Σήκωσε λίγο την άκρη του φορέματος και χίλιοι πόθοι σηκώθηκαν μέσα μου μαζί της. Προσπαθούσα να μην λαχανιάζω δυνατά και με ακούσουν, είχα κλείσει τα μάτια και μου ήρθε η εικόνα της. Τι κι αν ίσως πέθαινα σε λίγο, ένα βουνό αγάπης έβλεπα μπροστά μου, από τα έγκατα της Γης ως τον ουρανό κάθε μόριο άμμου και αέρα ένα “σ’αγαπώ”. Οι σκέψεις μου διάσπαρτες ακόμα από την αδρεναλίνη, σα να κοιτούσα φωτιά και τις πύρινες γλώσσες να πετάγονται τυχαία και να σβήνουν. Και σαν νυχτοπεταλούδα μια σκέψη μόνο με τραβούσε στο κέντρο της φλόγας διαρκώς.
Πρέπει να ζήσω για να την ξαναδώ.
Μετά τον ενθουσιασμό της τρεχάλας ήρθε η κούραση. Κάθε ιδέα έχανε το φως της και μαύριζε σχεδόν αμέσως. Προσπαθούσα να χαλαρώσω το μυαλό μου, να μην αρθρώσω πρόταση. Γιατί θα γινόταν αυτόματα κραυγή αγωνίας. Κάθε χορτάρι στη χαράδρα ήξερε θαρρώ το αδιέξοδο που βρέθηκα. Άραγε το λουλούδι μου να με ένιωθε όμως; Αν είναι το φάρμακό μου αυτή, το ξέρει;
Πολύ προσεκτικά πήγα στην άκρη του βράχου που με κάλυπτε. Κοίταξα πάνω. Ο χοντροκέφαλος παρέμενε στη θέση του, αμίλητος κι ακίνητος. Αν είχε σφάξει κι άλλους πριν από εμένα ίσως τους σκεφτόταν τώρα. Τα μάτια του αργά αργά ανεβοκατέβαιναν τις πλαγιές σα να είχε παρατάξει τα πτώματα, σα να τα εξέταζε ένα ένα. Δεν θεωρούσε τον εαυτό του δολοφόνο, πιο πολύ μαιευτήρας μάλλον που είχε έφεση να σκοτώνει με μια μικρή παραπάνω κίνηση του νυστεριού του όποτε δεν τον έπειθε ένα έμβρυο ότι άξιζε να ζήσει. Κι αυτός αγάπησε πολύ αλλά δεν ποθούσε πια. Πολύ πιο κακιασμένο πράγμα η αγάπη απ’τον πόθο.
Αν μπορούσα να δω τα μάτια μου καθώς εξέταζα την όλη σκηνή θα είχα διακρίνει ίσως πως σκοτείνιασαν, μαζεύτηκαν. Δηλητηριάστηκαν από την βουτιά στην ψυχολογία αυτού του ανθρώπου. Δεν με πείραξε το χώμα που έριχνα πάνω μου για καμουφλάζ, δεν έβηξα, δεν πόνεσα όταν μπήκε στην ανοιχτή πληγή στο πόδι μου εκεί που σκίστηκα στην επική μου κατάβαση πριν λίγο. Κοίταξα το χέρι μου καθώς μηχανικά έπιανε κι άλλο χώμα. Υπάρχει λόγος που τα δάχτυλα στους ανθρώπους είναι σχεδιασμένα έτσι. Δεν είναι για να πιάνουν πράγματα. Ούτε για να ζωγραφίζουν ή να γράφουν.
Είναι για να γίνονται καλύτερη γροθιά.
.
(Μέρος δεύτερο της ιστορίας με το σκόρδο, ΟΚ, δεν προχώρησε πολύ η πλοκή, δεν φταίω εγώ, έχει ενδιαφέροντα σύννεφα σήμερα και πλάκωσα την φιλοσοφία, δεν μαζεύομαι εύκολα – Αλέκος Γκονζαλεζίδης.)