Σε όλες τις έρευνές τους, οι διάφορες στατιστικές αποδεικνύουν πως όλες οι αρχές μας οδηγούν στην οικογένεια. Στην οικογένεια, στη φωλιά που μας προστατεύει από τον άγριο έξω κόσμο! Με το σχολείο, που μας γεμίζει άγχος, την τηλεόραση, που καθημερινά μάς βομβαρδίζει με τραγωδίες, το μέλλον, που διαφαίνεται αβέβαιο, πού μπορούμε να καταφύγουμε για λίγη παρηγοριά; Στους δικούς μας, στην οικογένεια, που μας καθησυχάζει και που μας προστατεύει. Εστω κι αν συχνά η δική μας οικογένεια μας φαίνεται να απέχει πολύ από την ιδανική οικογένεια!
Όταν λέμε «οικογένεια», σκεφτόμαστε κατ’ αρχήν «ο πατέρας μου, η μητέρα μου, τα αδέρφια μου κι εγώ». Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε τους παππούδες και τις γιαγιάδες, τους θείους και τις θείες, τα ξαδέρφια, τα ανίψια! Η οικογένεια έχει μια ιστορία που άρχισε πολύ πριν από εσάς. Αναλογιστείτε, για παράδειγμα, πως οι παππούδες σας έζησαν την εφηβεία του πατέρα σας και της μητέρας σας! Οι γονείς σας να υπήρξαν άραγε τόσο καλοί μαθητές όσο απαιτούν να είστε εσείς; Ζούσαν με πάθος τις διάφορες καταστάσεις; Ο παππούς σας και η γιαγιά σας είναι σε θέση να σας πληροφορήσουν, να σας βοηθήσουν να χτίσετε με τους γονείς σας μια καινούρια σχέση και να σας κάνουν να τους δείτε με άλλο μάτι. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε από πού ερχόμαστε, ώστε να μπορούμε να επιλέξουμε πού θα πάμε. (Από το “Ψυχολογία, τι μου συμβαίνει“)
“Η μητέρα μου προσπάθησε να με πείσει πως τα πράγματα θα ήταν καλύτερα του χρόνου κι ότι θα έκανα νέους φίλους, όμως δεν το έχαψα. Σίγουρα στο λύκειο τα πράγματα θα χειροτέρευαν. Αντί να έχω εκατόν πενήντα συμμαθητές να μου κάνουν τη ζωή κόλαση, θα είχα εφτακόσιους. Κι αν μετρήσω και τους μαθητές στις μεγαλύτερες τάξεις, θα είχα χιλιάδες άτομα που θα έκαναν τα πάντα για να με ξεφτιλίσουν. Ήμουν βέβαιη: σε όλα τα σχολεία της πόλης μού είχε βγει το όνομα. Ήμουν το «καρφί».
Οι γονείς μου πιστεύουν πολύ στο κάρμα. Η αλήθεια είναι ότι πιστεύουν και σε διάφορα άλλα κουλά πράγματα, όπως τη συμπαντική ενέργεια, το φενγκ σούι, τη χορτοφα-γία, τα μη συνθετικά υφάσματα κτλ. Πιστεύουν στα πάντα, από τον Βούδα μέχρι τις νεράιδες.
Έχω συνηθίσει να μη δίνω καμία σημασία στα λόγια τους. Μου είχαν πει ξανά και ξανά πως με κάποιον μαγικό τρόπο τα πράγματα θα διορθώνονταν από μόνα τους και πως το σύμπαν θα επανέφερε την τάξη. Είχα αρχίσει να σκέφτομαι να το σκάσω από το σπίτι, όταν αποδείχθηκε πως οι γονείς μου είχαν δίκιο. Ο πατέρας μου βρήκε καινούρια δουλειά στη Νέα Υόρκη. Αυτό θα πει κάρμα.
Για να είμαι ακριβής, δεν πήγαμε μέσα στη Νέα Υόρκη, πήγαμε σε ένα προάστιο έξω από τη Νέα Υόρκη, αλλά αυτό δεν είχε καμία σημασία. Ήμουν τρισευτυχισμένη. Στην κατάσταση που ήμουν, θα πήγαινα παντού, ακόμη και στην Αλάσκα. Το μόνο που ήθελα ήταν να φύγω όσο πιο μακριά μπορούσα από το Μίσιγκαν.
Επιτέλους, μετακομίζαμε. Ήμουν τόσο χαρούμενη, που ακόμη και το πακετάρισμα μου ήταν ευχάριστο. Για πρώτη φορά το σύμπαν συνωμοτούσε μαζί μου.”
Από το “Πώς εκδικήθηκα την καλύτερη μου φίλη“