Το νέο έτος ήρθε κι έφερε μαζί του και μια πολύ ενδιαφέρουσα κι εποικοδομητική συζήτηση, με μια γυναίκα ταλαντούχα, φιλόδοξη, γεμάτη όνειρα και αποφασιστικότητα για την ζωή της. Ξέρει να μάχεται και να βγαίνει νικήτρια, δεν το βάζει κάτω σε καμία δυσκολία και στέκεται στα πόδια της γεμάτη θάρρος και δύναμη για ζωή.
Η Άρια Σωκράτους γεννήθηκε στην όμορφη Κύπρο, σπούδασε στην Αθήνα κι από το 2013 ζει μόνιμα στις ΗΠΑ όπου εργάζεται ως διερμηνέας και ως δημοσιογράφος-αρθρογράφος στον Εθνικό Κήρυκα της Νέας Υόρκης, ενώ παράλληλα σπουδάζει Ισπανική Λογοτεχνία στο Instituto Cervantes της Νέας Υόρκης. Έχει πάρει συνεντεύξεις από συγγραφείς διεθνούς φήμης όπως η Isabelle Allende και ο Antonio Molina. Πρόσφατα έχει κυκλοφορήσει το δεύτερο της βιβλίο με τίτλο «Τα δάκρυα της σιωπής» από τις Εκδόσεις Έξη.
Η ίδια, μου μίλησε για το νέο της βιβλίο, για την αγάπη της στην δημοσιογραφία και μοιράστηκε μαζί μου σκέψεις και στόχους για το μέλλον…
• Τι είναι αυτό που σε ώθησε να ασχοληθείς με την συγγραφή και κατά πόσο θεωρείς ότι σε εκφράζει;
Το γράψιμο δεν αποτελεί επάγγελμα για μένα ούτε και χόμπι και ποτέ δεν θα είναι τίποτα από τα δύο. Η συγγραφή είναι μια υπόθεση ιερή. Πρόκειται για μια ανάγκη ψυχική καθώς για μένα αποτελεί πρωτίστως την ψυχοθεραπεία και την απελευθέρωση μου. Ο,τιδήποτε κι αν με απασχολεί, όταν το αποτυπώνω στο χαρτί, ανακουφίζομαι και βρίσκω τη λύση σε αυτό με ένα τρόπο μαγικό. Είναι ένα στοίχημα με τον εαυτό μου και τα όρια μου, ένα παιχνίδι οριοθέτησης, ωρίμανσης και πνευματικής εξέλιξης.
• Το νέο σου βιβλίο “Τα δάκρυα της Σιωπής”, φαίνεται πως έχει φωλιάσει στις καρδιές των αναγνωστών κερδίζοντας τις καλύτερες εντυπώσεις. Που στηρίζεις αυτή την επιτυχία του;
Το βιβλίο αυτό είναι ένα κομμάτι από τη ψυχή μου. Γράφτηκε με πολύ πόνο, αλλεπάλληλες δοκιμασίες και ανυπέρβλητες δυσκολίες. Η έναρξη της συγγραφής του συνέπεσε με μια επανεκκίνηση της ζωής μου από το μηδέν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Την ίδια περίοδο είχε χάσει τη ζωή της μια φίλη μου με τραγικό τρόπο από τον σύντροφο της. Επίσης, την ίδια εποχή είχε βρεθεί το πτώμα ενός κοριτσιού δεκαπέντε ετών, το οποίο είχε εξαφανιστεί από το σπίτι του και τελικά είχε πέσει θύμα sex trafficking. Γι’αυτό και το βιβλίο μου πραγματεύεται δύο πολύ σκληρά κοινωνικά θέματα, τη γυναικεία κακοποίηση και την ανθρώπινη διακίνηση. Είχα κάνει ενδελεχή έρευνα για τα θέματα αυτά και είχα έρθει σε επαφή με πολλούς επιστήμονες και ειδικούς. Η επιτυχία του βιβλίου όμως πιστεύω ότι οφείλεται στο ότι έβαλα την ψυχή μου μέσα σε αυτό. Δεν έγραφα πλέον εγώ αλλά οι ήρωες μιλούσαν μέσα από εμένα.
• Όπως μας είναι γνωστό, έκανες η ίδια έρευνα στην Αμερική όπου ζεις τα 3 τελευταία χρόνια μόνιμα, γι’ αυτό το φλέγον ζήτημα που πραγματεύεται το βιβλίο σου: Νέες κοπέλες, γεμάτες φιλοδοξίες και όνειρα, πέφτουν θύματα της σωματικής εκμετάλλευσης. Θα ήθελες να μοιραστείς μαζί μας αυτή σου την εμπειρία και να μας πεις, πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να επικεντρωθείς στο λογοτεχνικό κομμάτι ενός τέτοιου λεπτού ζητήματος;
Η έρευνα για ένα τόσο σκληρό θέμα είναι πολύ δύσκολη υπόθεση. Οι πόρτες παραμένουν ερμητικά κλειστές και χρειάζεται ιδιαίτερη μαεστρία για να καταφέρεις να διεισδύσεις από το παράθυρο και να καταγράψεις την πραγματικότητα. Μόλις είχα μεταναστεύσει και ήμουν άγνωστη μεταξύ αγνώστων στη Νέα Υόρκη. Παρόλαυτα ήμουν και αρκετά τυχερή επειδή είχα την τύχη να επικοινωνήσω με το National Human Trafficking Resource Center και να πάρω πολλές χρήσιμες πληροφορίες και κατευθυντήριες γραμμές για την έρευνα μου.
Τα όρια μεταξύ της πραγματικότητας που είναι το κύριο εργαλείο της δημοσιογραφικής έρευνας και της μυθοπλασίας που είναι η ψυχή της λογοτεχνίας είναι θολά και δυσδιάκριτα, άρα και πάρα πολύ εύκολο για τον συγγραφέα να παρασυρθεί και να ξεφύγει από τον στόχο του. Χρησιμοποίησα τη δημοσιογραφική έρευνα για το λογιστικό μέρος του βιβλίου και τα ευρήματα της τα τοποθέτησα διακριτικά ως φόντο πίσω από τις ανθρώπινες ιστορίες οι οποίες ήταν προιόν μυθοπλασίας. Στα βιβλία μου κατά κάποιο τρόπο «παντρεύω» την έρευνα με τη μυθοπλασία αλλά πάντοτε το κάνω με απόλυτο σεβασμό και προσοχή.
• Τι έμαθες εσύ η ίδια μέσα από αυτό το βιβλίο και κατά πόσο θεωρείς ότι ταυτίζεσαι με την ηρωίδα που έπλασες;
Μέσα από το βιβλίο αυτό ωρίμασα ψυχικά και συναισθηματικά, έπαψα να βλέπω μόνο εμένα και ξεκίνησα να παρατηρώ και γύρω από μένα. Γύρω μας υπάρχει ανείπωτος πόνος, οδύνη, φριχτές καταστάσεις που διαδραματίζονται πίσω από κλειστές πόρτες φωταγωγημένων κτιρίων και αγνοούμε τι συμβαίνει πίσω από αυτές. Είμαστε τόσο απασχολημένοι με τον εαυτό μας και τον μικρόκοσμο μας που θεωρούμε ότι ο κόσμος γύρω μας ξεκινά και τελειώνει σε εμάς. Έμαθα να είμαι λιγότερο εγωκεντρική και να ντρέπομαι που κάποτε υπήρξα τόσο πολύ.
Όσον αφορά στο δεύτερο μέρος της ερώτησης σου, η ηρωίδα μου κι εγώ είμαστε δύο εντελώς διαφορετικές οντότητες. Η Χριστίνα είναι φύση υπερευαίσθητη, κλειστή, έμαθε από πολύ μικρή να ζει στη σιωπή και να υπομένει τη σωματική και ψυχική κακοποίηση και για αυτό ευθύνεται ως επί το πλείστον η ανταγωνιστική και προβληματική σχέση που είχε με τη δογματική καριερίστα μητέρα της. Πολλές φορές είχα εξοργιστεί μαζί της και με την παθητική στάση της απέναντι στην κακοποίηση που δεχόταν από τον σύζυγο της. Στη θέση της θα έφευγα δίχως δεύτερη σκέψη μόλις παρατηρούσα τα πρώτα ανησυχητικά σημάδια, δεν θα επέτρεπα καν να φτάσει η κατάσταση στο σημείο που έφτασε με τη Χριστίνα.
Θεωρώ πως όταν ο συγγραφέας γράφει λειτουργεί ως παρατηρητής, δεν είναι ο ίδιος ο πρωταγωνιστής. Οι ήρωες του μιλούν και γράφουν οι ίδιοι την ιστορία τους. Βέβαια πολλές φορές υποσυνείδητα δανείζει δικά του στοιχεία στους ήρωες του αλλά ακόμα κι αυτά οι ίδιοι του τα ζητούν.
• Ποια τα μηνύματα που θέλει να περάσει το βιβλίο στο αναγνωστικό κοινό και κατά πόσο αυτά συνάδουν με την εποχή μας;
Το βιβλίο αυτό θα ήθελα να είναι μια κραυγή αφύπνισης για όλα όσα συμβαίνουν δίπλα μας και εμείς χαμένοι μέσα στον μικρόκοσμο μας και στην ματαιοδοξία μας δεν τα βλέπουμε ή τα αγνοούμε επιδεικτικά. Μέσα σε αυτή την ασφυκτική περιρρέουσα που τρέχει κι εμείς ως μαριονέτες τρέχουμε να προλάβουμε το τρένο της ζωής, ξεχνάμε τον βασικό προορισμό μας. Να είμαστε άνθρωποι.
• Πέρα από το μονοπάτι της συγγραφής στο οποίο οδεύεις με μεγάλη επιτυχία, καταπιάνεσαι και με το κομμάτι της δημοσιογραφίας καθώς είσαι δημοσιογράφος/αρθρογράφος στον Εθνικό Κήρυκα, στη Νέα Υόρκη. Πως είναι να εργάζεσαι σε μια τόσο μεγάλη πόλη του κόσμου και με τι θέματα ασχολείσαι κυρίως;
Η δημοσιογραφία είναι το πάθος μου. Είναι ένα μικρόβιο που ανέκαθεν κουβαλούσα μέσα μου. Η ζωή στην αρχή δεν μου είχε κάνει το χατήρι και με είχε οδηγήσει σε άλλα μονοπάτια που δεν μου ταίριαζαν καθόλου ως ιδιοσυγκρασία αλλά πάντοτε πίστευα πως η δημοσιογραφία ήταν για μένα πεπρωμένο και το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον. Ευτυχώς δικαιώθηκα και τώρα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, κάνω το πάθος μου επάγγελμα και μάλιστα στην πιο συναρπαστική πόλη του κόσμου, τη Νέα Υόρκη. Νιώθω ευλογημένη γι’αυτό κι ευχαριστώ το Θεό καθημερινά. Η συνεργασία μου με τον Εθνικό Κήρυκα είναι άψογη από όλες τις απόψεις και χαίρομαι ιδιαίτερα που συνδιαλέγομαι και συνεργάζομαι με ιδιαίτερα αξιόλογους ανθρώπους. Ασχολούμαι κυρίως με συνεντεύξεις επιφανών καλλιτεχνών, Καθηγητών κι Επιστημόνων, με πολιτιστικά και εκπαιδευτικά θέματα, καθώς επίσης και με κριτικές βιβλίων.
• Τι σημαίνει για εσένα αυτή σου η μετάβαση στην Αμερική και ποιο το παρασκήνιο που υποθάλπει πίσω από αυτή σου την απόφαση;
Για μένα η μετάβαση μου στην Αμερική ήταν η πιο σημαντική απόφαση της ζωής μου και ταυτόχρονα η πιο ριψοκίνδυνη. Δεν το μετάνιωσα όμως στιγμή. Δεν υποστηρίζω πως όλη μου η πορεία ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα. Το αντίθετο θα έλεγα. Η αρχή ήταν πολύ σκληρή και δύσκολη, μου έλειπαν πολύ οι γονείς μου με τους οποίους είμαι πολύ δεμένη και τα αγαπημένα μου πρόσωπα. Η νοσταλγία δεν είναι εύκολη υπόθεση ειδικά όταν η φυσική παρουσία των αγαπημένων σου αντικαθίσταται από μια κουκκίδα στο skype και στο facebook. Είναι πολύ σκληρό συναίσθημα και καλείσαι να διαπραγματευτείς μαζί του σε καθημερινή βάση.
Όμως, στην Αμερική υπάρχει τρομερή αξιοκρατία και αλληλοσεβασμός, που δυστυχώς δεν υπάρχει στην Κύπρο και στην Ελλάδα. Εδώ όταν έχεις όρεξη για δουλειά και προσόντα σου δίνουν όλα τα μέσα να προχωρήσεις και να προοδεύσεις. Κανείς δεν θα σου βάλει τρικλοποδιές με ύπουλο τρόπο απλά και μόνο επειδή δεν είσαι ο ευνοημένος του συστήματος. Σήμερα κάνω μια δουλειά που πάντα ονειρευόμουν ενώ στη χώρα μου δεν είχα ποτέ αυτή την ευκαιρία.
• Πως θα περιέγραφες την ζωή σου σήμερα και ποια τα όνειρα και οι στόχοι που θέτεις για το μέλλον;
Δόξα τω Θεώ, όλα πλέον δείχνουν πως έχουν μπει στην τροχιά που ήθελα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν χρειάζεται συνεχής αγώνας και προσπάθεια. Αυτή τη χρονική περίοδο ασχολούμαι με τη συγγραφή του τρίτου μου βιβλίου και τη δουλειά μου στην εφημερίδα καθώς για το νέο έτος υπάρχουν πολλά θέματα τα οποία θα ήθελα να καλύψω δημοσιογραφικά. Επίσης, ένας άλλος στόχος είναι η μετάφραση του δεύτερου βιβλίου μου «Τα δάκρυα της σιωπής» στα αγγλικά και το διδακτορικό στον τομέα Media Psychology. Εύχομαι κυρίως υγεία, αντοχή και δύναμη για να κατορθώσω να υλοποιήσω τους στόχους μου. Οι υπόλοιποι στόχοι που έχω θέσει είναι ανθρωπιστικής φύσεως και θα ήθελα να μιλήσω αφού έχουν πρώτα υλοποιηθεί.
• Αν σου έλεγα να βάλεις έναν τίτλο στην κατάσταση που βιώνει η χώρα μας σήμερα, αλλά και ο κόσμος γενικότερα, ποιος θα ήταν αυτός και γιατί;
«Χρυσόσκονη από κάρβουνο» ειναι ο τίτλος που θα έβαζα. Χρυσόσκονη είναι η φούσκα στην οποία όλοι ζούσαμε τα χρόνια της επίπλαστης ευμάρειας και κάρβουνο το τέλος των ψευδαισθήσεων που βιώνει ο κόσμος αυτή τη στιγμή.