Είναι μια δύσκολη εποχή. Λίγο η κρίση, λίγο η πολιτική κατάσταση, τελικά πλακωνόμαστε μεταξύ μας. Άγρια. Πρώτη φορά μπλόκαρα κάποιον στο Facebook. Απλά δεν άντεχα, με πέτυχε κουρασμένο αλλά κυρίως έγραφε μπούρδες! Μπούρδες βέβαια μπορούμε όλοι να γράψουμε. Μερικές φορές και κακοπροαίρετα. Άνθρωποι είμαστε. Αλλά το κενό μεταξύ της πραγματικότητας όπως την αντιλαμβάνομαι εγώ και πραγμάτων που πιστεύουν άλλοι (και μάλιστα με πάθος και ύφος) αυτόν τον καιρό έχει φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ.
Σε μεγάλο βαθμό ευθύνονται κάποιες τεχνολογίες. Έτσι κι αλλιώς όλοι κάνουμε επιλεκτική παρατήρηση. Στο Facebook ή το Twitter τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα γιατί βλέπουμε πολλούς ανθρώπους, φίλους μας, πιθανώς όμοιους σε πεποιθήσεις. Διαολοστέλνουμε όσους δεν μας ευχαριστούν. Μπλοκάρουμε, κρύβουμε τις ενημερώσεις τους. Και ότι δεν κάνουμε εμείς, το κάνει αυτόματα το Facebook αφού “διαβάζει” τα γούστα μας και παρουσιάζει ανάλογα θέματα, ειδήσεις ή “φίλους”. To θέμα γίνεται ακόμα πιο πολύπλοκο γιατί επηρεαζόμαστε και έμμεσα από το γεγονός ότι βλέπουμε “φίλους” μας να έχουν κάνει like σε θέματα ειδησεογραφίας. Δεν καθόμαστε να σκεφτούμε πόσο βάρος έδωσαν πριν πατήσουν like ή αν τυχαίνει όλοι που έκαναν like να είναι άσχετοι ή αργόσχολοι ή κακοπροαίρετοι ή μέλη συγκεκριμένου κόμματος. Μια ενδιαφέρουσα έρευνα σχετικά με το φαινόμενο του θερμοκηπίου έδειξε ότι δεν παίζει ρόλο η επιστημονική κατάρτιση τόσο όσο το προφίλ όσων υποστηρίζουν μια θέση.
Τα ίδια και χειρότερα είναι όλοι αυτοί οι πανέξυπνοι αλγόριθμοι που μαθαίνουν τα γούστα μας. Ιστοσελίδες με ειδήσεις μαθαίνουν τα ενδιαφέροντά μας. Πας να ψωνίσεις βιβλία ή μουσική και σου προτείνει το eshop πράγματα σαν τα προηγούμενα. Δεν σου λέει ποτέ “βλέπω ότι γενικά ψωνίζεις βιβλία αριστερών συγγραφέων αλλά μήπως θές να διαβάσεις και κάτι με την αντίθετη άποψη;” Και πάνω σε αυτό το πρόβλημα έρχεται και η φυσική ανθρώπινη τάση να πιστεύουμε όσους είναι πιο κοντά σε εμάς. (Όχι, δεν είναι μόνο νεοΕλληνικό φαινόμενο.) Δηλαδή ένας επιστήμονας με τρία διδακτορικά που μελετάει μια ζωή κάτι έχει λιγότερη ουσιαστική επιρροή επάνω μου από ότι ο περιπτεράς της γειτονιάς μου. Είναι ένας από τους λόγους που ανόητοι γονείς μπορεί να αποδειχτούν τόσο καταστροφικοί στα παιδιά.
Έχει αποδειχτεί ότι ο εγκέφαλός μας κάνει ακαριαία (αλλά όχι τόσο γρήγορα ώστε να μην το ανιχνεύουμε με κατάλληλο εξοπλισμό) ένα καταπληκτικό πάντρεμα συναισθήματος και λογικής. Μπορεί να παράγει άμεσα εναλλακτικές θεωρίες/εξηγήσεις για οτιδήποτε, όσο περίεργο κι αν είναι. Όσο κι αν δεν ταιριάζει με τα υπόλοιπα δεδομένα ή τις ίδιες τις αισθήσεις μας. Αυτό που ονομάζουμε “λογική” είναι ουσιαστικά απλά μια “εκλογίκευση” σε σχέση με συμπεράσματα τα οποία έχουμε συνήθως βγάλει προκαταβολικά. Έχουμε μια έτοιμη “φόρμουλα” στο μυαλό μας και όχι μόνο επιλεκτικά διαλέγουμε πληροφορίες που να ταιριάζουν με αυτά που θέλουμε, αλλά απορρίπτουμε προκαταβολικά και όσους “ειδικούς” νιώθουμε ότι δεν ταιριάζουν με αυτές τις προκαθορισμένες ιδέες μας. Μια κλασσική παλιότερη έρευνα σχετικά έδωσε πλαστές “επιστημονικές” εργασίες σε ανθρώπους σχετικά με τα αποτελέσματα της θανατικής ποινής στην εγκληματικότητα. Οι άνθρωποι έκριναν πολύ αυστηρά ότι δεν ταίριαζε με τις προκαθορισμένες αντιλήψεις τους. (Κι ας ήταν τυχαία τα νούμερα και κατασκευασμένα.) Και όχι μόνο τα κρίνουμε αλλά χρησιμοποιούμε τα ίδια επιχειρήματα, ότι κι αν είναι τα δεδομένα!
Υπάρχει ελπίδα; Προφανώς όσο καταλαβαίνουμε αυτούς τους μηχανισμούς καλύτερα, τόσο μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα. Τεχνολογικά η διαφάνεια θα μας επιτρέψει να αποφασίσουμε πόσο αντίρρηση αντέχουμε. Μπορεί κάποιες ώρες της μέρας να κρίνει ο αλγόριθμος ότι μπορεί να μας δώσει και αντίθετες πληροφορίες. Μπορεί να μας κάνει να καταλάβουμε σε ποια ομάδα πληθυσμού ανήκουμε και γιατί κρίνουμε όπως κρίνουμε κάτι. Να ξέρουμε πχ αν είμαστε πιο πολύ ατομικιστές ή κοινωνικοί, ιεραρχικοί ή υπέρ της ισότητας (διαβάστε εδώ μια ενδιαφέρουσα σχετική μελέτη – χοντροειδείς χαρακτηρισμοί αλλά έβγαλαν ουσία) και βάση αυτών να έχουμε λίγο παραπάνω επίγνωση.
Η όλη συζήτηση μου θυμίζει παλιότερες περί τηλεόρασης. Ότι κι αν κάνουμε, νικάει η αδράνεια, η τεμπελιά. Όσο διαδραστική κι αν γίνει, υπάρχουν στιγμές που απλά θέλεις να ξεχαστείς. Το μίσος και το “Άλλο” (με κεφαλαίο “Α”) είναι ταυτόχρονα κίνητρο και εμπόδιο. Πάντα ήταν και πάντα θα είναι. Αφήστε τις τεχνολογικές δικαιολογίες.