(Διογένης Λαέρτιος, Βίοι Φιλοσόφων I, 34- Πλούταρχος, Σόλων ό)
Ό Θαλής ό Μιλήσιος (624-545 π.Χ.), δ πρώτος από τους’Ίωνες φιλοσόφους, μαθηματικός και αστρονόμος κα\ ενας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδος, θεωρείται δίκαια ώς ό ιδρυτής της επιστημονικής σκέψης στήν ιστορία τοΰ ελληνικού κάι κατ’ έπέκτασιν τοΰ ευρωπαϊκού πολιτισμού. Μεταγενέστεροι συγγραφείς, ‘Έλληνες και Ρωμαίοι, εκτός από -σχετικά λίγα- αποσπάσματα από τό έπιστημονικό-φιλοσοφικό του ‘έργο, παραθέτουν μαρτυρίες ή ανέκδοτα γιά τήν κοινωνική του δράση κα\ τήν προσωπικότητα του.’Έτσι π.χ. από τον Ηρόδοτο (I, 170) μας είναι γνωστή η ρηξικέλευθη πρότασή του προς τους συμπατριώτες του εν όψει της περσικής απειλής τό 540 π.Χ. νά ιδρυθεί γιά τήν άπο- τελεσματικώτερη άμυνα ενα ομοσπονδιακό κράτος, από τον Αριστοτέλη μιά έξυπνη οικονομική επένδυση (ενοικίαση των ελαιουργείων της Χίου και Μιλήτου μέ χαμηλή τιμή με βάση τήν πρόβλεψη γιά μιά καλή σοδειά), τήν όποια, όπως αναφέρεται στο σχετικό εδάφιο των «Πολιτικών» (I, I259a 6 κ.έξ.) εκαμε ο Θαλής ό’χι επειδή ήθελε νά πλουτίσει, αλλά γιά νά δείξει σ’ αύτους που τον χλεύαζαν έξ αίτιας της πενίας του (λέγοντας οτι ή Επιστήμη είναι ανώφελη), οτι ό επιστήμων μπορεί με τις γνώσεις του νά γίνει οποτε θέλει πλούσιος, αλλά δεν είναι ο πλούτος εκείνο πού τον ενδιαφέρει. Ή αληθοφάνεια της πληροφορίας μπορεί νά αμφισβητηθεί -κα\ αμφισβητήθηκε στην σύγχρονη έρευνα- όπως αμφισβητήθηκε ήδη από τον Ηρόδοτο ή πολύ διαδεδομένη στους’Έλληνες διήγηση («πολλός λόγος Ελλήνων») γιά τό πώς ό Θαλής πέτυχε ώς σύμβουλος τού Κροίσου τήν διάβαση τού ποταμού Άλυος από τον στρατό τού Λυδού βασιλια κατά τον πόλεμο εναντίον τού Κύρου (I, 75)· Εκείνο πάντως πού δύσκολα μπορεί νά αμφισβητηθεί είναι ή γενική εντύπωση γιά τον Μιλήσιο φιλόσοφο: Είναι ό επιστήμων πού τον ενδιαφέρει τόσο ή έρευνα οσο και ή πράξη, οχι όμως ή χρησιμοθηρική αξιοποίηση της γνώσης – ενας τρόπος ζωής πού χαρακτηρίζει, σέ αντίθεση προς τήν σύγχρονη, τήν αρχαία ελληνική επιστήμη σέ ολους τους τομείς της.
Τά δύο ανέκδοτα πού ακολουθούν διαφορετικά ώς προς τήν προέλευση και τήν σκοπιμότητά τους, φωτίζουν με τό χιούμορ που τά διακρίνει δύο διαφορετικές πτυχές αυτού τού τρόπου ζωής -τήν αφοσίωση στήν ερευνά κα\ τήν πρακτική σοφία- τήν όποια συνοδεύει ι’σως κάποια απαισιόδοξη αντίληψη τής ζωής.
Ι. Ό σοφός Θαλής, ό μακρινός ουρανός και τό κοντινό
πηγάδι.
«Λέγεται δ’ αγόμενος υπό γραός έκ τής οικίας, ι να τά άστρα κατανόηση, εις βόθρον έμπεσειν και αύτω άνοιμώξαντι φάναι τήν γραύν “συ γάρ, ώ Θαλή, τά εν ποσιν ου δυνάμενος ιδεϊν τά έπι τού ουρανού οΐει γνώ- σεσθαι;”» (Διογένης Λαέρτιος, Βίοι Φιλοσόφων, I, 34)·
Λέγεται μάλιστα οτι ό Θαλής, ενώ είχε φύγει, συνοδευόμενος άπό κάποια γριά, άπό τό σπίτι του γιά νά εξετάσει τά άστρα, επεσε σέ ενα λάκκο και ότι ενώ κραύγαζε άπό τον πόνο, τοΰ ειπε ή γριά’ «Θαλή μου εσύ, ενώ δέν μπορείς νά δεις αυτά που βρίσκονται στά πόδια σου μπροστά, πιστεύεις πώς θά μάθεις εκείνα που είναι ψηλά στον ουρανό;»
[Τό ϊδιο ανέκδοτο παραθέτει στο διάλογο του «Θεαίτητος» (i74a) ο Πλάτων, οπού όμως αντι τής γριάς αναφέρεται μία κοπέλλα άπό τήν Θράκη, προφανώς δούλη, «εμμελής κα\ χαρίεσσα», και άντι του «βόθρου» πηγάδι (φρέαρ). Είναι προφανές οτι ή άναφορά τής γριάς επινοήθηκε γιά νά κάνει πιο κωμική τήν εντύπωση άπό τό πάθημα τοΰ «άφηρημένου» φιλοσόφου].