Χειμώνιασε και πάλι, όπως κάθε χρόνο. Μια επαναλαμβανόμενη ρουτίνα κάθε εποχή. Το τζάμι του σαλονιού μου είναι θολό από τους υδρατμούς της κατσαρόλας που σιγοβράζει λίγα βότανα για να μοσχοβολήσει ο τόπος. Αγαπημένη ρουτίνα και αυτή, με φέρνει πιο κοντά στα λιβάδια που έτρεχα παιδί. Το ξεχαρβαλωμένο ραδιοφωνάκι μου παίζει με τα δυσκολίας κάτι ξεχασμένα τραγούδια της δεκαετίας του 30.
Πολύ κακός ήχος αλλά κλείνω τα μάτια και ονειρεύομαι ότι δίπλα μου έχω ένα γραμμόφωνο. Πόσο αθώες φαντάζουν αυτές οι εποχές. Στις φωτογραφίες μου στο διαδίκτυο βλέπουν όλοι μια τύπισσα με τρέλα και λίγο φευγάτη. Στο σπίτι έχω μια πολύ διαφορετική εικόνα. Ειδικά το χειμώνα κυκλοφορώ με μια κουβέρτα αγκαλιά, ένα ποτήρι αφέψημα πάντα στο ένα χέρι, το λαπ τοπ στα πόδια μου, μουσικές περασμένων δεκαετιών πλημμυρίζουν την κάμαρη μου, και τα ζωάκια μου τρίβονται πάνω στις χνουδωτές κάλτσες μου. Αγαπημένο αξεσουάρ τα γυαλάκια της μυωπίας μου που εύχομαι σε λίγο καιρό (λόγω ηλικίας) να μην αντικατασταθούν με αυτά της πρεσβυωπίας.
Κοιτάω στον καθρέφτη, και βάζω τα γέλια. Εγώ είμαι η δυναμική dj και η ραδιοφωνική παραγωγός που πουλάει μούρη και στυλ; Εγώ είμαι η ιδιοκτήτρια μουσικού περιοδικού που το παίζει ιστορία μου αμαρτία μου; Άμα κυκλοφορούσε μια τέτοια φωτογραφία μου θα είχαν την ίδια γνώμη για μένα και τα λάικ θα ήταν και πάλι βροχή; Εικόνα πουλάω; Ρε κοίτα να δεις τι προβληματισμούς άρχισα να έχω βραδιάτικα. Μισό να βάλω λίγο τσαγάκι ακόμα και συνεχίζω. Τσάι του βουνού με μέλι από θυμάρι. Δυναμικό κοκτέιλ , τι λέγαμε; Α, ναι…
Είμαι σε μια ηλικία μεταξύ 30 και 40. Δύσκολο το μεταίχμιο. Ψυχολογικά πας και έρχεσαι σαν τα τρενάκια του λούνα παρκ. Τα χω κάνει όλα στην ζωή μου. Γάμους, παιδιά, σπουδές, διαζύγια , κρεπάλες όλα σε υπερβολικές δόσεις. Με ανάποδη σειρά βέβαια. Πάντα αυτό έκανα, ένα χάος η ζωή μου. Πρώτα ο γάμος και η οικογένεια. Ήρθε και η κατραπακιά της δήθεν ονειρικής ζωής με τον υπέροχο άντρα που όπως σου σερβίρει το βιτάμ και ένα πλούσιο πρωινό στην διαφήμιση εμένα μου σέρβιρε την γκόμενα. Μετά ήρθε η ολοκλήρωση των σπουδών (μαζί με το πτυχίο πήρα και το διαζύγιο) και το κυνήγι τον χαμένων ονείρων και κάπου εδώ μια πουροτινέιτζελ ξυρίζει τα μαλλιά της και γεμίζει το σώμα της τατουάζ.
Βρήκα και γκόμενο πιπίνι να έχει αντοχές και γερά νεύρα στις γεροντοπαρεξενιές μου. Μούρη του πούλησα δηλαδή και αυτουνού. Με έβλεπε στα deck και όσο να ναι μια εντύπωση την προκαλούσα, τώρα που βλέπει την πραγματικότητα σκιάζομαι να τον ρωτήσω. Εχθές μου πε ότι μ αγαπάει γιατί έχω πολύ καλή ψυχή. Δεν ήξερα αν πρέπει να κλάψω η να βάλω τα γέλια. Ποια ψυχή βρε μάνα μου; Άσε με λίγο πριν σαρανταρίσω να ζήσω την αυταπάτη της μοιραίας γυναίκας. Σαν τις εγχώριες σταρ που πέφτουν στα πόδια τους τα τεκνά και ποδοπατιούνται να φωτογραφηθούν μαζί τους. Μισό να ξανακοιταχτώ στον καθρέφτη. Χάλια δεν με λες, κάτι μου λείπει. Η μάλλον κάτι περισσεύει. Είναι τα παραπανίσια μου κιλά. Είμαι μια αφράτη χνουδωτή μπαλίτσα. Θέλω ξύρισμα, χειμώνιασε είπαμε και αραιώσαμε τις αποτριχώσεις. Κι αν παραπατήσω και πέσω και με πάνε στο νοσοκομείο; Τι ντροπή να σε δει ο γιατρός με την τρίχα αλλά ΚΚΕ εποχής. Προχωράμε μαντάμ και στο κόμμα ακόμα ξυρίζονται. Και το ραδιοφωνάκι μου παίζει εκείνο το καταπληκτικό τραγούδι New York New York του αγαπημένου Frank Sinatra.
Μα τι βίτσιο και αυτό; Ενώ έχω μια αγάπη στο παλιό, είτε πρόκειται για μουσική είτε για έπιπλα, στην ερωτική ζωή έχω μια τάση να πέφτω στις νέες κυκλοφορίες. Δεν παραπονιέμαι καθόλου, βέβαια ο Θεούλης με λυπήθηκε για την ταλαιπώρια τόσων χρόνων και είπε να με κάνει μια ευτυχισμένη γυνή ποθητή παρά των πολλών ελαττωμάτων που κουβαλάω. Λες να ναι η ανταμοιβή για την καλή μου ψυχή; Εδώ είναι η κόλαση εδώ και ο παράδεισος μου έλεγε η μάνα μου. Και τι παράδεισος!!! Μπορεί να γίνω η θηλυκή Χιου Χέφνερ!
Αλλά και πάλι όλες οι καλές μανταμίτσες με τα υπέροχα αισθήματα συνοδεύονται από 25χρονα ομορφόπαιδα; Κάπου δυσκολεύομαι και λέω να το ρίξω έξω. Θα βάλω ένα γενναίο ποτήρι κόκκινο κρασί να πιω, θα ανάψω και τα κεράκια μου να κάνω αυτές τις ατμόσφαιρες που δημιουργούν σπουδαίοι συγγραφείς για να δημιουργήσουν.
Και συνεχίζω την δημιουργία μου υπό το τρεμάμενο φως των κεριών, την φωνή της Edith και το γευστικότατο κρασάκι. Περνάνε σκέψεις για μπότοξ από το σταφιδιασμένο μυαλό μου, σκέψεις για υαλουρονικά, περνάνε σκέψεις για το πως θα μπορέσω να συνεχίσω να πουλάω μούρη και τα επόμενα έτη ενώ οι πρώτες ρυτίδες θα αρχίσουν να κάνουν την εμφάνισή τους. Εδώ κατεβαίνει μια γερή γουλιά κοκκινέλι μαζί με την πίκρα.
Τα παιδιά μεγαλώνουν, μεγαλώνω και γω και πικραίνομαι που όσο πάνε ανοίγουν τα φτερά τους και φεύγουν μακριά. Το αποφάσισα θα πάω να μείνω σε ένα χωριό, να χω κότες και σκυλιά και να καλλιεργώ λαχανικά. Δεν θα χω πολλά έπιπλα το μόνο σίγουρο είναι ότι θα χω ένα τεράστιο τζάκι να το μπουκώνω ξύλα κάτι τέτοιες μέρες, να πίνω τσάι και να γράφω. Καθρέφτες δεν θα βάλω. Θα μου χαλάνε την διάθεση. Δεν θα ξυρίζομαι και δεν θα ντεκαπάρω τα μαλλιά μου. Θα αφήσω όλη την καλή μου ψυχή να βγει προς τα έξω. Και η πόρτα μου θα είναι ανοικτή στους καλούς φίλους που θα έρχονται να ακούσουν μουσικές από το παλιό μου ραδιοφωνάκι, θα έρχονται να τους φιλέψω φρούτα και λαχανικά. Θα είναι ανοικτή για τα παιδιά μου που θα έρχονται να βλέπουν την μάνα τους και το γερασμένο κορμί της το οποίο θα χαϊδεύουν για να τεντώνουν οι ζάρες να δουν ξανά τα σχέδια από μελάνι. Θα έρχεται και το τεκνό, να του μαγειρέψω,και να μου πει για την ζωή του. Γιατί όταν σ’αγαπάει κάποιος σ’αγαπάει και χωρίς να σ έχει γκόμενα. Γιατί είναι ωραίο τελικά να σε αγαπάνε γι αυτό που είσαι, μέσα σου, κάτω από το αυτό που κρύβει το πετσί σου. Βρε τι καλά που τα λέω!!! Κάπου εδώ σας αφήνω, έχει κι άλλο κρασάκι το μπουκάλι και λέω να το αποτελειώσω σήμερα εις υγείαν των όμορφων σκέψεων που κάνω.