“Η μόνη περίπτωση να μην τρελαθώ με αυτό που ακούω, είναι αν είναι ντυμένοι με μαγιώ σαν τον Μπόρατ και κάνουν πλάκα.” Έσφαζαν τραγούδι Σινάτρα με τρόπο που ούτε σε κρουαζιερόπλοιο τρίτης κατηγορίας δεν τολμάει ο λοστρόμος που αντικαθιστά τον οργανοπαίχτη να το σφάξει.
Το μαγαζί είναι κυριλέ και δήθεν. Με όποια σειρά θέλετε. Ντελικατέσεν και καλά ελληνικό αλλά και με “λίγα τραπέζια” και κρέατα. Από αυτά που ρωτάς να κάνεις κράτηση και σου λένε “θα δούμε”. Έχει σε έναν όροφο
συνεδριακό για μαθήματα μαγειρικής σε Κολωνακιώτισες που έχουν τρία άτομα προσωπικό να τους μαγειρεύουν. Το πάτωμα πρέπει να το έκοψαν από παλιό χασάπικο και να το κόλλησαν στα σκαλιά. Τόσο δήθεν. Πανέρια και καλάθια με σαφέστατες αναφορές στην εποχή που όλοι μας ψωνίζαμε στην αγορά. Όχι την λαϊκή αγορά, αυτήν την ζήσαμε. Οι αναφορές είναι στην Τουρκοκρατία μάλλον, φαντάζονται ότι πήγαμε με γαϊδουράκι, εξού και έχουν απέξω σανό.
Η ορχήστρα είχε αλλάξει με την μία ρεπερτόριο χωρίς να αλλάξει ρυθμό. Φατμέ και αμέσως κάποιο ξένο πάλι, σαν να άφησαν το συνθεσαίζερ να παίζει μπόσα νόβα τα πάντα για λίγο και παρουσιάστηκε και δεύτερη φωνή η οποία γκάριζε συγχρονισμένα και εξίσου ξενέρωτα. Η ένταση δε, δυο κλικ πιο δυνατά από ότι θέλεις οποιαδήποτε μουσική και εκατό κλικ πιο δυνατά από ότι άξιζε στους συγκεκριμένους για τους οποίους η θεωρία της κοίλης Γης θα ταίριαζε γάντι. Μπας και γλιτώσουν τα αυτιά μας.
Έπιασα το μενού. Κλασσική ελληνοβλακεία δηθενιά. Θέλουν να πούνε “χωριάτικη” αλλά την μετατρέπουν σε “τοματίνια βιολογικής καλιέργειας κάτω
Κολοκυθούπολης Σύμης με φέτα καλαθάκι του μπάσκετ από το χωριό του Αντετοκούμπο, ελιές από την μοναδική ελιά στο Αγαθονήσι και κάρδαμο. Γιατί έτσι. Κάρδαμο από παραγωγούς Καρδαμύλης που ζούνε πλέον στην Γκάνα σε κοινόβιο ειρηνιστών γεωργών για τα δικαιώματα της Βακτριανής καμήλας.” Αν πραγματικά ήθελαν να βοηθήσουν κάποια άγνωστα προϊόντα ή περιοχές θα έκαναν πολύ πολύ καλύτερη δουλειά επικοινωνιακά τόση ώρα που περιμέναμε. Να μας εξηγήσουν γιατί στην Βόρεια πλαγιά του Ψηλορείτη γίνεται καλύτερο το θυμάρι ή πως το κατίκι Κατίνας σε κάνει να χάνεις τρεις πόντους από την περιφέρεια.
Αντικειμενικά ούτε τρελά περίεργο είναι, ούτε ιδιαίτερα ακριβό για την περιοχή. ΟΚ τα γκαρσόνια είναι από κάποιον άλλο πλανήτη. Έναν πολύ αργό πλανήτη. Ίσως νόμιζαν ότι περνούσαμε τέλεια ακούγοντας την live μουσική η οποία είχε φτάσει να σφάζει το “every breath you take” των Police σαν να είναι ο Τερλέγκας και στο καπάκι κάτι άλλο Ελληνικό που το καταλάβαμε μετά από τρία λεπτά τι ήταν. Η κοπέλα έκανε αγώνα να χωρέσει όλη την μπύρα στο ποτήρι για να πάρει μαζί της το μπουκάλι. Μια από αυτές τις ψευτοκουλτουριάρικες νέες ελληνικές μπύρες. Τελικά πήρε το μπουκάλι που σίγουρα είχε δύο γουλιές ακόμα μέσα, δηλαδή δύο ευρώ τα πήρε μαζί της.
-Έχετε κάτι χωρίς αλκοόλ; Ρωτάω, έτσι για πλάκα από περιέργεια.
“Εεεε, Green Cola” μας λέει περήφανη. “Και Σουρωτή, σόδα”. Τέλεια. Τόσους χυμούς από όλη την Ελλάδα έχουμε να διαφημίσουμε, εδώ τίποτα;
Πάμε να “δούμε τα κρέατα”. Σε κάτι ψυγεία που μου θύμιζαν στρατό, κάτι μεγάλα κομμάτια σκούρου κατεψυγμένου κρέατος δεν μου γέμιζαν το μάτι και δυο χασάπηδες ακόνιζαν μαχαίρια έτοιμοι να μας πούνε πως πέθανε η αγελάδα και την ιστορία της ζωής της είμαι σίγουρος. Δεν τους ρώτησα. Προτιμήσαμε κάτι που γυρόφερνε στην σούβλα, φαινόταν πιο σίγουρο.
Η ορχήστρα δεν σταματούσε. Δεν άντεξα, κατέβηκα να τους δω. Λέω μπορεί να είναι κάνα φοβερό τυπάκι και να έχει πλάκα. Ίσως υπερταλαντούχος one man band με ντραμς στον κώλο και φυσαρμόνικα στον κώλο που συναρπάζει από κοντά. Καμία σχέση. Δυο βαριεστημένοι, άχρωμοι και άοσμοι μεσήλικες, σαν να βγήκαν για καφέ αλλά κάθισαν και δεν έφευγαν. Και τα hits το ένα πίσω από το άλλο, τελικά είχε κάποια σχέση με το μαγαζί γιατί σαν τις μπριζόλες τους, όλα τα έσφαζαν και όλα τα μαχαίρωναν τα κομμάτια οι άτιμοι.
Ήρθαν τα ορεκτικά στις κλασσικές μικρές κουλτουριάρικες μερίδες. Έδωσες μόνο 4 ευρώ για αυτό το πιάτο, οπότε ε, 4 κουταλιές με το ζόρι. Όχι της σούπας, του γλυκού λέμε. Μετά και το κρέας, τίποτα ιδιαίτερο κι αυτό. Λογαριασμό και πάμε να φύγουμε, είχαμε πονοκεφαλιάσει από την μουσική. Μιάμιση ώρα αργότερα γυρνάμε από τον καφέ (σιγά μην καθόμασταν κι άλλο) και το Yoleni’s σταθερή αξία, από έξω το άκουγα, η ορχήστρα non stop, το ίδιο ρεπερτόριο, απλά έκανε λούπα και ξανάρχισαν…