Εκδόσεις Ψυχογιός
Γράφει η Έλια Κουρή
Το τρίτο μέρος της τριλογίας «Στα χρόνια της ομίχλης» με υπότιτλο «Σμύρνα» ολοκληρώνεται με τον καλύτερο τρόπο από άποψη πλοκής, καταγραφής ιστορικών γεγονότων και τρόπου σύνδεσης των προσώπων και των γεγονότων στο πέρασμά τους από το ένα βιβλίο στο άλλο.
Πρωταγωνίστρια και στο τρίτο μέρος μια γυναίκα, η Σμύρνα – μια γυναίκα αινιγματική και μυστηριώδης, γοητευτική και σαγηνευτική, σαν μια άπιαστη οπτασία, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο «ακολουθεί» τους ήρωες στα δύσκολα και ομιχλώδη χρόνια των αρχών του 20ού αιώνα από το ξέσπασμα των Βαλκανικών Πολέμων και τον πρώτο ξεριζωμό των Μικρασιατών ως τη Μικρασιατική Εκστρατεία και τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ο παραλληλισμός της Σμύρνας με τη Σμύρνη και οι συνειρμοί που γεννιούνται στο μυαλό του αναγνώστη είναι εξαιρετικά ευφυείς, μια και αντιλαμβάνεται –όπως ο ίδιος ο συγγραφέας αναφέρει– ότι γυναίκα και πόλη δεν έχουν αφεντικά, δεν ανήκουν σε κανένα παρά μόνο στον εαυτό τους. Στέκουν αγέρωχες, κοσμοπολίτισσες, όλους τους έχουν στα πόδια τους κι όλους τους κουλαντρίζουν.
Μυθιστόρημα πολυδιάστατο, πολυεπίπεδο και αφήγηση πολυπρισματική στο σύνολο όλης της τριλογίας με έντονο το στοιχείο των εικόνων, των λυρικών, ατμοσφαιρικών και γλαφυρών περιγραφών. Λόγος μεστός, με δύναμη, γραφή που ενεργοποιεί τη φαντασία μας, που μας μαγεύει και μας ταξιδεύει σε χρόνους αλλοτινούς και δύσκολους, σε παράλληλα σύμπαντα, στη Χίο και στη Σύρο του 19ου αιώνα, στο πρώτο βιβλίο, σε μια Σμύρνη εντελώς άγνωστη και διαφορετική εκείνον τον καιρό, στη Βενετία όπου ανθούν οι Τέχνες, τα Γράμματα και η Ζωγραφική στο δεύτερο, σε μέρη της Ανατολής, στην Πέργαμο, στη Σμύρνη και στο Κορδελιό όπου Έλληνες και Τούρκοι αρμονικά συνυπάρχουν ως τη στιγμή που κάποιοι αποφασίζουν να τους χωρίσουν, στο τρίτο βιβλίο.
Ταξιδεύουμε σε παζάρια, σε μπεζεστένια, βλέπουμε και μυρίζουμε τα χρώματα και τα αρώματα της Ανατολής, πονάμε βλέποντας μέσω της κινηματογραφικής γραφής της κακουχίες που άφησε ο πόλεμος στο πέρασμά του και στις δυο πλευρές μέσα απ’ τη διήγηση και του Έλληνα και του Τούρκου. Και σημείο αναφοράς όλων αυτών η Ιάσμη, η Χατισέ και η Σμύρνα… Τρεις γυναίκες φαινομενικά διαφορετικές μα συνάμα τόσο ίδιες, τρεις οπτασίες, τρία αερικά που στροβιλίζονται γύρω από τους κεντρικούς ήρωες, γύρω από τον έρωτα… Σαν να θαυμάζουμε έναν καλοδουλεμένο πίνακα ζωγραφικής ή μια τοιχογραφία!
Και το σημαντικότερο είναι ότι όλ’ αυτά τα στοιχεία διατηρούνται αρμονικά σμιλεμένα και αριστοτεχνικά δεμένα και στα τρία βιβλία συνθέτοντας ένα άρτιο αποτέλεσμα σοβαρού λογοτεχνικού αναγνώσματος.
Τα πισωγυρίσματα και οι αναδρομές στην αφήγηση που με έξυπνο τρόπο χρησιμοποιεί ο Γούλιας βοηθούν τον αναγνώστη να μεταπηδήσει ομαλά από το ένα βιβλίο στο άλλο, χωρίς να είναι απαραίτητο τα βιβλία να διαβαστούν με τη σειρά που εκδόθηκαν. Ο συγγραφέας, μέσω της ευφάνταστης μυθοπλασίας στήνει άρτια την ατμόσφαιρα του σκηνικού και της εποχής που περιγράφει και εντάσσει τους ήρωες με τέτοιο τρόπο ώστε τα γεγονότα να δένουν και να κουμπώνουν μεταξύ τους.
Τέλος, η εξαιρετικά φροντισμένη γλώσσα με έντονη τη χρήση της ντοπιολαλιάς και των γλωσσικών ιδιωμάτων που μιλούνταν εκείνα τα χρόνια καθιστούν τους ήρωες απτούς, καθημερινούς και βοηθά τον αναγνώστη να μεταφερθεί άμεσα σε εκείνα τα ομιχλώδη χρόνια. Δεν γίνεται να μην αναφερθώ στην αντικειμενική καταγραφή των ιστορικών γεγονότων, αφενός χωρίς να παρεμβαίνει ο δογματισμός και η προσωπική άποψη του συγγραφέα και αφετέρου είναι δοσμένα με τέτοιο τρόπο ώστε το κείμενο να μην μπουκώνει.
Η τριλογία συστήνεται σε όλους τους βιβλιόφιλους.