Ετοιμαστείτε για πολλές ταινίες τέτοιου τύπου. Είναι σχεδιασμένες να προκαλέσουν περισσότερο κόσμο να θέλει να καταταγεί. Και είναι υπέροχο να βλέπεις μια Γαλλική ματιά στο θέμα. Τα πρώτα είκοσι λεπτά του έργου απολαμβάνεις μια γαλλική φινέτσα στην αισθητική του θέματος. Και όταν αρχίζει το πιστολίδι στανιάρεις μετά τις κουλτουροκαταστάσεις στο έργο της Τζολί. Ακόμα και αν δεν σου αρέσουν τα πολεμικά έργα, επικοινωνιακά απολαμβάνεις τους Γάλλους καθώς προσπαθούν να χτίσουν την δικιά τους στρατιωτικοφιλολογία με έναν πρόεδρο αρκούντως γκριζομάλλη και σοβαρό, ναύαρχους και ότι άλλο μας πλασάρει τόσα χρόνια το Hollywood σε δικιά τους εκτέλεση.
Οι Ταλιμπάν είναι ατελείωτοι και όλοι ίδιοι σαν σε video game έρχονται ο ένας πίσω από τον άλλο και πέφτουν στις σφαίρες των “καλών” και ο αρχηγός τους είναι μια αποτυχημένη βερσιόν του Μπιν Λάντεν (μέχρι και το χωριό του μοιάζει!) σπουδαγμένος στο εξωτερικό αλλά γελοία ρηχός σαν χαρακτήρας τελικά. Οι ηθοποιοί κάνουν ότι μπορούν. Η Kruger όταν δεν κρύβεται κάπου αυτοσχεδιάζει ελλείψει σκηνοθέτη. Ο Djimon Hounsou συμπαθέστατος, ο Magimel ομοίως. Αλλά τι να κάνεις με τέτοιο σενάριο; Μια σούπερ επαγγελματίες, μια σαν μανιακά παιδάκια που σκοτώνουν για πλάκα. Μια προσεκτικοί, την άλλη ξεχνάνε την αποστολή και πάνε στο χωριό για εκδίκηση.
Προφανώς ο σκηνοθέτης είναι παντελώς άσχετος για ταινία μεγάλου μήκους. Μετά το σαρανταπεντάλεπτο το χάνει τελείως σε όλα τα επίπεδα. Ο ρεαλισμός των σκηνών εξαφανίζεται (στρατιώτες χαλαροί σε κηδεία χωρίς τα όπλα τους, να περπατάνε σε κορυφογραμμή, οι σφαίρες δεν τους τελειώνουν ποτέ και σχεδόν ποτέ δεν αλλάζουν γεμιστήρα, στέκονται όρθιοι στην χιονοθύελλα κλπ κλπ) αλλά κυρίως δεν έχει πια λόγο ύπαρξης η υπόθεση. “Μέρα 8” σου λέει, μετά “Μέρα 9” και αρχίζεις να εύχεσαι να τελειώσει…
Έχουν γίνει καταπληκτικά ντοκιμαντέρ και ταινίες με θέμα το Ιράκ και το Αφγανιστάν. Αυτή δεν είναι μια από αυτές. Αλλά αν χαλαρώσεις και το ευχαριστηθείς σαν ταινία δράσης με προσεγμένη αισθητική και φοβερά τοπία μια χαρά θα περάσεις.