Ζαλισμένοι κοιτάμε
διαρκώς
τον φάρο που γυρίζει.
Σαστισμένοι ρωτάμε
πότε και πως
στο σκοτάδι, στον αέρα που γύρω μας σφυρίζει.
Κι όταν χαμένοι
δούμε επιτέλους φως
δεν βλέπουμε το φρέσκο χορτάρι που μοσχομυρίζει.
Τυφλωμένοι.
Τυφλωμένοι μερικώς
χασομεράμε κι άλλο, κι ο φάρος γυρίζει.
Τυφλωμένοι
αυτός γυρίζει συνεχώς
αλλά εμείς στο σκοτάδι μένουμε και πήζει.