημος μια όαση. Όπως το τσιγάρο μετά το σεξ! Όπως τα μακαρόνια με κιμά χρειάζονται το κεφαλοτύρι ρε αδερφέ! Απ την άλλη επιθυμεί αποκλειστικότητα. Ψάχνεται:
Ποια σου έκανε λάικ στο Φεϊσμπουκ;
Με ποια κάνεις τσατ;
Γιατί δεν μου έστειλες καληνύχτα χτες βράδυ… και το σημαντικότερο: Αυτή την έχεις πηδήξει; Γιατί τέτοια άνεση μαζί σου;
Με ρωτάει το πρωί – με τακτ. Το πάει γύρω-γύρω όπως κυκλώνουν οι λύκοι τα θηράματα τους. Προσπαθεί να μάθει ενώ ξέρει ότι δεν έχει κανένα δικαίωμα επάνω μου. Τι εννοείς γιατί; Γιατί δικαιώματα έχουμε μόνο στις βασικές σχέσεις μας. Όχι στους γκόμενους και στις καβάτζες! Αν δεν θέλεις να σε ρωτήσει το τεκνό κάθε πότε πηδάς τον αντρούλη ή την γυναικούλα σου απλά κάνε τον μαλάκα και μην ανακατεύεις την σάλτσα. Μια χαρά δεμένη είναι. Εξυπηρετεί τον σκοπό της. Να δίνει γεύση.
Ας επανέλθω όμως…
Τι θέλω εγώ απ’ όλο αυτό; Έχω ενοχές; Γιατί να έχω; Δεν κερατώνω εγώ τον άντρα της… ούτε φιλάω με το ίδιο στόμα που φιλάει εμένα το παιδί της! Γιατί δεν ψάχνω να βρω μια νορμάλ – ηλικιακά τουλάχιστον – κοπελίτσα και να τα κάνω όλα με αυτήν; Η απάντηση είναι απλή αλλά ταυτόχρονα και περίπλοκη: Την θέλω δίπλα μου για όσο αυτό διαρκέσει. Για όσο τραβήξει. Θέλω και γω να το ζήσω.
Μέχρι να ‘ρθει η επόμενη.
Αυτή με την οποία θα τα κάνω όλα. Ίσως κιόλας να είναι ήδη εδώ και να καθυστερώ εσκεμμένα για να δω μέχρι πού μπορεί να φτάσει όλο αυτό!
Ως τότε η κάθε μέρα μαζί της είναι ξεχωριστή και η ζωή θα συνεχίζεται. Μοιρασμένη. Διχασμένη. Μέχρι την μόνη μαθηματική βεβαιότητα που έχουν όλα.
Μέχρι το τέλος.
ROBIN:
Μέχρι το τέλος; Χμμ.
Κάποτε, αγαπημένε μου Barman, ήμουν ακόμη πιο μικρός, και άμυαλος και ανώριμος απ’ ότι με έχουν κατηγορήσει ότι είμαι οι πλέον, μοιραίες γυναίκες της μικρής, ανώριμης ζωής μου.
Στα δεκαπέντε μου χρόνια είχα δηλώσει ότι θα ήμουν “για πάντα” ερωτευμένος με τον τότε εφηβικό μου έρωτα, και ότι δεν θα είχα μάτια ποτέ για καμία άλλη γυναίκα. Θεωρούσα την απιστία ύψιστη ύβρις σε μια σχέση: ότι οι άνθρωποι που έπαιρναν μέρος σε αυτήν ως πρώτο, δεύτερο, τρίτο, τέταρτο πρόσωπο αποτελούσαν τα αποβράσματα μιας ελεεινής, κυνικής, αδιάφορης κοινωνίας που πουλούσε φθηνά το νόμισμα του απόλυτου έρωτα και της δύναμης της ευσυνείδητης αφοσίωσης σε έναν άνθρωπο, και το αντάλλαζε με το εύκολο σεξ, την καύλα της παρανομίας, και το στιγμιαίο (ή έστω μερικές φορές και λίγο μεγαλύτερης διάρκειας) πάθος.
Αυτή η κοπελίτσα, η περίφημη Τσέχα που σου έχω ξανά αναφέρει; Στα είκοσι μας βρήκε άλλον γκόμενο όταν αυτή πήγε να σπουδάσει στην Πράγα.
Κατανοητό.
Αλλά της βγάζω το καπέλο Barman, διότι είχε το σθένος πριν την καρφώσει ο επόμενος στα τέσσερα, να πάρει το αεροπλάνο και να έρθει στην Αθήνα να με βρει. Περάσαμε τέσσερα τελευταία βράδια μαζί και ήταν απολύτως ξεκάθαρη μαζί μου από την πρώτη στιγμή της άφιξης της. Το βράδυ που έφτασε, τα νεαρά, ημί-παρθένα ακόμη κορμιά μας ήταν μπερδεμένα το ένα με το άλλο, και αυτή μόλις είχε ζήσει τον δεύτερο συνεχόμενο οργασμό (σ.σ. και εκεί ήταν που έμαθα ότι το Boze! Boze! σημαίνει Θεέ μου! Θεέ μου!) όταν με κοίταξε στα μάτια:
“Έχω γνωρίσει άλλον – και θέλω να είμαι μαζί του. Δεν ήθελα να γίνει κάτι ενώ ήμασταν ακόμη μαζί εμείς οι δυο, και ήθελα να έρθω εδώ να σε δω και να με δεις και να σου πω από κοντά το αντίο.”
Βεβαίως στεναχωρήθηκα. Ράγισε η καρδιά μου! Αλλά όσο θα περνούσε ο καιρός, τόσο θα σεβόμουν το θάρρος της που είχε έρθει από την Πράγα στην Αθήνα για να με κοιτάει στα μάτια όταν θα μου έλεγε ότι υπάρχει άλλος άντρας πια στην καρδιά της.
Ήταν κίνηση μιας γυναίκας με αρχίδια.
Και ήταν μόλις είκοσι χρονών.
Κάθε σχέση μου έκτοτε, είτε μικρή είτε μεγάλη, δεν έχει ακόμη καταφέρει να φτάσει αυτή την αγνότητα του πρώτου έρωτα: αυτού που πιστεύεις στο “για πάντα”, που ελπίζεις σε ένα έρωτα που μονάχα ο θάνατος πρόκειται να σας χωρίσει…
Η αποκορύφωση της εμπειρίας μου με την απιστία ήρθε με την μορφή μιας γυναίκας που είχε την ικανότητα να με κάνει να τα βλέπω συγχρόνως μαύρα και ροζ. Η τέλεια ανάμειξη θανάτου και ζωής – έρωτα και απελπισίας.
Όπως πολλές μεγάλες απιστίες ξεκίνησε ήσυχα και ήρεμα με αυτόν τον μεγάλο διάολο που λέγεται Φεϊσμπουκ. Με like και με poke. Που μετά έγιναν τσατ στο, τότε, Inbox. Που αυτά μετά έγιναν, “στείλε μου μια φωτογραφία σου να σε δω να χαμογελάς.” Και αυτό έγινε, “πάμε για καφέ;” Που έγινε, “πάμε για ποτό;”
Που έγινε… “όχι, όχι με γλώσσα – Γιώργο έχω σχέση.”
Και η σχέση έγινε, “Γιώργο – μου ζήτησε να τον παντρευτώ.”
Και το “όχι με γλώσσα,” έγινε, “θέλω να με πάρεις από πίσω”.
Και ο αρραβώνας έγινε, “Γιώργο – σε δύο ώρες παντρεύομαι.”
Και το “θέλω να με πάρεις από πίσω,” έγινε τελικά, “θέλω να τελειώσεις μέσα μου.”
Και θυμάμαι την τελευταία φορά που βρεθήκαμε στο σπίτι μου.
Ήταν προς το τέλος του καλοκαιριού έσταζε ο ιδρώτας του ενός επάνω στον άλλον. Εκείνη δεν φορούσε τίποτα άλλο παρά την βέρα του γάμου της και, βεβαίως, το τεράστιο μονόπετρο που της είχε χαρίσει ο σύζυγος, και ήταν εντελώς γυμνή και ευάλωτη από πάνω μου. Φαντάσου ότι ήταν και αξύριστη, προφανώς ειλικρινά δεν περίμενε ότι από άλλο ένα αθώο “τελευταίο καφέ για αντίο” θα καταλήγαμε ξανά γυμνοί στα σεντόνια με το μαύρο ολόσωμο εσώρουχο της να διακοσμεί το κομοδίνο μου, και να μας κοιτάζει λίγο αυστηρά, λίγο λυπημένα, λίγο πειραχτήρικα ο Ζορμπάς από το εξώφυλλο του βιβλίου του.
Όταν μπήκα μέσα της – για πρώτη φορά μετά από ένα χρόνο που παλεύαμε με τις σκιές μας, που για ένα χρόνο χορεύαμε ο ένας γύρω από το άλλον – δάκρυσε. Δάκρυσε Barman σαν την ζωντοχήρα.
Όσο κι να ζήσω δεν μπορώ να ξεχάσω αυτόν τον ήχο.
Τα δάκρυα της ήταν καυτά και χοντρά και την ρώτησα αν ήθελε να σταματήσουμε αλλά μου ψιθύρισε “όχι – σε θέλω, μας θέλω τόσο πολύ, μη σταματάς” και ξέσπασε επάνω στο σώμα μου με όλη την πεπιεσμένη καύλα, όλο τον απαγορευμένο πόθο που έκρυβε μέσα της τέσσερα ολόκληρα χρόνια.
Εν μέρει δεν ξέρω πως τα κατάφερνε τόσα χρόνια: από την σχέση στον αρραβώνα, από τον αρραβώνα στον γάμο – και σε όλη την διάρκεια να καταπιέζει μέσα της αυτό το “σε θέλω”.
Από το άγχος και τις τύψεις της εκείνο το βράδυ την έπιασαν σπασμοί – άνοιξε η μύτη της και έτρεχε αίμα. Τα σεντόνια κοκκίνισαν όπως και η μαξιλαροθήκη μου και πήγαν όλα μαζί στα σκουπίδια – και για μένα έπρεπε να είχαμε πετάξει και την βέρα της μαζί με αυτά.
Έτρεχα με το αμάξι στην Εθνική ημίγυμνος και αυτή κρατούσε σφιχτά το στομάχι της και υπέφερε απ’ τους πόνους. Κρατούσε σε μια γροθιά τα ματωμένα χαρτομάντιλα. Το βλέμμα της ατένιζε το άπειρο.
Θα ήταν από τις τελευταίες φορές που θα την έβλεπα: μέσα στα αίματα και στα δάκρυα και στις μύξες να ανεβαίνει κουτσά στο σπίτι τους, να περιμένει τον σύζυγο της να έρθει μετά την δουλειά για να την πάει στο νοσοκομείο.
Αυτή δεν το έμαθε ποτέ, αλλά έμεινα μια ώρα κρυφά στο αμάξι, γυμνός από την μέση και επάνω, να περιμένω να βεβαιωθώ ότι ήρθε ο δικός της και ότι φύγανε μαζί – ότι όλα ήταν καλά.
Μαλάκα Barman… μπορεί να είμαι μικρός, και άμυαλος, και ανώριμος αλλά ξέρεις τι έχω μάθει; Είναι μεγάλη πίκρα να είσαι απόλυτα ερωτευμένος με έναν άνθρωπο που είναι ανήμπορος να σε αγαπήσει.
Ελπίζω ειλικρινά να μην το νιώσετε ποτέ. Ακούστε με: δεν αξίζει. Οι παντρεμένοι ελάχιστα και σπανίως θα κάνουν κάτι για αυτό, και δεν έχουν την δύναμη να ανατρέψουν τις κούφιες, τρύπιες ζωές τους.
Όλα έδειχναν από την αρχή έναν βλακώδη έρωτα ολέθριο – απ’ αυτούς που γράφουν στα Άρλεκιν ή στις μαλακισμένες Πενήντα Αποχρώσεις.
Μια σχέση τσο και λο με μπόλικο τσο και άπειρο λο (σ.σ. πουΤΣΟ & ξύΛΟ – μια ευγενική προσφορά της Θ.13 για τους αδαείς).
Όχι πια έρωτας μόνο σεξ.
Όχι πια φίλοι μόνο στοματικό.
Οι απιστίες και οι στιγμιαίοι έρωτες ανθίζουν το καλοκαίρι, στις θάλασσες και στις ακτές και στα νησιά – και σβήνονται με την ίδια ευκολία που σβήνονται τα βλαμμένα “σ’ αγαπώ” που γράφουμε στην άμμο. Σε αυτά τα καλοκαίρια που “ήσουνα τόσο ΕΣΥ!” αλλά τελικά έρχεται ο Σεπτέμβρης να σου θυμίσει ότι ήσουν τόσο τζούφια – ένα τρύπιο μηδενικό που επάνω στην λύπηση σου για έναν άνθρωπο είπες να δοκιμάσεις μπας και γεμίσεις με το σώμα σου τα κενά του και καταλαβαίνεις ότι δεν ήσουν παρά ένα προσωρινό μπάλωμα μιας αρρωστημένης κατάστασής.
Αλλά τώρα ΣΤΟΠ. Τέλος!
Τελειώνει και η σεζόν αγορίνα μου! Τώρα ξεκινάνε όλα τα καλά: τα σύννεφα, οι Κυριακές πριν την δουλεία, το κρύο και η βροχή…η βροχή ρε Barman. Που όλα τα ξεπλένει… ακόμη και τις απιστίες μας!
Ξεκινάνε οι πρώτες φθινοπωρινές βροχές – αυτές που μυρίζουν άρωμα γυναίκας και ελπίδα.
Και έτσι ξεκινάνε και οι καλύτερες σχέσεις: Σεπτέμβρη μήνα, με καλτσούλες, και τζάκι, και σινεμά – πολύ, πολύ σινεμά.
Καλό μας φθινόπωρο… και καλά μας ταξίδια Σκοτεινέ Ιππότη!
***
Ο Barman και ο Robin θα επιστρέψουν για μια τελευταία φορά στο επόμενο επεισόδιο της νέας στήλης του kissmygrass.gr, με ακόμη περισσότερο αλκοόλ, λάθη, και πάθη!
***
Και για όσους από εσάς μείνατε μετά τους τίτλους του τέλους, πάρτε ένα bonus από τους αγαπημένους σας υπερήρωες: οι hot σκηνές του Unfaithful που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ!