Είναι μεσημέρι του Σεπτέμβρη, μια αγρότισσα βρίσκεται στο κτήμα για τις καθιερωμένες εργασίες. Ξαφνικά κάποιος την πλησιάζει και της κολλάει ένα μαχαίρι στο λαιμό, ζητώντας χρήματα. Η γυναίκα αντιστέκεται και βρίσκεται μετά από λίγο λιπόθυμη στην άκρη του δρόμου, όπου έφτασε τρέχοντας, ένα βήμα πριν την κατάρρευση και με μερικά σπασίματα και μώλωπες.
Η συνέχεια γνωστή. Μια γυναίκα δακτυλοδεικτούμενη από μια ολόκληρη κωμόπολη,να της κολλάει τη ρετσινιά ενός βιασμού.
Κανείς δεν γνωρίζει τι συνέβη εκείνη την ημέρα, ούτε κι αφορά κανέναν.
Το γεγονός είναι αρκετά τραγικό από μόνο του. Όλοι κλείστηκαν στα σπίτια τους για λίγες μέρες , φοβούμενοι πως οι δράστες ήταν ελεύθεροι και δεν μπορούσαν να ζητήσουν και βοήθεια από την Χ.Α. Ύστερα μαθεύτηκε πως ο δράστης ήταν ένας τύπος, στον οποίο ο σύζυγος της αγρότισσας χρωστούσε χρήματα.
Μην μπορώντας να τα διεκδικήσει από τον ίδιο, επιτέθηκε στην γυναίκα του, αφού πρώτα την είχε παρακολουθήσει. Χρήματα δεν βρήκε κι έτσι ξέσπασε επάνω της.
Κι ενώ κανείς δεν γνώριζε τι συνέβη ακριβώς και οι εικασίες έδιναν κι έπαιρναν, άρχισαν τα διάφορα ανώνυμα blogs να μιλούν για βιασμό και να δίνουν λεπτομέρειες και σενάρια που σίγουρα θα ζήλευε και ο Νίκος Φώσκολος.
Το τραγικότερο όλων όμως, ήταν το γεγονός ότι τα παιδιά της ανακάλυψαν όλες αυτές τις σελίδες που κυκλοφορούσαν από τοίχο σε τοίχο στο facebook και συνδυάζοντας το γεγονός με την επίθεση, που δέχτηκε η μητέρα τους , έφτασαν στο σημείο να αναρωτιόνται για το τι είχε συμβεί στην πραγματικότητα και σε ποιο σημείο εμπλεκόταν η οικογένειά τους.
Ό,τι κι αν έγινε παραμένει ένα τραγικό γεγονός , αυτό που το κάνει τραγικότερο, όμως, είναι ο τρόπος που της φέρθηκαν οι άνθρωποι, που κρύβονται πίσω από τις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης και τα μέσα ενημέρωσης.
Η γυναίκα αυτή σίγουρα πρέπει να επουλώσει την πληγή που της άφησε η επίθεση εναντίον της αλλά και να μάθει να ζει με αυτό το αηδιαστικό βλέμμα, που την κοιτάζουν οι περισσότεροι. Ως ουδέτερο άτομο έτυχε να παρατηρήσω κάποιους λίγες μέρες πριν, που κάθονταν στο απέναντι μου τραπέζι σε μια καφετέρια. Την κοιτούσαν σαν εξωγήινη, λες και όσο πιο επίμονα την κοιτούσαν, θα διάβαζαν κάπου επάνω της, κάτι να γράφει σχετικό με την απάντηση στο ερώτημά που τους έκαιγε.
Τι να έγινε άραγε; Δεν τους απασχολούσε το γεγονός πως ένα τέρας θα μπορούσε να έχει επιτεθεί στην μάνα τους, στην αδελφή τους ή ακόμα χειρότερα στο παιδί τους.
Δεν θα έγραφα για το γεγονός αν δεν άκουγα έναν από αυτούς τους γελοίους τύπους να γελάνε και να βάζουν στοίχημα ότι μπορεί και να της άρεσε. Εκεί εξαντλήθηκε η υπομονή και τους ευχήθηκα να το ευχαριστηθούν και οι ίδιοι ανάλογα όταν τους τύχει. Φυσικά πάγωσαν γιατί ποτέ δεν είχαν σκεφτεί πόσο ευάλωτοι μπορεί να είναι ακόμα κι αυτοί οι υποτιθέμενοι άντρακλες απέναντι στη νοσηρή φύση ενός διεστραμμένου ατόμου.
Ελπίζω ο καθημερινός «βιασμός» από τα στόματα του κόσμου να σταματήσει και η γυναίκα αυτή να επιστρέψει όσο πιο γρήγορα γίνεται στην καθημερινότητα της.
Τελευταία μου ελπίδα όμως είναι οι άνθρωποι να βρουν τις ηθικές αξίες και τους ηθικούς φραγμούς που θα τους βοηθήσουν να ξεπεράσουν το επίπεδο του κουτσομπολιού και να περάσουν σε ένα επίπεδο σεβασμού απέναντι σε έναν άνθρωπο, που πέρασε τόσα πολλά.
Ελπίζω να πάψουν και πάλι με τη συμπεριφορά τους να θυμίζουν στην κάθε γυναίκα σε πόσο ευάλωτη θέση βρίσκεται. Θα ήθελα το κράτος να λειτουργεί αυτεπάγγελτα και να στηρίζει τα θύματα οποιασδήποτε μορφής βίας. Όλα αυτά όμως θα μπορούσαν να συμβαίνουν μόνο στον μικρό μαγικό, ουτοπικό κόσμο, που ονειρεύομαι να ζήσω.