Πετυχαίνω έναν ζητιάνο έξω από τα Goodys. Του λέω “έλα μέσα να σου πάρω κάτι να φας”. Με κοιτάει με ύφος. Δεν απαντάει. Μετά από πέντε λεπτά τον είδα με τα λεφτά που είχε μαζέψει να τρώει σουβλάκι. Προφανώς έχει απαιτήσεις ο άνθρωπος διαιτολογικές. Μετά στα δυο καλοστεκούμενα κοριτσάκια που ήρθαν και ζήτησαν έδωσα τίποτα. Θα πήγαιναν στα Starbucks μάλλον να πάρουν καφέ των 5 ευρώ που τσιγκουνεύομαι να πάρω για την πάρτη μου εγώ από τότε που άνοιξαν.
Από μικρός δεν ήξερα πως να βολέψω το πρόβλημα με τους ζητιάνους. Προφανώς δεν μπορείς να δίνεις σε όλους. Κατ’αρχάς γιατί είσαι πέντε χρονών και δεν έχεις. Οπότε κοιτάς τους γονείς σου. Εγώ τυχαίνει να έχω τους πιο γενναιόδωρους γονείς στον κόσμο. Αντικειμενικά μιλώντας είναι σχεδόν άγιοι. Μάλλον καλύτεροι κι από άγιοι. Αυτοί λοιπόν δεν επιλέγουν ποιον θα βοηθήσουν. Πετυχαίνει μια αλλοδαπή στην στάση η μητέρα μου και την υιοθετεί. Όσο μπορεί και όσο χρειαστεί. Μπορεί για μια μέρα να κάνει κάτι, μπορεί για μήνες, μπορεί για χρόνια να την προσέχει. Ο πατέρας μου γνωρίζει καλύτερα τους Αλβανούς στο χωριό από ότι τους Έλληνες. Αν και στην ερημιά το σπίτι τους το είχαν ξεκλείδωτο. Έχει πάει να τους βγάλει από την φυλακή, έχουν έρθει να βγάλουν την πίτα από τον φούρνο, δεν υπάρχουν στεγανά. Κι αυτά όχι το 1970 αλλά τώρα που όλοι κάνετε σαν υστερικοί.
Ελεημοσύνη είναι να μην απολύσεις τον υπάλληλο που έχει συνηθίσει ο καημένος το σπίτι στην Εκάλη και θα μαραζώσει στη Νέα Σμύρνη με την πεθερά του. Ελεημοσύνη και πιθανώς πιο γενναία πράξη να πεις στην φίλη σου ότι δεν της πάει το νέο κούρεμα. Καθόλου. Ελεημοσύνη είναι να λυπηθείς τον κολλητό αν και θες πολύ να θάψεις την πρώην κάνα δίωρο και να σου λέει κάποιος ότι έχεις δίκιο. Αλλά το βουλώνεις και μιλάτε για μπάλα. Ελεημοσύνη να πεις επιτέλους με λόγια στον γονιό σου αυτό που σε απασχολεί και ακόμα μεγαλύτερο έλεος δείχνεις όταν το βουλώνεις μετά για καμιά ώρα να ηρεμήσουμε όλοι στο σπίτι. Πας βόλτα τον σκύλο σου στο κρύο, μετανιώνεις που δεν έβαλες ρούχα και βγήκες έτσι. Σε κοιτάει με ύφος. Κάνει ότι θα χέσει. Δεν σε λυπάται, πάει παραπέρα στο σπίτι της κουτσομπόλας της γειτονιάς, εσύ με την παντόφλα και την τρύπια πυτζάμα κάτω από το παλτό τα έχεις δει όλα. Η ελεημοσύνη δεν είναι μόνο για ανθρώπους.
Αλλά το πρόβλημα παραμένει. Σταματάς στο φανάρι και πετάγονται πέντε γιούφτοι/μαύροι/κάτι που δεν σου μοιάζει τελοσπάντων και μπορεί και να σε φοβίζει λίγο. Η λογική αντιμετώπιση είναι ξεκάθαρη. Δεν πρέπει να τους δώσεις λεφτά εκεί στο φανάρι. Απλά διαιωνίζεις το πρόβλημα. Μπορεί να τους τα τρώει ο νταβατζής τους ή ότι άλλο κύκλωμα παίζει στα φανάρια. Πολύ καλύτερα να δώσεις λεφτά σε οργανώσεις που κάνουν κάτι μακρόχρονα και συγκροτημένα. Τα παιδιά που σε γλυκοκοιτάνε χαριτωμένα χρειάζονται σχολείο, όχι καραμέλες. Είναι σαν να δίνεις ηρωίνη στο πρεζάκι. Αλλά τον κοιτάς στα μάτια και κάτι λείπει. Ίσως λέει ψέματα, ίσως κάνει θέατρο…δεν ξέρεις και κάτι δεν σου κάθεται. Δεν παίρνεις το φυλλάδιο που δεν σε ενδιαφέρει. Μπορείς να είσαι ευγενικός, να χαμογελάσεις με αγάπη στον ταλαίπωρο που τα μοιράζει μεσ’τον ήλιο, αλλά προφανέστατα δεν θα καταστρέψουμε το περιβάλλον και να τα πετάμε στον επόμενο κάδο φυλλάδια χωρίς λόγο. Όποιος σκέφτηκε το λάθος marketing να μοιράζει φυλλάδια έτσι δεν θα καταλάβει ποτέ ότι είναι λάθος αν συνεχίζουμε να παίζουμε θέατρο εμείς.
Ένας τρόπος να προστατευτείς είναι να το κοιτάξεις σφαιρικά. Γενικά ακόμα και τώρα στην χώρα μας είμαστε πολύ καλύτερα από άλλες χώρες. Αν σου περισσεύει μισό ευρώ καλύτερα δεν είναι να το δώσεις στην οικογένεια που μένει από κάτω σου παρά σε έναν άγνωστο; Πιθανή καλή λύση είναι να επικεντρωθούμε στους κοντινούς μας, αυτούς που μπορεί να ξέρουμε καλύτερα. Η καλοσύνη μακριά από το σπίτι είναι και υπεκφυγή πολλές φορές. Άνθρωποι που δεν μπορούν να στεριώσουν σχέση το παίζουν large οπουδήποτε αλλού. Δεν λυπούνται τον ξάδελφό τους που χρειάζεται μια σκηνή να πάει διακοπές και βαράνε βιολιά και μελό τραγούδια με άσχετους. Βγάζει μάτι η υποκρισία τους όταν γνωρίσεις πραγματικά δοτικούς ανθρώπους. Αυτούς που μόλις σε γνώρισαν και σου εμπιστεύονται το αμάξι ή το σπίτι τους, που σου λένε “καλά πάρε το να κάνεις τη δουλειά σου” χωρίς “αλλά”.
Είναι από αυτά τα προβλήματα που σίγουρα δεν υπάρχουν απλές ή εύκολες λύσεις τύπου “πάντα να…” ή “ποτέ να μην…” Ακόμα κι ο Άγιος πατέρας μου έχει ψιλά στο αμάξι και τους κόβει. Αν του φαίνεται κάποιος ειλικρινής και ότι έχει αλήθεια ανάγκη του δίνει λίγα. Κι άλλη μέρα ξανά αν είναι. Σε βάθος χρόνου, με ανθρωπιά. Μόνο που η “ανθρωπιά” δεν είναι αντικειμενικό πράγμα. Κάθε άνθρωπος έχει άλλα μέτρα και σταθμά. Αυτή είναι άλλωστε η πλάκα κάθε μέρα. Ξέρω ένα-δυο πράγματα για τη ζωή τόσα χρόνια που την μελετάω. Τώρα που το σκέφτομαι λίγα είναι ένα και δυο θα έπρεπε να ήξερα περισσότερα.