Νέα Υόρκη
Παρατήρησαν λοιπόν, ότι τα περισσότερα παιδιά ηλικίας τριών ετών ήταν σε θέση να θυμηθούν πολλά απ’ όσα τους είχαν συμβεί 12 μήνες πριν και αυτές οι αναμνήσεις, διαρκούσαν έως την ηλικία των πέντε με έξι ετών, σε ποσοστό από 63% έως 72%.
Ωστόσο, από την ηλικία των επτά ετών και έπειτα, οι αναμνήσεις άρχισαν να εξασθενούν με την πάροδο του χρόνου. Στην ηλικία των οκτώ έως εννέα ετών, τα περισσότερα παιδιά μπορούσαν να πλέον να ανακαλέσουν στη μνήμη τους μόνο το 35% των εμπειριών που είχαν πριν την ηλικία των τριών ετών.
Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι αυτό συμβαίνει επειδή αλλάζει ο τρόπος δημιουργίας των αναμνήσεων στον ανθρώπινο εγκέφαλο, καθώς μεγαλώνει. Πριν την ηλικία των επτά ετών, οι αναμνήσεις σχηματίζονται με «ανώριμο τρόπο», δηλαδή χωρίς τα παιδιά να έχουν συναίσθηση του χώρου ή του χρόνου τις αναμνήσεις τους. Όσο όμως ο άνθρωπος μεγαλώνει, τόσο οι αναμνήσεις σχηματίζονται με πιο συνειδητό τρόπο.
Η Δρ Μπάουερ σημειώνει επίσης ότι, «τα παιδιά ξεχνούν ευκολότερα συγκριτικά με τους ενήλικες, συνεπώς είναι δύσκολο οι πρώιμες παιδικές αναμνήσεις να επιβιώνουν στην ενήλικη ζωή του ατόμου».
«Όμως, εάν κάποια παιδική ανάμνηση καταφέρει να συντηρηθεί στον εγκέφαλο μετά το δέκατο έτος ζωής, τότε υπάρχουν πολλές πιθανότητες ο άνθρωπος να μπορεί να την ανακαλέσει ακόμη και στα βαθιά γεράματά του», επισημαίνει η Δρ Μπάουερ.
Επιμέλεια: Μαίρη Μπιμπή
health.in.gr, ΑΠΕ-ΜΠΕ