Μια βδομάδα στην Αθήνα. Κλεισμένη σε ένα σπίτι που κάποτε ήτανε σπίτι μου, ανοίγω ντουλάπες που φιλοξενούνε πλέον ρούχα-απομεινάρια μιας άλλης ζωής.
Μια εβδομάδα στην Αθήνα. Ανάμεσα σε βαλίτσες μισοαδειασμένες, πίνω μανιωδώς κρύο νερό από το ψυγείο απευθείας από το μπουκάλι, απλώνω ξανά ρούχα με μανταλάκια, κυνηγάω κουνούπια τα βράδια.
Προφυλαγμένη κάθομαι στη σκιά του σαλονιού χαζεύοντας την εικονική ζωή στο facebook. Ζέστη, σκόνη και μουσική μόνο από τον φορητό υπολογιστή σε αστεία ένταση. Παραδίπλα ένα πικ απ αλλά ούτε ηχεία, ούτε και δίσκοι. Και ξαφνικά το ακούω! ‘Fuck all that, we ‘ve got to get on with these’. Σηκώνω το κεφάλι από την οθόνη του υπολογιστή. Μα φυσικά! Το σύνθημα παραείναι εύληπτο. Άλλα πραγματεύεται βέβαια ο καλλιτέχνης στο συγκεκριμένο κομμάτι, η ένταση όμως και η ειρωνία της φωνής του με κάνουν να συνειδητοποιήσω ότι πρέπει να δράσω άμεσα.
Πρέπει κατ’ αρχήν να κλείσω τον υπολογιστή. Πρέπει να ανοίξω τις κουρτίνες να μπει η αττική κάψα μέσα στο διαμέρισμα. Να περπατήσω ξυπόλητη πάνω στο παρκέ με τα πόδια γεμάτα σκόνη από το μέσα-έξω στο μπαλκόνι. Να περπατήσω ξανά τα βρώμικα, ζεστά πεζοδρόμια του κέντρου σε πείσμα της λερωμένης από το σανδάλι πατούσας μετρώντας τις σκοτωμένες σκουρόχρωμες τσίχλες πάνω τους. Να ακροβατήσω μεταξύ κάδων απορριμμάτων και παρκαρισμένων παπιών τινάζοντας από τα μαλλιά μου ξεθωριασμένα χάρτινα άνθη βουκαμβίλιας.
Πρέπει να εγκλωβίσω στα ρουθούνια μου τις αθηναϊκές μυρωδιές που δραπετεύουν χρόνια τώρα από τις κουζίνες: λεμονάτο κοτόπουλο και φασολάκια λαδερά. Να ψάξω για μισοπεθαμένα γιασεμιά δίπλα στις γεμάτη σκόνη μάντρες και τις άσχημες πυλωτές. Να πιω ποτά που έχουν ετοιμαστεί χωρίς μεζούρες και που μέσα τους ενίοτε επιπλέουν πλαστικά παγάκια. Να μπω σε ταξί και να μάθω τα νέα όλα της υφηλίου μέσα σε δεκαπέντε λεπτά παραδομένη στην αφόρητη τσιγαρίλα.
Πρέπει να δαμάσω πάλι το παλιό μου όχημα για να με οδηγήσει με σχεδόν αυτόματο πιλότο στην αγαπημένη μου παραλία της Αττικής. Να παραδοθώ στην αλμύρα της θάλασσας αψηφώντας τις αιχμηρές πέτρες και τα φύκια στα ρηχά. Πρέπει να στραβωθώ από την αντανάκλαση του ήλιου στα άπληστα μάτια μου, να κολυμπήσω μέχρι να λαχανιάσω και να κοιτάξω με ένα γύρισμα ξαφνικό του κεφαλιού την πευκόφυτη παραλία.
Πρέπει να γυρίσω το διακόπτη και να χωθώ στη θαλπωρή της πόλης που με μεγάλωσε αφήνοντας με ευγνωμοσύνη τη ζέστη να με ταλαιπωρήσει, όπως πάντα και απολαμβάνοντας αγαπημένες φωνές φίλων να μου εξιστορούν υποθέσεις από ταινίες που είδαν και μέρη που πήγανε και τους άρεσαν.
Οπότε ναι, ‘Γάμησέ τα όλα αυτά, πρέπει να συνεχίσουμε μ’ εκείνα.’ Δεν έχω πολύ χρόνο εξάλλου. Και το τραγούδι ρίχνει στο τέλος την ιδέα: ‘Se parakalo pou einai to bar?’