Ήταν Τρίτη ή Τετάρτη βράδυ. Πάνε είκοσι χρόνια τουλάχιστον. Εγώ με τα αθλητικά είχα σταματήσει να ασχολούμαι από έφηβος. Η υπόλοιπη παρέα είχε μαζευτεί στου Στέλιου και είπα θα περάσω να τους δω.
Δεν ήμουν πάντα τόσο μπλαζέ. Σαν παιδί όλη μέρα μπάλα έπαιζα. Όλη μέρα. Κάθε μέρα. Συνέχεια. Διαρκώς. Χωρίς διακοπή. Έκοβα από αθλητικές εφημερίδες και κόλλαγα σε τετράδια. Με τρανζίστορ κάθε Κυριακή μη και χάσω φάση. Με την μπάλα είτε με άλλους ή μόνος έξω από το γκαράζ. Με τις ώρες. Κάθε μέρα. Όλη μέρα. Συνέχεια. Διαρκώς.
Μια Κυριακή έπαιζα και στην τοπική ομάδα. Δεξί μπακ. Μπήκα αλλαγή στην αντρική ομάδα καθότι μόλις 15 χρονών. Ήμουν όμως γρήγορος. Σε μια φάση φεύγω βολίδα μπροστά. Ένας λιδγιασμένος 40άρης αντίπαλος με κλάδεψε. Έτσι ξερά, αντιαθλητικά και χυδαία. Νόμιζα ότι το έσπασα το πόδι, δεν είχα ξανανιώσει τέτοιο πόνο. Το ηλίθιο ποδοσφαιρικό παπούτσι του είχε χτυπήσει την πανοπλία της γάμπας μου με όλη του τη δύναμη. Επειδή βαριόταν να τρέξει. Επειδή σιγά μην έτρωγε κόκκινη. Έφαγε κίτρινη. Εγώ βγήκα. Έχασα την προπόνηση την Τρίτη και την Τετάρτη ένας φίλος με κάλεσε να δούμε στο Ολυμπιακό στάδιο ένα ματς. Ελληνική ομάδα κόντρα σε ιταλική για ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. 0-0 το ματς, το πάλευαν οι Έλληνες και στο 45′ ακριβώς σκοράρουν. Αλλά όχι, ο διαιτητής θεώρησε σκόπιμο να ακυρώσει το γκολ γιατί λέει έληξε ο χρόνος πριν περάσει την γραμμή.
Όπως ήταν αναμενόμενο οι χούλιγκανς τρελάθηκαν. Κροτίδες, φωτοβολίδες και ξύλο είχε αρχίσε στο πέταλο του ΟΑΚΑ ενώ εμείς κυριλέ στις VIP θέσεις του φίλου μου είπαμε να πάμε λίγο έξω για πορτοκαλάδα. Ξαφνικά κάτι αντιλήφθηκα με την περιφερειακή μου όραση:
-Τρέξε! Φώναξε ο Χρήστος
Είχα συνέλθει από την κλωτσιά του λιγδιάρη 40άρη και σπρίνταρα καλά. Αλλά εκεί στην αρχή του ρεπρίζ μου πρόλαβα να δω το χέρι ενός ΜΑΤατζή να αρπάζει έναν χούλιγκαν από τα μαλλιά και να τον σκάει στο γόνατο. Θεαματικό. Κινηματογραφικό. Αηδιαστικό.
Έκτοτε ούτε ελληνικό πρωτάθλημα βέβαια. Ούτε Champions League. Ούτε καν Μουντιάλ. Στο Euro2004 φώναζα μόνος μου ότι ήταν στημένο. Δεν με νοιάζει. Τι ομάδα είσαι; Τίποτα. Καθόλου. Ποτέ. Συνέχεια.
Αυτά σκεφτόμουν καθώς έμπαινα στο σπίτι του Στέλιου εκείνη την Τετάρτη βράδυ. Ήμουν με τα ρούχα της δουλειάς. Παλιότερα θα ήμουν με φόρμα από την μπάλα. Έβγαλα τα παπούτσια στο χωλ και άφησα το σακάκι κάπου. Έπαιζε τηλεόραση, ήταν όλη η παρέα εκεί και έβλεπε. Εκεί, έτσι απλά έγινε.
Θυμάμαι σαν σήμερα τη στιγμή που το μάτι μου έπιασε την γωνία της τηλεόρασης. Μια κόκκινη φανέλα. Ήταν Ολυμπιακός η μια ομάδα. Μπάσκετ το άθλημα. Αλλά δεν είχε σημασία γιατί πλέον το θέμα έγινε μεταφυσικό. Σαν να βγήκα από το σώμα μου, σαν να ήταν όλο μου το κεφάλι μια ιδέα, κάτι που δεν έμπαινε σε λόγια, κάτι απλό και ξεκάθαρο.
“Ο γαύρος πρέπει να χάνει.”
Σε θεό δεν πιστεύω. Αν υπήρχε, αυτός το είπε. Δεν ήταν θρησκευτικό το θέμα. Σαν την παλίρροια, σαν τσουνάμι, σαν την ανατολή του ήλιου σταθερά και ήρεμα.
“Ο γαύρος πρέπει να χάνει.”
Όταν εξηγώ τι έγινε πολλοί γελάνε. Νομίζουν ότι είμαι κάποιος φανατικός αντιΟλυμπιακός. Δεν έχει φανατισμό. Απλά έτσι είναι.
“Ο γαύρος πρέπει να χάνει.”
Βέβαια η ανώτερη οντότητα δεν “είπε” κάτι. Δεν είπε “γαύρος”. Απλά μου το επικοινώνησε χωρίς λόγια. Κάπως έτσι θα είπε και ο Θεός στον Μωυσή τις τρεις εντολές. (Δέκα ήταν παλιά, τώρα ο κόσμος δεν μπορεί να συγκεντρωθεί τόσο πολύ.)
Τόσα χρόνια αργότερα το έχω αναλύσει πολύ. Είναι σαφές ότι ο “γαύρος” είναι σύμβολο. Κάθε αδικία στον κόσμο, είναι γαύρος. Κάθε στημένο ματς, κάθε θεατρινίστικο φάουλ, κάθε χυδαία ενέργεια παιχτών, προπονητών και παραγόντων της συγκεκριμένης ομάδας αποκτά υπερανθρώπινη διάσταση. Παγκόσμια ειρήνη, αγάπη και συναδέλφωση απεδώ, γαύρος ακριβώς στην αντίθετη. Αθλητικό πνεύμα, ευγενική άμιλλα και άλλα τέτοια αγαπησιάρικα απεδώ; Γαύρος απέναντι. Όσο απέναντι γίνεται.
Ένα από τα πιο ελπιδοφόρα συμβάντα των τελευταίων χρόνων μου έτυχε πρόσφατα. Παιδί από οικογένεια γαύρων. Είχε φάει όλη την γαυροπροπαγάνδα. Βρώμαγε γαυρίλα η κάθε του κουβέντα. Αυτήν την ψευτομαγκιά και χυδαιότητα που καλλιεργεί η συγκεκριμένη ομάδα στους οπαδούς της. Και ξαφνικά αλλάζει ομάδα!
“Μα πως; Πως το πήρες απόφαση;”
-Δεν ξέρω…κάτι δεν μου πάει καλά. Δεν βγάζει νόημα να είσαι Ολυμπιακός. Δεν ταιριάζει με τον κόσμο που θέλω να ζω.
Κάπως έτσι αρχίζει η επανάσταση. Κάπως έτσι θα χτίσουμε την Ελλάδα.