Συνέντευξη στη Μαρκέλλα Καζαμία
– Πώς ήταν να μεγαλώνεις σε ένα καλλιτεχνικό περιβάλλον; Τι σημαίνει αυτό για ένα παιδί και πώς μπορεί να το επηρεάσει;
Είναι μαγικό. Μεγάλωσα μέσα στο θέατρο λόγω του πατέρα μου Νίκου Βασταρδή. Σε ηλικία πέντε χρόνων εγώ έβλεπα Σαίξπηρ, Ίψεν, Τσέχωφ, αρχαία τραγωδία… Έβλεπα έναν ολόκληρο κόσμο να φτιάχνεται μέσα από τα σκηνικά και να ζωντανεύει μέσα από τις πρόβες. Αυτό μου μεγάλωσε την ήδη μεγάλη φαντασία μου… μ’ έκανε από πολύ μικρή να ονειρεύομαι και να δημιουργώ δικούς μου κόσμους και μετά να τους βάζω στο χαρτί. Με έφερε σε επαφή με σπουδαία κείμενα, την εποχή που άλλα παιδιά διάβαζαν παραμύθια, εγώ διάβαζα μεγάλους συγγραφείς… Και όταν τέλειωνα το Λύκειο και ήθελα να γίνω άλλα πράγματα, όπως για παράδειγμα γιατρός, ένιωσα ότι σε κανέναν άλλο χώρο δεν θα μπορούσα να υπάρξω και να εκφραστώ… Παρά μόνο στον καλλιτεχνικό.
– Πότε ξεκίνησες για πρώτη φορά να γράφεις; Τι ή ποιος σε οδήγησε σε αυτό το μονοπάτι;
Το είπα και πριν. Ήμουν παιδί, ζούσα σε ένα σπίτι γεμάτο σπουδαία βιβλία και παράλληλα έβλεπα τον πατέρα μου στο θέατρο να μεταμορφώνεται σε διάφορα πρόσωπα, άκουγα το λόγο σπουδαίων συγγραφέων. Επειδή ήμουν ασθενική, έμενα πολύ σπίτι και διασκέδασή μου ήταν το διάβασμα. Όταν μου τέλειωναν τα βιβλία, άρχιζα να γράφω δικές μου ιστορίες και να ζω περιπέτειες ηρώων μέσα από αυτές. Αργότερα όταν μεγάλωσα, η φιλία μου με την Μαλβίνα Κάραλη ήταν καθοριστική. Μου έμαθε κι άλλους συγγραφείς… και κυρίως ανακάλυψε την τάση μου στο γράψιμο και με έσπρωξε με θέρμη να γράψω. Πρώτα χρονογραφήματα σε περιοδικά, μετά σενάριο για τον κινηματογράφο. Το ΤΡΑΝΖΙΤΟ της Ισαβέλλας Μαυράκη, τηλεταινίες κλπ. Κι ύστερα ήρθε ο Φώσκολος που μου εμπιστεύτηκε κι αυτός πολλά και ο Γιάννης Μπότσης που μου παράγγειλε τις ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ, το καθοριστικό σήριαλ για την καριέρα μου.
– Ποια θέματα σε ιντριγκάρουν όταν γράφεις; Και ποια μηνύματα επιλέγεις να προωθείς μέσα από τα έργα σου;
Πιστεύω στη δύναμη και τη δικαιοσύνη της ζωής, πιστεύω στο ότι μόνο εμείς ευθυνόμαστε για το καλό και το κακό που μας συμβαίνει. Πιστεύω στην αγάπη, στην αυτάρκεια, στη συμπόνια, στην ελευθερία, στον έρωτα. Κι αυτά προσπαθώ να διαπραγματευτώ και να αποδείξω μέσα από τα κείμενά μου. Σαν θέμα χρησιμοποιώ τις ανθρώπινες σχέσεις γιατί εκεί παίζονται όλα τα παιχνίδια και μέσα από αυτές παθαίνουμε και μαθαίνουμε τα πάντα. Και κυρίως τον εαυτό μας.
– Το θέμα της Απιστίας στο θεατρικό «ΟΙ ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΕΣ» πώς σε ενέπνευσε για να προχωρήσεις στη διασκευή του έργου του Στρίντμπεργκ;
Νομίζω ότι το θέμα της απιστίας είναι και διαχρονικό και παγκόσμιο και απασχολεί κάθε άνθρωπο. Τα γιατί και τα πώς της απιστίας μας βάζουν ερωτήματα πάνω σε ζητήματα που αφορούν όχι μόνο τον έρωτα και το ζευγάρι αλλά κυρίως τη σχέση μας με τον ίδιο τον εαυτό μας. Έχω υπάρξει και απατημένη αλλά και μέρος ενός τριγώνου κάποτε και ξέρω, ότι και οι δυο πλευρές είναι χαμένες, αν εμπλακείς σε ανταγωνισμό με την άλλη γυναίκα και θες να «νικήσεις» οπωσδήποτε. Να αποδείξεις ότι εσύ είσαι η πιο σημαντική και η πιο δυνατή… Να πάρεις πίσω οπωσδήποτε τον άλλον. Ακόμα κι αν νικήσεις την αντίζηλο, θα είναι μια μάταιη νίκη, γιατί θα έχεις κάνει τόσες υποχωρήσεις και θα έχεις χάσει τόση ενέργεια, που θα χάσεις τον ίδιο τον εαυτό σου. Στην απιστία μπλεκόμαστε όσοι δεν πιστεύουμε κατά βάθος στον εαυτό μας. Γινόμαστε άπιστοι, για να θρέψουμε τις ανασφάλειές μας… διεκδικούμε τον άπιστο για τον ίδιο λόγο. Κάθε πόλεμος όμως έχει χαμένους κι από τις δυο πλευρές.
– Είναι έμφυτο ταλέντο ή εξάσκηση και εμπειρία η γραφή σεναρίου και η θεατρική γραφή αντίστοιχα;
Είναι και τα δύο. Πρέπει να έχεις την τάση… όχι μόνο να εκφράζεσαι με τον λόγο αλλά κυρίως να «παρατηρείς» και να καταγράφεις τα πάντα γύρω σου. Αυτό νομίζω ότι κάνει τον συγγραφέα. Από κει και πέρα χρειάζεται εξάσκηση και σκληρή δουλειά. Όπως σε κάθε τέχνη και σε κάθε πράγμα.
– Το επόμενο θεατρικό έργο που σχεδιάζεις να ανεβάσεις αφορά το τελευταίο βιβλίο της Μαλβίνας Κάραλη… Γιατί;
Είναι το βιβλίο της ΠΙΟ ΠΟΛΥ, ΠΙΟ ΠΟΛΛΟΙ… Το τελευταίο της βιβλίο που περιέχει, μέσα από έναν μονόλογο-εξομολόγηση, τον αστραφτερό της λόγο και πολλά από τα πιστεύω της και όσα είχε βιώσει. Είναι κατά κάποιον τρόπο η ψυχή της… το πνεύμα της και περιέχει πολλές ιδέες και γεγονότα που απασχολούν όλες τις γυναίκες. Μέσα από αυτό βλέπουμε ερωτηματικά και στάσεις ζωής που κάθε γυναίκα αλλά και κάθε άνθρωπος ζει. Και φυσικά το μεγάλο θέμα του έρωτα, της οικογένειας, της αγάπης… Παράλληλα έχει μέσα μια πολύ όμορφη ιστορία που αξίζει να μεταφερθεί στο θέατρο. Και να ξανακούσει ο θεατής τον υπέροχο λόγο της, που τόσο αγαπούσε.
– Τι θα ήθελες να πεις στους νέους ανθρώπους που τώρα επιλέγουν να μπουν στο χώρο της τέχνης και διστάζουν λόγω των σημερινών δύσκολων συνθηκών;
Να ψάξουν μέσα τους, τους λόγους που τους οδηγούν σ’ αυτό. Αν είναι μια βαθιά ανάγκη να την ακολουθήσουν, αλλά γνωρίζοντας ότι χρειάζεται υπομονή, επιμονή, σκληρή δουλειά, αφοσίωση. Όπως κάθε μεγάλη αγάπη για να πετύχει. Να πιστεύουν στο όραμά τους και να δουλεύουν με ζήλο γι’ αυτό, αλλά παράλληλα να είναι έτοιμοι και να το εγκαταλείψουν αν η ζωή τους αποδείξει ότι δεν κάνει γι΄ αυτούς.
(Δείτε το Δελτίο Τύπου της παράστασης, Οι πιο Δυνατές, εδώ)
Το βιβλίο της Άννας Ανδριανού κυκλοφορεί από τις εδόσεις ΑΣΤΑΡΤΗ