Στάθηκε απέναντι μου στο σαλόνι, μου χαμογέλασε και ένιωσα τόσο γαλήνιος που την έχω. Ήμουν όμως ως συνήθως χαμένος στις σκέψεις μου για να ασχοληθώ μαζί της.
……
Η Πέτρα από την Γερμανία
Η πρώτη που θυμάμαι ήταν εκείνο το κορίτσι του Playboy. Όμορφη, μαγική, γυαλιστερή, τέλεια χωρίς πρόσθετα πάνω της. Πολύ, πάρα πολύ φουντωμένο μαλλί και πολύ πάρα πολύ ροζ make up στα μάγουλά της. Πάνω της σεντόνια παντού να κρύβουν αυτά που τόσο ποθούσα να δω. Ήμουν πολύ μικρός για να ξέρω πώς μοιάζει μια γυναίκα γυμνή.
«Γιατί οι γυναίκες εκθέτουν τόσο πολύ την σάρκα τους; Αργά η γρήγορα δεν θα έχει αξία αυτό..», σκεφτόμουν τότε.
Ήταν του Αγίου Βαλεντίνου και αυτό το κορίτσι κρατούσε μια καρδιά πάνω από την δική της. Η Πέτρα από την Γερμανία.
«Γιατί οι γυναίκες αγαπούν τις ψεύτικες καρδιές;», δεν πήρα ποτέ απάντηση.
Η Άννα η ωραία του χωριού
Δεν είχε όνομα αυτή η κοπέλα είχε περιγραφές μόνο, και ήταν όντως πολύ ωραία. Γκρι μάτια, φονικές καμπύλες, και μεγάλα χείλη. Οι ντόπιοι πήγαιναν στο μαγαζάκι που δούλευε και της έκαναν δώρα. Κάποιες φορές την βλέπαμε με κάποιον από αυτούς να κυκλοφορεί. Την πήγαιναν παντού αλλά ποτέ εκεί που ήθελε αυτή.
«Που θέλεις να πας;” την ρώτησα ένα απόγευμα που ψώνιζα.
Με κοίταξε και είδα έναν άλλο κόσμο να ζωγραφίζεται στα μάτια της.
«Δεν μπορώ να πάω μακριά πια» μου είπε.
Έμαθα αργότερα ότι είχε αρραβωνιαστεί τον γιό του Δημάρχου γιατί έμεινε έγκυος. Οι άντρες σταμάτησαν να της κάνουν δώρα.
Η Μαρίνα το ‘μοντέλο’
Μετά θυμάμαι την κοπέλα στο party της αποφοίτησης. Μαρίνα την φώναξε κάποιος από το bar. Η Μαρίνα ήταν εντυπωσιακά όμορφη, ψηλή, αδύνατη και γυμνασμένη. Μου είπαν πως δούλευε ως μοντέλο σε κάποιο show. Τότε όλες τις ψηλές όμορφες κοπέλες τις λέγαμε μοντέλα. Καθόταν ανάμεσα σε πολλούς καλοντυμένους άντρες με πούρα οι οποίοι την άγγιζαν με κάθε ευκαιρία.
Με κοίταξε με ένα περίεργο θλιμμένο ύφος. Της το ανταπέδωσα. Βρέθηκα δίπλα της για λίγο.
«Θα ήσουν πολύ πιο όμορφη μακριά από εδώ και όλα αυτά», της είπα.
Χαμογέλασε και γύρισε το κορμί της προς το μέρος μου. Δεν ήξερα γιατί. Δεν καταλάβαινα τι περίμενε για να φύγει από εκεί. Μιλήσαμε για αλλά μετά γύρισε πάλι στους άλλους, τους καλοντυμένους που την φλέρταραν σε ένα ανόητο παιχνίδι δύναμης.
Η Νίκη η ‘barwoman’
Στο νησί, στο bar της παραλίας ξεχώριζε μόνο μία κοπέλα. Μελαχροινή με μάτια που πετούσαν σπίθες, ανακατεμένα μαλλιά. Η Νίκη. Κοιτούσε με πάθος και πρόκληση κάθε αρσενικό που πήγαινε εκεί να παραγγείλει. Όλοι την κερνούσαν σφηνάκια και γλυκόλογα.
«Αγόρια μου ζούμε μεγάλες στιγμές! Σήμερα είναι η μέρα μας!», φώναζε ενώ λικνιζόταν.
Κάθε μέρα ήταν η μέρα μας και με δύο ποτά όλες οι στιγμές μοιάζουν μεγάλες. Όλοι οι άντρες την Νίκη ήθελαν γιατί είχε απεριόριστη ενέργεια και λες της έκλεβαν λίγη. Δεν μπορούσε όμως να την έχει κανείς τους. Αυτή καθόταν στον θρόνο της στο bar και έφευγε όταν όλοι είχαμε καταρεύσει νωρίς το πρωί. Ήξερες που θα την βρεις. Εκεί. Πάντα εκεί. Δεν ξέρω τι περίμενε να κάνει στην ζωή της εκεί.
……
Πάνε 20 χρόνια από τότε.
Η Πέτρα, η Μαρίνα, η Άννα, η Νίκη δεν ήταν οι μόνες όμορφες αλλά τις θυμάμαι σαν χθες.
Αναρωτιέμαι που να κάθονται τώρα, τι να κοιτούν και αν ακόμη περιμένουν κάτι. Κρατούν κάπου τα τόσα δώρα μιας ζωής;
«Τα δώρα είναι για να έχεις κάτι να πονάς όταν σε αφήνουν οι αγαπητικοί!», έλεγε μια γιαγιά στην γειτονιά και μας έδειχνε τα δικά της δώρα απ’ όταν ήταν νέα.
Δεν καταλάβαινα τότε γιατί πονούν τα δώρα. Εμείς πονάμε τον εαυτό μας όταν τον δωρίζουμε σε λάθος ανθρώπους για το λάθος κίνητρο. Όχι τα δώρα.
……
Με κοιτούσε τόση ώρα απέναντι από το σαλόνι. Ήρθε δίπλα μου και έκατσε χωρίς να μιλάμε. Με καταλαβαίνει χωρίς να μιλώ μερικές φορές αυτή η γυναίκα και με τρομάζει.
«Τι σκέφτεσαι πάλι και είσαι θλιμμένος;» με ρώτησε.
Πώς να της εξηγήσω ότι σκεφτόμουν άλλες; Πως να εξηγήσεις σε μια γυναίκα τί, γιατί, αν έχει αξία πιά, πόση αξία έχει, όταν έχει μέσα άλλες γυναίκες;
Πώς να εξηγήσεις σε μία γυναίκα πως η βαθιά αγάπη σου γι’ αυτήν ωρίμασε απο όλες τις αδυναμίες και ευαισθησίες που παρατήρησες και έζησες με άλλες γυναίκες;
Έβαλα το χέρι μου στο πρόσωπό της, την κοίταξα και της είπα ξαφνικά:
«Η πιο όμορφη του κόσμου είσαι εσύ».
Τα μάτια της γλύκαναν και μου έδωσε μια αγκαλιά από αυτές που δεν ξεχνάς ποτέ.
Μερικές φορές δεν χρειάζεται να εξηγήσεις πολλά. Δεν είναι αναγκαία τα δώρα. Φτάνει να δίνεις τον καλύτερο εαυτό σου. Και αυτό είναι ίσως αρκετό για μία ολόκληρη ζωή.
«Η πιο όμορφη του κόσμου είσαι εσύ», σκέφτηκα ξανά για να μην το ξεχάσω ποτέ.