Γεννιόμαστε μόνοι, πεθαίνουμε μόνοι. Το διάστημα ανάμεσα σ`αυτές τις δυο μοναξιές, παλεύουμε να μην είμαστε μόνοι.
Μόνη. Μόνος. Να κι άλλες δυο μοναξιές. Στο διπλανό διαμέρισμα, υπάρχει κάποιος που είναι επίσης μόνος. Μπορεί εκείνος κι εγώ να μην ήμασταν τόσο μόνοι αν βρισκόμασταν μαζί αυτή τη στιγμή που γράφω, μόνη. Αλλά ντρέπομαι να του χτυπήσω και να τον ρωτήσω αν νοιώθει μόνος κι αν θα ήθελε να μοιραστεί τη μοναξιά του με εμένα, την μόνη.
Φοβάμαι μην τυχόν και του αρέσει η μοναξιά του. Αλλά , για στάσου, κι αν η παρέα μας είναι καλύτερη από τις μοναξιές μας; Για φαντάσου κι εκείνος να σκέφτεται πως θα ήταν καλύτερα να ήμαστε μαζί αυτό το κάπως αδιάφορο βράδυ. Ίσως να ντρέπεται, να μην θέλει να καταλάβω πως νοιώθει μόνος. Κι εγώ το ίδιο τρέμω. Δεν μου αρέσει οι άλλοι να βλέπουν τις αδυναμίες μου.
Κάποια βράδια σχεδόν ακούω τη μοναξιά του να ουρλιάζει στη δικιά μου. Συνήθως αυτά τα βράδια προσποιούμαι τη δυνατή. Προσποιούμαι πως αγαπώ τις μοναξιές μας και πως είναι ωραία που κάνει ο καθένας ό,τι θέλει στο σπίτι του. Στο κάτω κάτω ο καθένας μας έχει τον καναπέ δικό του. Μόνη εγώ, μόνος κι αυτός.
Καμιά φορά όταν τα πρωινά τον συναντώ και ο καθένας μπαίνει στο αυτοκίνητο του, , σκέφτομαι πως θα ήταν ωραία να μην ήμουν πια μόνη στο αυτοκίνητο. Δεν θα ήταν άσχημα αν μοιραζόμουν τις διαδρομές μου. Φοβάμαι όμως. Όσες φορές μοιράστηκα το ταξίδι της ζωής μου με κάποιον άλλον, τα πράγματα δεν πήγαν και τόσο καλά. Σαν ταξίδι με κακό καιρό. Κινδυνέψαμε. Τρακάραμε, πονέσαμε. Καλύτερα μόνη. Κι εγώ μόνη κι αυτός μόνος κι εσείς μόνοι. Ασφαλής οδήγηση.
Βέβαια απόψε έπεσα πάνω του. Δεν ήθελα να μοιραστώ μαζί του το ασανσέρ, πάντα αποφεύγω να μπούμε μαζί, μια φορά που βρεθήκαμε σε τόσο μικρό χώρο εκείνος κι εγώ, φοβήθηκα στ`αλήθεια ότι θα ήθελα να μοιραστώ μαζί του κι άλλα πράγματα. Καλύτερα μόνη, είχα πει τότε.
Απόψε ήταν αλλιώς. Σκεφτόμουν μέρες τώρα να σταματήσω αυτό το κρυφτό με τις επιθυμίες μου. Ευκαιρία ήταν… ευτυχώς που χάλασε το ασανσέρ.