Είναι ο φερετζές του αντιπαθητικού Ελληνάρα των καλοκαιρών μας. Ξέρεις πότε έρχεται γιατί ακούς τον ήχο του τελείως αφύσικου βαδίσματός του με το παντελώς ηλίθιου πατούμενού του. Γιατί προφανώς (και μετρημένο επιστημονικά) κάνει πολύ πολύ κακό στην μέση και σε όλο μας το σώμα το περπάτημα με σαγιονάρες. Αυτό το ξέρεις. Γιατί λοιπόν μωρή ασχετίλα με τις πατσές μας πρήζεις ότι “είναι σουυυύπερ αναπαυτικές αυτές!” και άλλες παρόμοιες μπούρδες;
Να είμαι σαφής. Είναι και αισθητική η αντίρρησή μου. Αν έχεις ωραία πόδια, να τα δούμε ίσως. Λέω “ίσως” γιατί ε, δεν είναι και ότι πιο καλαίσθητο τα πόδια. Ακόμα κι αν δεν έχουν περίεργα νύχια, κάλλους ή άλλα κουλά. Αν έχεις κάνει φοβερό πεντικιούρ, αποκλείεται οι Mitsuko σου να είναι ο βέλτιστος τρόπος παρουσίασης του. Δεν είναι “Σπαρτιατική απλότητα” αυτός ο σχεδιασμός. Τεμπελιά είναι. Αν είσαι ιθαγενής σε φτωχογειτονιά πιθανώς αποδεκτό. Στον σύγχρονο κόσμο όμως ένα κομμάτι πλαστικό αποτελεί απλά μέρος ενός σύγχρονου υποδήματος, δεν είναι από μόνο του παπούτσι επαρκές.
Μετά είναι και αυτό το κομμάτι ανάμεσα στα δάχτυλα των ποδιών. Ας αφήσω όλα τα προβλήματα υγείας, την βρωμιά που μαζεύει, τα μικρόβια και την γενική σιχαμάρα του. Απανωτές στρώσεις ιδρώτα κρυσταλλώνονται εκεί για να γράψουν την γεωλογική ιστορία της βλακείας σου. Και αν τύχει να περπατήσεις λίγο παραπάνω, τρίβεται μέχρι που κοκκινίζει το πόδι. Βέβαια δεν μπορείς να πας γρήγορα με σαγιονάρες. Τα καλά εξασκημένα σούργελα το κάνουν επί τούτου μερικές φορές. Γιατί; Σαν να θέλουν να μας αποδείξουν ότι στους Αρχαίους Ολυμπιακούς έτσι έτρεχαν. Που βέβαια δεν έτρεχαν. Τα τελείως ίσια πατούμενα γενικά δεν συνιστώνται για σχεδόν κανένα πόδι. Άλλο ξυπόλητος, άλλο μπετόβλακας.
Ακόμα χειρότερες όσες νομίζουν ότι είναι φοβερή αισθητική καινοτομία να κοτσάρεις λουλούδια, χάντρες, κορδέλες ή… κουκουνάρες στις σαγιονάρες τους. Μου θυμίζει την άβολη στιγμή που ένα πεντάχρονο σου δείχνει απαράδεκτη ζωγραφιά του όλο περηφάνια και επιμένει να πεις την γνώμη σου. Όχι αγάπη μου, είναι ένα χαρτόνι με άτσαλα κολλημένες φακές, δεν είναι έργο τέχνης.
Γιατί ναι, θα ξεχαστείς και θα οδηγήσεις με την σαγιονάρα και θα σκοτώσεις κάναν αθώο. Θα σου φύγει σε κάποια κρίσιμη στιγμή και θα συνθλίψεις ένα τρίχρονο. Ακόμα κι αν δεν πάθεις ζημιά στα πόδια, θα σου μείνει κουσούρι να περπατάς με μαζεμένα τα δάχτυλα ή να κοπανάς με δύναμη την φτέρνα. Αν τύχει να βρέξει ή ιδρώσει πολύ το πόδι, βρίσκεσαι σε θέσει σπαγκάτ, με ρήξη χιαστού και δυο ντουζίνες μελανιές.
Η σαγιονάρα είναι γυφτιά. Με κεφαλαίο “Μ”. Να ζείτε με άγχος ότι θα σας πατήσουμε με κάποιο φυσιολογικό παπούτσι ρε. Θέλω να ακούω τζιτζίκια, κύματα και γλάρους. Καλό καλοκαίρι. Χωρίς “σλαπ” και “σλοπ” ήχους και χωρίς να προσπαθείτε να μας πείσετε ότι είναι και καλύτερα πατούμενα από ότι φοράμε οι υπόλοιποι. Δεν είναι.
(Σχετικό ντοκουμέντο του Αλέκου Γκονζαλεζίδη με θάνατο από σαγιονάρες εδώ.)