Το 1979, στην αρχική ιδρυτική διακήρυξη της Νέας Δημοκρατίας, το ιδεολογικό στίγμα του Κοινωνικού Φιλελευθερισμού αντικατοπτρίζει την ευφορία της μεταπολίτευσης. Στην πραγματικότητα, ο κοινωνικός φιλελευθερισμός, που έπαιξε σε Ευρωπαϊκό επίπεδο σημαντικό ρόλο στην οικοδόμηση και νομιμοποίηση του «κράτους κοινωνικής ευημερίας», ήταν η αυτονόητη πραγματικότητα, στο πνεύμα της νεοσύστατης Δημοκρατίας και τον απόηχο της τραυματισμένης δημοκρατικής συνείδησης και της ανανέωσης των Συνταγματικών ελευθεριών. Σύμφωνα και με την οικονομική ευφορία της δεκαετίας του ’80, η υλοποίηση της ελευθερίας, νοούμενης τότε και ως δυνατότητας εκπλήρωσης προσωπικών στόχων, προαπαιτούσε και την ύπαρξη των οικονομικών και κοινωνικών πόρων, και ενός κοινωνικού κεφαλαίου που μόνο ένα δημοκρατικό κράτος κοινωνικής ευημερίας μπορούσε να διαθέσει.
Και μετά ήρθε ο σοσιαλισμός, που υιοθετήθηκε από μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας ως ο «κληρονόμος» της φιλελεύθερης παράδοσης. Ο «κοινωνικός φιλελευθερισμός» με τη νέα διευρυμένη έννοια της ελευθερίας που επαγγελόταν, «ανασκεύαζε» κατά τους ιδεολογικούς διαμορφωτές του τη δημοκρατική παράδοση, προσφέροντας τις συνταγματικές ελευθερίες στο ανασκευασμένο «πακέτο» «συμβόλαιο με το λαό», προετοιμάζοντας έτσι τη νέα ορολογία του κέντρου και το δρόμο για την ηγεμονία των σοσιαλιστικών ιδεών.
Το αίτημα για μια «νέα ελευθερία», σύμφωνα και με τους πολιτικούς αναλυτές της εποχής, «στην ουσία δεν ήταν παρά ένα νέο όνομα για το παλιό αίτημα της ίσης κατανομής του πλούτου.
Όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η υπόσχεση μιας διευρυμένης ελευθερίας υπήρξε το ισχυρότερο όπλο της σοσιαλιστικής προπαγάνδας και ήταν καθοριστική για την πρόσδεση ολοένα και περισσότερων φιλελεύθερων στο άρμα του σοσιαλισμού και του κατά πολλούς κεντρο-αριστερού κέντρου.
Σε ελληνικές αντιστοιχίες και σε σημειολογικό επίπεδο, ο πρωτεργάτης της αποκατάστασης της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής κατακυρώθηκε στη συλλογική συνείδηση σαν «η ψυχή της Δημοκρατίας» και της κεντρο-δεξιάς παράδοσης, την ίδια στιγμή που το ΠΑΣΟΚ αυτο-προσδιοριζόταν σαν «η Δημοκρατική παράταξη», έχοντας στο δυναμικό του και τον συνειρμικό πρόγονο της παράταξης «Γέρο της Δημοκρατίας».
Καθείς με τα όπλα του και τη δική του πλευρά της αλήθειας. Και όλοι μαζί για τη Νέα Μεταπολίτευση, την «επανίδρυση του κράτους» και την αναζήτηση του Νέου Κέντρου.
Γιατί στην πραγματικότητα, τόσο η Συνταγματική Αναθεώρηση όσο και το ιδεολογικό στίγμα που επιχειρούν να εκπέμψουν συνολικά σήμερα τα κόμματα και το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα της μετα-μνημονιακής εποχής, δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια ανακατάταξη του ιδεολογικού χάρτη και ένα παιχνίδι συμβόλων που επιχειρούν να μονοπωλήσουν εκτός από τις αυτονόητες συνταγματικές ελευθερίες και το πολυπόθητο Νέο Κέντρο.
Γι΄αυτό δεν είναι απορίας άξιο ούτε ότι η συγκυβέρνηση έδειξε τις «ευαισθησίες» της στο μήνυμα «40 χρόνια Δημοκρατίας», που αποτέλεσε τον κεντρικό μήνυμα για τα γενέθλια της Ν.Δ., ανταπαντώντας με στόμφο ότι το ΠΑΣΟΚ έχει οριστεί στη συνείδηση των πολιτών σαν «η Δημοκρατική παράταξη», ούτε ότι το σημερινό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ έχει ουκ ολίγες ομοιότητες με την ιδρυτική διακήρυξη της Νέας Δημοκρατίας…
Εκλογικά σενάρια ιδεολογικής φαντασίας.
Προοδευτικά αλλά σταθερά, τα τελευταία τρια χρόνια, μαζί με τους «νεόπτωχους» βάλαμε στο λεξιλόγιό μας και τους multi culti «νεο-κεντρώους» από όλο το φάσμα της δημοκρατικής παράταξης, με την αξιωματική αντιπολίτευση να επιχειρεί να το μονοπωλήσει, εισάγοντας τους δικούς της ευφάνταστους όρους και ερμηνείες της συνταγματικής πραγματικότητάς μας, με νεολογισμούς όπως το αυτονόητο «δικαίωμα στη ζωή» και το «δικαίωμα στον έρωτα», προκειμένου να τοποθετηθεί ως «κληρονόμος» του ΠΑΣΟΚ και της κεντρο-αριστερής βάσης του…
Στον απόηχο μιας κρίσης ταυτότητας που κυριολεκτικά «μηδένισε το κοντέρ» του πολιτικού συστήματος αλλά και αυτής της ίδιας της ιστορικής ιδεολογικής μνήμης, που έφερε την κοινωνία και τους πολίτες κυριολεκτικά αντιμέτωπους με το πολιτικό σύστημα, προκαλώντας και την απογείωση της ισοπεδωτικής θέσης «όλοι ίδιοι είναι», οι ιδεολογικές ανακατατάξεις θεωρούνται αυτονόητες. Το ίδιο και η ανακατανομή δυνάμεων.
Όμως πες μου τι κέντρο είσαι να σου πω τι ψηφίζεις: Κολωνάκι, Μοναστηράκι, Πατήσια, παράκεντρο, προάστειο; Η επιχείρηση «κόβουμε και ξαναμοιράζουμε» και η μονοπώληση ή ακόμα και στρέβλωση των αυτονόητων στο εσωτερικό των παρατάξεων, δημιουργεί «προσωποποιημένα» μοντέλα ηγεσίας που δεν φαίνεται να συνάδουν με εκείνα που στέγαζε το Κέντρο και ξέραμε από προηγούμενες δεκαετίες.
Σε μια χώρα που η συζήτηση ξεκινά πάντα με οικονομικούς όρους -«τι χρωστάμε» και «τι μας χρωστούν»- η ιδεολογία θολώνει και το «ήθος» της πολιτικής ζωής γίνεται «ύφος», καλούμαστε στις επόμενες εκλογές να δώσουμε ψήφο εμπιστοσύνης σε ένα νέο κέντρο, το μοντέλο εξουσίας του οποίου παραμένει αδιευκρίνιστο. Ο καθένας φέρνει στο τραπέζι τη δική του αλήθεια, σε ένα power game που παίζει πια με τις λέξεις. Η ελληνική γλώσσα προσφέρεται εξάλλου για διττές σημασίες, αφού η λέξη «χρέος» εκτός από οφειλή σημαίνει και την ηθική μας.
«Πόσες αλήθειες ακόμα και πόσες φορές;» είχε αναφωνήσει ο πρώτος Κυβερνήτης Ι. Καποδίστριας; Και είναι αλήθεια ότι μας έπεσαν πολλές οι «προσωπικές αλήθειες» τελευταία και κάποιοι ίσως να χάσαμε και το κέντρο μας.
Σε αναζήτηση λοιπόν του νέου, αεράτου και «ζεν» κέντρου μας, πάμε όλοι μαζί: Οοομμμ…