Όταν μου δόθηκε η ευκαιρία να δουλέψω σε ένα μονόπρακτο το οποίο παίχτηκε στο μέγαρο Υπατία, στον πρόλογό της η οικοδέσποινα, για να προϊδεάσει τον κόσμο για το ποια θα παίξει τον χαρακτήρα μιας καθηγήτριας Πανεπιστημίου, έδωσε κάποια επιστημονικά στοιχεία στον κόσμο, λέγοντας εν ολίγοις ότι με τα χρόνια και πολύ αργότερα το χρωμόσωμα που θα επικρατήσει στον πλανήτη θα είναι το Χ.
Δεν μου έκανε καμία έκπληξη αυτή η στατιστική. Το βλέπουμε γύρω μας. Χωρίς να σημαίνει πως είναι απαραίτητα κακό. Απλά το βλέπουμε. Οι άντρες κιότεψαν. Η θηλυκή τους πλευρά αρχίζει και βγαίνει στην επιφάνεια σαν ομίχλη. Ξυρισμένα κορμιά, κρέμες προσώπου, αντιρυτιδικές, υδατικές. Πολλά ντουλάπια μπάνιου έχουν περισσότερα καλλυντικά από κάποιες γυναίκες.
Στα μπαράκια απλά… περιφέρονται. Μόνοι… μπακούρια. Ίσως να περνούν καλύτερα έτσι. Περνούν; Κι αν θέλουν ως άντρες να πλησιάσουν μια γυναίκα, να φλερτάρουν, βρε αδερφέ -πράγμα σπανιότατο, πλέον- δεν έχουν την ίδια δυναμική.
Εντάξει, δεν μνημονεύω την εποχή του Μπαϊρακτάρη, αλλά η ζωή δεν είναι άσπρο-μαύρο. Πρόλαβα το γκρι στη δεκαετία του ’80 και του ’90. Και, οποία έκπληξη, δεν βρωμούσαν οι άντρες που άφηναν τις τρίχες ανέγγιχτες στο σώμα τους. Δεν αναφέρομαι σε αρκούδες. Ας σταματήσουμε να κοιτάμε πάντα τα άκρα.
Ναι, μπορεί το δέρμα τους να μην ήταν τόσο απαλό. Αλλά γιατί πρέπει να είναι το ίδιο απαλό και μεταξένιο σαν το δικό μου; Ναι, μπορεί να ήταν πιο ευέξαπτοι. Πιο κλειστοί στον εαυτό τους γιατί θεωρούσαν ντροπή να ανοίξουν διάπλατα τα εσώψυχά τους. Σε διεκδικούσαν, όμως. Δεν λάκιζαν στο πρώτο “όχι”, που οφείλεις ως γυναίκα να πεις, όπως και να το κάνουμε.
Η διαφοροποίηση υπάρχει, πλέον, μόνο στο γενετήσιο όργανο; Από εκεί κρίνουμε έναν άντρα; Όχι, φυσικά. Ούτε αν έχει πιο πολλές τρίχες από σένα ή από μένα. Απ’ τον ανδρισμό του κρίνεται. Και τι είναι ανδρισμός; Τα μεγάλα καλαμπαλίκια που τα πιάνουν συχνά-πυκνά όσοι τα διαθέτουν;
Οι μεγάλες τσέπες γεμάτες χρήμα; Οι πολλές γκόμενες; Ο παντρεμένος που αισθάνεται μάγκας όταν έχει παράλληλη σχέση και δεν το έχει πάρει χαμπάρι η γυναίκα του;
Έχουν απίστευτη πλάκα κάτι τύποι που στον δρόμο, μου λένε διάφορα. Κάποιες φορές όταν έχω όρεξη και διάθεση για να γελάσω, σταματάω όταν κάποιος πετάει ένα κομπλιμέντο στο δρόμο και όταν δει ότι «πιάνει τόπο», έχει αλλάξει δέκα χρώματα και γλωσσοδέτη μαζί. Κοτούλες και, μάλιστα, ξεπουπουλιασμένες.
Μεταξύ μας, όμως, η μαγκιά γιατί ντε και καλά να είναι αντρικό ιδίωμα; Γιατί και πάλι μεταξύ μας… δεν είναι.
Ο ορισμός της μαγκιάς είναι υποκειμενικός, όπως πολλά πράγματα σ’ αυτή τη ζωή. Μάγκας είναι αυτός που όταν πέσει στα σκατά, θα σηκωθεί, θα πλυθεί και θα ξέρει πώς να τα αποφύγει. Μάγκας είναι κι αυτός που θα προνοήσει να μην πέσει. Άρα… υποκειμενικό. Για μένα μάγκας είναι ο πρώτος, όμως.
Το να σηκωθείς είναι το δύσκολο, όχι να στρίψεις.
Μαγκιά είναι να μοιράζεσαι. Όχι με την έννοια του χιτώνα μόνο. Αλλά και με την έννοια της χαράς και της λύπης. Του συναισθήματος. Να έχεις τ’ αρχίδια να πεις στον διπλανό σου, “δεν γουστάρω τη φάτσα σου, επειδή διακρίνω κακία στα μάτια σου”. Και όχι να το βλέπεις, αλλά να γλείφεις επειδή είναι πιο δυνατός από σένα. Μαγκιά είναι να έχεις το θάρρος της γνώμης σου κι ας ξέρεις ότι μπορεί να μην αρέσει σε κανέναν.
Μαγκιά είναι να είσαι πουτάνα δηλωμένη και όχι να παντρευτείς τον προύχοντα και κατά πολλά χρόνια μεγαλύτερό σου, για να εξασφαλίσεις μια καλύτερη ζωή, αλλά να τη βρίσκεις σεξουαλικά με το παιδί της πισίνας.
Μαγκιά είναι να αγαπάς. Να αγαπάς, όμως. Όχι να συμπαθείς και να πείθεις τον εαυτό σου ότι αγαπάς επειδή βολεύεσαι.
Μαγκιά είναι να διεκδικείς κι ας ματώσεις. Κι ας μην κλείσει ποτέ η πληγή. Θα σου θυμίζει… τη μαγκιά σου.
Μαγκιά δεν είναι το μουστάκι σε αρρενωπό πρόσωπο – είναι γνωστή και η ρήση περί φερεντζέ. Ούτε το μίνι σε υπέροχα, πανύψηλα πόδια. Μαγκιά είναι αυτά τα πόδια να μην τρέμουν σε ψηλοτάκουνα και να περπατάνε σαν μαούνες. Εν ολίγοις, μαγκιά είναι να υπερασπίζεσαι αυτό που επιλέγεις και όχι αυτό που σου διαλέγουν για να είσαι αρεστός, αρεστή.
Μαγκιά είναι οι χρυσαλήτες να τρέξουν κατά ομάδες όπως κάνουν να δείρουν την αλβανική μαφία και όχι τον μοναχικό Πακιστανό σε σκοτεινό δρομάκι.
Ο μπάτσος να σηκώσει κλομπ σε κάποιον που κρατάει κάτι παρόμοιο, έστω ένα μεγάλο καδρόνι και όχι σε παιδάκια, γυναίκες και συνταξιούχους χωρίς τίποτα στα χέρια.
Οι γονείς να αντιμετωπίζουν το πρόβλημα του παιδιού τους και όχι να το βάζουν κάτω απ’ το χαλί μην τυχόν και μαθευτεί το κακό στη λοιπή οικογένεια και γειτονιά.
Ο δάσκαλος να έχει πειθώ και όχι εξαναγκασμό.
Ο άντρας να σέβεται τη γυναίκα γι’ αυτό ακριβώς που είναι και όχι να προσπαθεί να τη βάλει στα δικά του εγωιστικά καλούπια. Το ίδιο και η γυναίκα, φυσικά.
Να πηγαίνεις σ’ ένα μαγαζί και να σου ανοίγουν τις πόρτες επειδή σε σέβονται και όχι βάσει του αυτοκινήτου που θα παρκάρεις στη θέση που σου έχουν κρατήσει με ένα 50ευρο.
Να κάνεις λάθος και να το υποστηρίξεις, γιατί εσύ το έκανες.
Να πεις ψέματα, γιατί όλοι λέμε, ειδικά σε μια κάλπικη κοινωνία, αλλά να μην τολμάς να τα πεις στον εαυτό σου. Γιατί εσένα κοροϊδεύεις.
Να καθαρίζεις τον καθρέφτη σου συχνά, να φεύγει η μάκα από πάνω, επειδή σε κάνει πιο όμορφο ή συμπαθή.
Να κάνεις πράξεις αυτά που λες και όχι απλά να τα λες για να γοητεύσεις. Κι αν δεν έχεις σκοπό να τα κάνεις, να μην τα λες.
Να έχεις αρχίδια στην ψυχή γιατί απ’ τ’ άλλα και τα μοσχάρια έχουν και οι πίθηκοι.
Να σέβεσαι χωρίς απαραίτητα να συμφωνείς.
Να «χτυπάς» εκεί που δεν σε παίρνει.
Να ανοίγεις πόρτες ακόμη κι αν είναι ερμητικά κλειστές.
Να βουτάς σε κύματα ψηλά κι ας γδάρεις τα γόνατά σου. Τα ρηχά, ήρεμα νερά, είναι για τα «χρυσόψαρα». Κι αυτά μπαίνουν σε γυάλες. Κι αν μπεις σε γυάλα… δεν σε σώζει τίποτα.
Ούτε το ψέμα σου, ούτε η δήθεν μαγκιά σου…
Πηγή: protagon.gr