Είχαμε σχεδόν φτάσει. Άνοιξα το κινητό και έδωσα πέντε στα πέντε αστεράκια βαθμολογία στον οδηγό. Φώτισαν, κατακυρώθηκαν και πήγα να κλείσω το τηλέφωνο. Δεν πρόλαβα όμως. Μόλις είχε κάνει “μπλινγκ!” το κινητό του, είδε ότι τον είχα βαθμολογήσει και ξαφνικά το αμάξι άρχισε να κάνει τις πιο τρελές μανούβρες με ταχύτητα. Ανέβηκε στο πεζοδρόμιο, έκανε περιστροφή σαν ντοπαρισμένος αθλητής σε ασκήσεις εδάφους και έσκασε σε έναν φούρνο σπάζοντας όλα τα τζάμια. Και του αυτοκινήτου και του φούρνου. Ήμουν ανάποδα, με τζάμια στο στόμα, δύσκολα κατάφερα να βγω κάπως πολύ αργά και προσεκτικά.
Ο οδηγός είχε χτυπήσει άσχημα. Αν έχω μάθει δυο τρία πράγματα σε ταινίες, πέθαινε. Το ένα του μάτι δεν ξέρω που ήταν, το άλλο με κοιτούσε. Έκανε αυτήν την κίνηση που κάνουν και στα έργα. Ή ήθελε νερό ή να πει κάτι. Δεν είχα νερό, οπότε πλησίασα να ακούσω. Μόνο μην παραγγείλει αναψυκτικό. Πράγματι, κάτι έλεγε:
“Στάχυα μαλακά. Τώρα ε, βάλε βαθιά” κάτι ακόμα που δεν έβγαζα.
-Δεν σε ακούω φίλε, για πες το πιο αργά.
“Στα αρχίδια μου μαλάκα! Τώρα έβαλες βαθμολογία, οπότε θα οδηγάω όπως γουστάρω!”
Ξεψύχησε στα χέρια μου. Δηλαδή στα πόδια μου για να ακριβολογούμε, ακόμα κι αν έσκυβα δεν θα έφτανα μέσα στο διαλυμένο αμάξι να τον αγκαλιάσω. Και γιατί να τον αγκαλιάσω άλλωστε, ο άνθρωπος ήταν για δέσιμο. Τον άφησα για να μην μπλέξω και περπάτησα προς το γραφείο. Είχα κάνει ένα νέο σύστημα με τους κωδικούς όλων των υπολογιστών. Είμαι χρόνια υπεύθυνος μηχανογράφησης αλλά τώρα το σκέφτηκα. Κάθε μηχάνημα έχει μισή ντουζίνα κωδικούς, οι server ακόμα περισσότερους. Οπότε άρχισα με το όνομα της μάνας μου και την ημερομηνία γέννησης του Πετρολούκα Χαλκιά και σε κάθε κωδικό άλλαζα ένα νούμερο και ένα γράμμα. Καταπληκτικό σύστημα. Δεν έχω ιδέα τώρα πως να μπω σε οποιοδήποτε σημείο του δικτύου. Ξέχασα και το όνομα της μάνας μου, ούτε στο δικό μου δεν μπαίνω. Η απόλυση δεν ήταν έκπληξη.
-Λυπάμαι Κε Διευθυντά.
“Αλέκο θα είναι όλη η εταιρεία ανίκανη να λειτουργήσει για πολλές μέρες από αυτά που έκανες.”
-Ορίστε, πάρ’τε το όπλο και το σήμα μου.
Με κοίταξε με απορία.
“Μα, δεν είσαι αστυνομικός! Τι όπλο; Τι σήμα;”
Αφού δεν τα ήθελε, τα ξανάβαλα στην τσέπη και ξεκίνησα να φύγω. Στον διάδρομο είχα αφήσει κάτι μπριζόλες από σόγια και οικολογικό γιαούρτι μπας και πιάσω κάναν νεαρό προγραμματιστή. Δεν τους κάνω κάτι, μόλις τσιμπήσουν τους βάζω για λίγο να γράψουν κώδικα με το ζόρι και μετά τους αφήνω στο φυσικό τους περιβάλλον. Κατέβηκα πάλι στον δρόμο. Η αστυνομία και ένα νοσοκομειακό ήταν πιο κάτω στον οδηγό του Beat που πήγε να μου την φέρει. Θα τα πάρω πίσω τα πέντε αστεράκια που του έβαλα του καραγκιόζη. Έφτασα στην στάση. Ένας ηλικιωμένος κύριος ήθελε να πιάσει κουβέντα και άρχισε τα αστειάκια.
“Καλώς ήρθατε στην 4η στάση Αλίμου!” μου είπε με χαμόγελο και κέφι.
-Δεν έχω δει τα άλλα τρία, πειράζει;
Δίπλα είναι το νοσοκομειακό, προλαβαίνω να τον τερματίσω κι αυτόν πριν έρθει το λεωφορείο νομίζω.
O Αλέκος Γκονζαλεζίδης δεν έχει πάρει ακόμα Νομπέλ Λογοτεχνίας αλλά μια φορά είχε σκάσει ένα μεγάλο δυναμιτάκι στα χέρια του.