Άπό τήν εποχή κατά τήν όποια οί άρχαΐοι’Έλληνες απέκτησαν συλλογική συνείδηση, όπως δείχνει ή χρήση συλλογικοΰ εθνικού ονόματος («Πανέλληνες» αρχικά, «Ελληνες» κατόπιν), δηλ. τον go/So αί. π.Χ., ε ως τήν εποχή κατά τήν όποια έχασαν τήν εθνική τους ελευθερία άπό τους Ρωμαίους (2ος αί. π.Χ.) είχαν νά άντι- μετωπίσουν διάφορες δυσκολίες: τήν συνεχή φτώχεια, τις περιπέτειες τής μετανάστευσης, τις εισβολές «βαρβάρων», προπάντων δμως τον ΐδιο τους τον εαυτό: Τις εσωτερικές συγκρούσεις στις πόλεις, τους εξωτερικούς πολέμους τής μιας πόλης εναντίον τής άλλης. Στον 6ο αι. π.Χ., εξαιτίας προφανώς τής πολιτικής και κοινωνικής άστάθειας τής εποχής αναζητήθηκε -ιδιαίτερα στά κατώτερα κοινωνικά στρώματα- ή υπέρβαση τής πραγματικότητας στις μυστηριακές λατρείες και στήν ‘Ορφική θρησκεία πού ύπόσχονταν τήν «ευδαιμονία» στήν μεταθανάτια ζωή. Η τάση αυτή, πού θά οδηγούσε σέ ενα δογματικό τρόπο σκέψης και συνεπώς στήν κατάργηση τής πνευματικής ελευθερίας, χάρη στο αντίθετο μεγάλο πνευματικό ρεϋμα πού ήλθε από τήν’Ιωνία τήν ΐδια εποχή, δέν επεκράτησε. Τό αίσθημα τής ελευθερίας και ή εθνική αυτοπεποίθηση, πού ενισχύθηκαν ιδιαίτερα μέ τις νΐκες τών Περσικών πολέμων, αποτελούσαν, ώς γνωστόν, βασικούς παράγοντες τής μεγάλης πολιτιστικής δημιουργίας τού επόμενου 5ου αί. και είχαν καθοριστική σημασία ακόμη κα\ γιά τήν Ιδια τήν αντίληψη τής ζωής στους άρχαίους’Έλληνες κατά τήν ‘ίδια έπο- λή-
Κέντρο αυτής τής ζωής ηταν τότε, όπως κα\ αργότερα, ή δημοκρατική πόλη-κράτος, μέ ολα τά θετικά και ολα τά αρνητικά χαρακτηριστικά τής άμεσης δημοκρατίας. Σέ αυτήν διαμορφώθηκαν τρόποι ζωής και εκφράσθηκαν -μέ ποικίλους τρόπους- οι αξίες της, μέ τον προσανατολιστικό αλλά και δεσμευτικό γιά τό άτομο ρόλο που έχουν -και πρέπει νά ‘έχουν- οι αξίες σέ κάθε εποχή. Γιατί ελευθερία δεν ηταν γιά τους πολίτες τών δημοκρατικών πόλεων ηθική αναρχία” κα\ δεν μπορούσε νά είναι γιατί κάτι τέτοιο θά οδηγούσε στήν αυτοκατάργηση τής πόλης. Αυτές οί ηθικές αξίες παρουσιάζονται μέ μοναδικό γιά τήν παραστατικότητα και τον πλούτο τών παρατηρήσεων τρόπο από τον Αριστοτέλη ώς «αρετές» στο έργο του «Ήθιχά Νικομάχεια», προβάλλονται όμως μέ ποικίλες μορφές στήν τέχνη – ιδιαίτερα στήν ποίηση- και (έν μέρει) -από διάφορες αφορμές- στους πολιτικούς λόγους όπως και σέ επίσημα κείμενα, δηλ. τους νόμους και τά ψηφίσματα. Αντίθετες συμπεριφορές που οφείλονταν στις ανθρώπινες αδυναμίες ή σέ ορισμένες (έκτακτες) περιστάσεις αντιμετωπίζονταν μέ τήν σάτιρα ή τό χιούμορ. Συγκεκριμένα παραδείγματα παρατίθενται στο βιβλίο, εδώ άρκεϊ μία γενική παρατήρηση γιά τήν κατανόηση και τών δυο: Στήν αρχαία Ελλάδα υπάρχουν, επειδή ή ελληνική πόλη-κράτος μπορεί παρά τις οποίες αδυναμίες της νά συνδυάζει τήν ιδέα τής ελευθερίας μέ τήν ηθική τάξη.Ή κατοπινή ιστορική εμπειρία δείχνει οτι οπού υπάρχει κάποια ηθική τάξη, αλλά δέν υπάρχει ελευθερία, σάτιρα και χιούμορ είναι αδύνατα η -αν υπάρχουν- δημοσιεύονται μόνον όταν κατευθύνονται άπό τήν εξουσία πού «εγγυάται» τήν ηθική τάξη και αποβλέπουν, ώς γνωστόν. στήν «ελεγχόμενη» εκτόνωση τών «υπηκόων»’ αυτό συνέβη στά ολοκληρωτικά καθεστώτα τοϋ 20ού αιώνα. Σάτιρα η χιούμορ φαίνεται όμως αρκετά δύσκολο νά υπάρχουν στην περίπτωση τής ηθικής αναρχίας ή οποία καλύπτεται μέ τήν ιδέα τής ελευθερίας, για τον λόγο οτι δεν γίνονται αισθητές οί αντίθετες προς τις ηθικές άξιες συμπεριφορές ή παρεκκλίσεις* τό μοναδικό παράδειγμα πού γνωρίζω είναι ό λεγόμενος δυτικός πολιτισμός στήν σημερινή του κατάσταση.
Η αμεσότητα τής κοινωνικής επαφής κα\ μάλιστα σέ διαφορετικούς χώρους είναι επίσης μία άλλη βασική προϋπόθεση γιά τήν κατανόηση τοΰ χιούμορ των αρχαίων Ελλήνων: Στις θρησκευτικές γιορτές κα\ στούς διάφορους αγώνες, στο θέατρο κάί στά συμπόσια, στις συνεδρίες τής εκκλησίας τοϋ δήμου και τής βουλής, στά δικαστήρια κα\ στήν άγορά, όπως και σέ ορισμένα καταστήματα, δηλ. κουρεία, καπηλεία (παντοπωλεία), σκιραφεΐα «κυβευτήρια») οί πολίτες συζητούσαν γιά πρόσωπα ή πράγματα τής δημόσιας άλλά και τής καθημερινής ζωής’ στις συναναστροφές αυτές δεν ελειπε τό χιούμορ. Υπάρχουν άρκετές ενδείξεις γιά τό οτι άστεΐα πού λέγονταν κατά τις συναναστροφές αυτές χρησιμοποιούνταν στον εντεχνο λόγο, δηλ. τήν κωμωδία1. Τήν σημασία αυτής τής άμεσης κοινωνικής επαφής διαπιστώνει κανείς (έξ άντιθέτου) σήμερα: ή εσωστρέφεια πού χαρακτηρίζει τον σύγχρονο τρόπο ζωής εχει (μεταξύ των άλλων) ώς συνέπεια κα\ τήν ελλειψη πηγαίου χιούμορ κα\ τήν άντικατάστασή του άπό τά (κατά κανόνα) πολύ χαμηλής ποιότητας (και οχι σπάνια χυδαία) κωμωδικά κατασκευάσματα τών τηλεοπτικών σταθμών.
“ΤΡΟΠΟΙ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΧΙΟΥΜΟΡ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ” του Ι. Τουλουμάκου.