«Είμαι η Στέλλα Τ. και πηγαίνω στην Ε΄Δημοτικού. Ποτέ δεν τα πήγαινα καλά με το σχολείο. Το μόνο που με ενθουσιάζει σε αυτό είναι οι φίλοι μου. Έχω πολλούς φίλους και περνάμε καλά. Κατά τα άλλα το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι βαριέμαι. Βαριέμαι να διαβάσω. Δεν είναι ότι δεν θέλω να μάθω. Απλά δεν θέλω να μάθω αυτά που μου λένε ότι πρέπει.
Κάθε φορά που έρχεται η στιγμή να πάρουμε ελέγχους στο σπίτι ζούμε στιγμές μεγαλείου. «Αφηρημένη», «δεν δείχνει ενδιαφέρον», « Το μυαλό της είναι αλλού», αυτά ακούει η μαμά μου από τη δασκάλα και της ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι, όπως λέει, αν και εγώ το χρώμα της μια χαρά το βρίσκω. Κοκκινίλες πουθενά!
«Μα καλά βρε παιδί μου, τι θα κάνεις εσύ στη ζωή σου;» και τότε της δίνω την απάντηση που πρέπει μαζί με την πίεση να της ανεβάζει και άλλα πράγματα, αλλά δεν είμαι και γιατρός για να τα προσδιορίσω: «Μπαλαρίνα». Λατρεύω το χορό. Είμαι πολύ καλή απ’ ό,τι λέει η μαντάμ Σόφη. Από πέρυσι, μάλιστα, με έβαλαν στο τμήμα με τα πιο προχωρημένα παιδιά. Πολύ δουλειά, πολύ κούραση, αλλά μου αρέσει.
Τι φταίω εγώ που δεν έχει το σχολείο μάθημα χορού, να πάρω όλα τα άριστα του κόσμου; Και η Λυδία η φίλη μου, δεν είναι και εκείνη πολύ καλή μαθήτρια. Αλλά το καλοκαίρι κέρδισε σε ένα πανευρωπαϊκό διαγωνισμό σκάκι τη δεύτερη θέση. Είναι δύσκολο το σκάκι εγώ ποτέ δεν κατάφερα να καταλάβω αυτό το παιχνίδι…»
Πόσα άραγε παιδιά φοιτούν στα σχολεία μας που τα ταλέντα τους και οι ικανότητές τους χάνονται σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που κυνηγάει την επιτυχία του μέσου όρου; Πόσοι μαθητές έχουν δεξιότητες που καταπνίγονται και ακυρώνονται σε ένα πλαίσιο που επιβραβεύει μόνο επιτυχίες σε μαθηματικά, γλώσσα και γεωγραφίες;
Θα μου πείτε, πολύ λογικά, ότι το σχολείο δεν μπορεί να έχει τόσες εκπαιδευτικές ενότητες; Σωστό και δίκαιο. Θα έπρεπε όμως να είχε έναν άλλο τρόπο προαγωγής της μάθησης και αξιολόγησής της.
Με την παρούσα κατάσταση, βάζουμε στην άκρη ένα ταλέντο σε οποιοδήποτε τομέα, το υποβαθμίζουμε και κρίνουμε και κατακρίνουμε, βάσει των επιδόσεων στα μαθήματα που διδάσκονται στο σχολείο. Είναι τόση η επένδυση που κάνουμε στην αξία της μάθησης στο σχολείο, που τυφλωνόμαστε από αυτή και αφήνουμε τα παιδιά μας να μαραζώνουν γιατί δεν καταλαβαίνουν τις εξισώσεις ή τη διαφορά του επιθετικού προσδιορισμού από το κατηγορούμενο.
Είναι λίγο σαν την ιστορία με το σχολείο των ζώων που φοιτούσε ένα παπί, το οποίο κολυμπούσε με τρομερή δεξιοτεχνία και ταχύτητα και ένας λαγός που έτρεχε σαν τον άνεμο. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών τους, που περιελάμβανε την παρακολούθηση όλων των μαθημάτων, το παπί δεν μπορούσε να κολυμπήσει πλέον τόσο καλά γιατί οι μεμβράνες των ποδιών του είχαν φθαρεί από το υποχρεωτικό για την τάξη του μάθημα τρεξίματος και ο λαγός κατήντησε πιο αργός από χελώνα γιατί τα πόδια του καταπονήθηκαν από το υποχρεωτικό μάθημα κολύμβησης.
Δεν απαιτώ ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θα περιλαμβάνει στο αναλυτικό του πρόγραμμα, μπαλέτο, μουσική, αθλητισμό, τέχνες κλπ κλπ. Απαιτώ όμως ένας σχολείο που δεν θα κατακερματίζει την αυτοεκτίμηση των παιδιών μόνο και μόνο επειδή δεν ενδίδουν σε ένα πρόγραμμα που απευθύνεται στο μέσο όρο.
Οι άνθρωποι, δεν είναι μέσοι όροι. Τα παιδιά καταρρακώνονται και ματαιώνονται, όταν αντιμετωπίζονται με αυτό τον τρόπο. Όμως ο ορυμαγδός μιας κοινωνίας, και συγκεκριμένα της ελληνικής, που θέλει τον άριστο μαθητή και το καλό παιδί, δίνοντας έμφαση στις σχολικές επιτυχίες και αδιαφορώντας για τις άλλες ικανότητες των παιδιών, το μόνο που καταφέρνει είναι να διαλύει την αυτοεκτίμηση τους.
Ουδείς αναμάρτητός, ούτε η γράφουσα, αλλά είναι καλό να έχουμε κάπου στο πίσω μέρος του κεφαλιού μας την περίπτωση αυτή που το σχολείο θέλει να αναπτύξουμε συγκεκριμένες μόνο δεξιότητες. Να λάβουμε συγκεκριμένες πληροφορίες. Ας δώσουμε όμως στα παιδιά μας τη σημασία και το ενδιαφέρον για τις πραγματικές ικανότητές τους και ας τα βοηθήσουμε, όπως μπορούμε, να μην γίνουν ένα παπί που κολυμπάει μέτρια και τρέχει εξίσου μέτρια, και ένας λαγός που κάνει ακριβώς… το ίδιο.