Ο περίφημος ανθρωπιστικός μονόλογος του Τσάρλι Τσάπλιν από την ταινία Ο Μεγάλος Δικτάτωρ
«ΛΥΠΑΜΑΙ, ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΝΑ ΓΙΝΩ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ. Δεν είναι δική μου υπόθεση. Δεν θέλω ούτε να βασιλέψω, ούτε να κατακτήσω κανέναν. Θα ήθελα να βοηθήσω όλο τον κόσμο, αν μπορούσα. Εβραίους, χριστιανούς, μαύρους, λευκούς.
ΟΛΟΙ ΕΠΙΘΥΜΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ, αυτή είναι η φύση των ανθρώπων. Να ζούμε με την ευτυχία των άλλων, και όχι με τη δυστυχία τους. Δεν θέλουμε ούτε να μισούμε, ούτε να περιφρονούμε. Περισσότερο κι από τις μηχανές, χρειαζόμαστε την ανθρωπιά…
ΑΚΟΜΑ ΚΙ ΑΥΤΗ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ, Η ΦΩΝΗ ΜΟΥ ΦΤΑΝΕΙ στα αυτιά εκατομμυρίων ανθρώπων, απελπισμένων γυναικών, παιδιών, που είναι θύματα ενός συστήματος που ξέρει μόνο να βασανίζει και να φυλακίζει αθώους ανθρώπους.
ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΜΕ ΑΚΟΥΝΕ, ΛΕΩ: ΜΗΝ ΑΠΕΛΠΙΖΕΣΤΕ. Η τωρινή μας δυστυχία δεν είναι παρά το πέρασμα της πλεονεξίας και της σκληρότητας εκείνων που φοβούνται την πρόοδο του ανθρώπου…
ΤΟ ΜΙΣΟΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΘΑ ΠΕΡΑΣΕΙ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΚΤΑΤΟΡΕΣ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ. Και η δύναμη που αφαίρεσαν από τον λαό θα επιστρέψει σε αυτόν ξανά. Όσο οι άνθρωποι πεθαίνουν, η ελευθερία δεν θα αφανιστεί ποτέ».
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ «Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΔΙΚΤΑΤΩΡ»: Βρισκόμαστε στο 1937 και ο Τσάρλι Τσάπλιν αρχίζει να δουλεύει σε μια νέα ταινία βασιζόμενος στην ομοιότητά του με τον Αδόλφο Χίτλερ. Έχει προηγηθεί ο θρίαμβος της ταινίας «Μοντέρνοι Καιροί» και στα πρώιμα στάδια της παραγωγής της νέας ταινίας το στόρι είναι διαφορετικό, καθώς εκείνη την εποχή ο Χίτλερ ήταν σύμμαχος της Αμερικής και κανείς δεν φανταζόταν την πορεία και τις θηριωδίες του ναζισμού. Η ταινία θα πάρει άλλη τροπή, όταν ο Τσάπλιν θα παρακολουθήσει την προπαγανδιστική ταινία «Ο θρίαμβος της θέλησης» της Λένι Ρίφενσταλ («Θεά του κινηματογράφου» για τον Φύρερ), που θα τρομάξει πολλούς κινηματογραφιστές με τον αντίκτυπό της και θα δώσει υλικό στον Τσάπλιν για να μιμηθεί τον Χίτλερ. Το δεύτερο γεγονός θα είναι η εισβολή στην Γαλλία, που τον ενέπνευσε να αλλάξει το τέλος και να συμπεριλάβει τον περίφημο μονόλογο ενάντια στους δυνάστες των λαών. Η ταινία θα γυριστεί τελικά το 1939 και θα κυκλοφορήσει ένα χρόνο αργότερα, όταν πλέον η ιδεολογία του Χίτλερ είναι ξεκάθαρη σε όλους. Ο ίδιος ο Τσάπλιν θα δηλώσει ότι «αν γνώριζε την πραγματική έκταση των κτηνωδιών των ναζί δεν θα διακωμωδούσε ποτέ τη δολοφονική τους παράνοια». Στην ταινία βρισκόμαστε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου ένας εβραίος κουρέας (Τσάρλι Τσάπλιν) τραυματίζεται πολεμώντας για το φανταστικό έθνος της Τομανία και μένει χρόνια σε ένα νοσοκομείο βετεράνων. Όταν θα επιστρέψει, ο Αντενόιντ Χίνκελ (επίσης, ο Τσάπλιν) έχει αποκτήσει απόλυτη δύναμη και έχει μετατρέψει την Τομανία σε μια αντισημιτική μηχανή πολέμου. Ενώ υπερασπίζεται το κουρείο του από μια επίθεση, ο κουρέας συναντά την όμορφη Χάνα (Πολέτ Γκοντάρ) και γίνεται άθελά του ο ήρωας του κινήματος αντίστασης που αναπτύσσεται στο γκέτο. Στο μεταξύ, ο Χίνκελ σχεδιάζει να κατακτήσει το γειτονικό έθνος του Ότσερλιχ και να γίνει Παγκόσμιος Αυτοκράτορας. Λόγω της ομοιότητάς τους, οι δυνάμεις της Τομανίας μπερδεύουν τον κουρέα με τον Χίνκελ, γεγονός που οδηγεί τον εβραίο κουρέα να απονείμει δικαιοσύνη. Η ταινία υπήρξε η πρώτη ομιλούσα του Τσάπλιν, απαγορεύτηκε από τους δικτάτορες της Ευρώπης Χίτλερ, Μουσολίνι και Φράνκο -ο Χίτλερ την είδε από περιέργεια-, προτάθηκε για 5 Όσκαρ και έγινε η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία της καριέρας του. Συμπεριλαμβάνεται στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου, σε αμέτρητες λίστες με τις καλύτερες ταινίες που έχουν γυριστεί, ενώ σκηνές όπως αυτή που ο Τσάπλιν χορεύει μπαλέτο με την υδρόγειο και το ανθρωπιστικό του μήνυμα έχουν μείνει στην ανθολογία του παγκόσμιου κινηματογράφου.