Σύννεφα… βγήκα έξω και τα είδα να προσπαθούν να κρύψουν τον ήλιο. Θύμωσα. Πάντα κάτι θα έρχεται, μια μαυρίλα και θα χαλάει το σκηνικό. Το ίδιο έργο σε επανάληψη, να μην είναι η χαρά ποτέ για πολύ, μόνο για λίγο, για τόσο λίγο, ίσα να ξεγελά τη ματαιότητα της ζωής μας. Τόσο λίγο όσο κράτησε το χθεσινό φιλί μας που σήμερα τελείωσε. Ίσα που χαθήκαμε ο ένας μέσα στον άλλο και σήμερα ξαναβρήκαμε το δρόμο μας. Εξάλλου, για πόσο θα μπορούμε να είμαστε μετέωροι, μάτια μου; Ο νους μας πάντα θα ζητά μια λογική εξήγηση. Πάντα θα θέλει να ορίζει τα Πάντα… να μπορεί να φτιάχνει ημέρες χωρίς σύννεφα, ηλιόλουστες, κατάφωτες.
Η καρδιά μας όμως θα παίζει με τους δικούς της κανόνες. Θα την πιάνει στεναχώρια στην πρώτη συννεφιά γιατί αυτή θα ξέρει πάντα τι λείπει ή τι περισσεύει. Στο πρώτο συννεφάκι θα σπαράζει ηδονικά με υπερβολή. Μη φοβάσαι όμως… το μυαλό μας θα υπερισχύει, θα βρίσκει τρόπο όλα να τα εξισορροπεί. Μπορεί ακόμη και να καταφέρει τα σύννεφα καθόλου να μη σε μελαγχολούν.
Μα μόλις μυρίσει βροχή, τότε να τρέξεις να κρυφτείς. Η μυρωδιά της θα ξυπνήσει το βαθύτερο μέσα σου, αυτό που η λογική σου κουκουλώνει και στην πρώτη μπόρα μπορεί να νιώσεις αυτό που σου λέω… ότι τα σύννεφα μόνο θλίψη είναι. Θλίψη γι’ αυτά που νιώθουμε βαθιά μέσα μας, αυτά που λέγονται κι αυτά που δε θα ειπωθούν ποτέ. Γι’ αυτό που είμαστε πραγματικά μα η λογική μας το έθαψε, το έκανε μια μικρή κουκίδα στη θέση της καρδιάς. Μας βρήκε τρόπο να είμαστε συμβατοί, να ταιριάζουμε στο σύνολο, στα θέλω των άλλων. Αυτών των άλλων που τόσο έχουμε ανάγκη. Να είμαστε αποδεχτοί.
Πήγαινε τώρα… μυρίζει βροχή. Θα βρέξει καρδιά μου. Άσε με να κλάψω γι’ αυτά που νιώθω μα δε μπορώ να σου πω. Άσε με να υποφέρω που θα σε αφήσω να φύγεις κι ας εκλιπαρεί όλο το είναι μου να μείνεις. Σε κάθε συννεφιά θα σε θυμάμαι. Και σε κάθε βροχή θα σε συναντώ… θα είσαι εκεί μαζί μου.