Το φθινόπωρο είναι η εποχή που κιτρινίζουν τα φύλλα, ανοίγουν τα σχολεία, στάνταρ γίνονται κάποιες εκλογές και τέλος επειδή πέφτει η θερμοκρασία είναι η ιδανική περίοδος για θεατρικές παραστάσεις και συναυλίες σε ανοιχτούς χώρους.
Η Ιφιγένεια στη χώρα των Ταύρων στην προτελευταία της παράσταση στο Θέατρο Δάσους εγώ στις κερκίδες και όποιος άλλος πρόλαβε. Φίλοι ηθοποιοί μου έχουν πει πως στη τελευταία παράσταση παίζουν ένα παιχνίδι –το αλλαλούμ- μεταξύ τους, αλλάζοντας για παράδειγμα τα λόγια τους, έτσι για την πλάκα. Αλλά τέτοια τύχη σαν τη δική μας εκείνο το βράδυ ούτε η Πάολα, που συνομιλεί με το Θεό.
Οπως και να είχαν τα πράγματα η παράσταση από μόνη της δεν έλεγε και τίποτα σπουδαίο. Η Ιφιγένεια- Αμαλία Μουτούση, είτε ερμήνευε το ρόλο της είτε εκφωνούσε το μετεωρολογικό δελτίο το ένα και το αυτό. Ο Ορέστης-Γιώργος Χρυσοστόμου, απλά έλεγε τα λόγια του, γρήγορα-γρήγορα είναι η αλήθεια, για να ξεμπερδεύει αυτός και μεις μαζί του μια ώρα νωρίτερα. Τέτοια βαρεμάρα ούτε 18αρης μαθητής στο μάθημα των Αγγλικών που έχει ραντεβού αμέσως μετά με τη νέα γκόμενα. Τα σκηνικά μίνιμαλ, ένας ατελείωτος σωρός από ρούχα, ένας τοίχος με ένα χαμηλό πορτάκι και πάνω ψηλά μερικά φωτιστικά με λάμπες νέον, αισθητικής από καντίνα έξω από μπουζουξίδικο της πρώτης τυχαίας επαρχιακής οδού.
Ευτυχώς που ήταν ο χορός των ηθοποιών του ΚΘΒΕ που έσωσε την παράσταση. Συγχρονισμένοι, καλλίφωνοι, με όρεξη έκαναν το καλύτερο δυνατό.
Η παράσταση ξεκίνησε και κυλούσε αργά και βασανιστικά. Ήταν κάτι σαν ένα παιχνίδι νεύρων, ποιος θα έφευγε πρώτος, εμείς οι θεατές ή οι ηθοποιοί;
Και τότε επενέβη ο από μηχανής Θεός: μια άσπρη γάτα που έκανε το γύρο του θεάτρου νιαουρίζοντας για αρκετή ώρα μέχρι κάποιος από το τεχνικό προσωπικό αποφάσισε να την πάρει αγκαλιά και να την απομακρύνει.
Η Ιφιγένεια έλεγε με την πιο άχρωμη φωνή τον πόνο της, ο Ορέστης ξεπετούσε κατεβατά ολόκληρα με μια ανάσα και εμείς στις κερκίδες πασχίζαμε να ακούσουμε τα λόγια διότι όπως έγραψα και στον πρόλογο -αλλά δε με προσέχετε- ο Σεπτέμβριος είναι ο ιδανικός μήνας για θέατρο και συναυλίες και εμείς τα απολαμβάναμε ταυτοχρόνως. Τραγωδία σε πρώτο πλάνο και λαϊκοπόπ συναυλία από τη ΔΕΘ που μια χαρά ακουγόταν ίσαμε με το Θέατρο Δάσους.
Ομολογώ, παρότι προσπάθησα, δεν αναγνώρισα τη γυναικεία φωνή που σκέπαζε με το νταλκά της το έργο του Ευριπίδη. Έκανα κόπο, να μα το Θεό, να παρακολουθήσω την παράσταση.
Κι άξαφνα ήρθε ένα αστραπόβροντο που λέει και το αφεντικό του Ζήκου, μια χλαπαταγή και πήραμε όλα τα ντεσιμπέλ κατευθείαν στο τύμπανο. Τέτοια εισαγωγή ούτε στα χρόνια του Αντρέα πριν βγει ο αρχηγός στο μπαλκόνι. Εγκατέλειψα την παράσταση και άρχισα να σιγοτραγουδάω τις επιτυχίες του Γιώργου Μαζωνάκη που προφανώς είχε ανέβει στη σκηνή. “Τέρμα” το βόλιουμ. Να ξελαρυγγιάζεται να ακουστεί η Ιφιγένεια, ο χόρος το ίδιο και ο Ορέστης κλάιν μάιν.
Να πηγαίνει πάνω-κάτω ο θίασος στους ήχους του “Εχω περάσει και χειρότερα” προσπαθώντας να μας εμψυχώσει, με το Μαζώ στο μπακγκραούντ να μας τρολλάρει:
Έχω περάσει και χειρότερα,
μα αυτή η νύχτα δεν περνάει,
κι αν έρθουν κι άλλα περισσότερα..
Τα παίρνει η Ιφιγένεια και κράζει “Καταστροφή μου” και τραβάει τον Ορέστη από το μανίκι να γυρίσουν μαζί στο Αργος και να που ο αοιδός τη σιγοντάρει με το “Φεύγω για μένα.”
Βγαίνοντας άκουσα μια παρέα να κανονίζει, αφού ενημερώθηκε για το πρόγραμμα των συναυλιών, να πάει ξανά την ακριβώς επόμενη βραδιά, πάλι στης Ιφιγένειας, αλλά οργανωμένα αυτή τη φορά, με το φυστικάκι, κανά σαλαμάκι, το σχετικό καψούλι διάολε, γιατί η Φουρέιρα ρε ψηλέ ξεροσφύρι δε λέει!