«- Τι σκέφτεσαι; Τι σε απασχολεί;
-Πάρα πολλά, του απαντώ χαμογελώντας.
-Θα μου πεις λίγα για σένα; Βρεθήκαμε που βρεθήκαμε…
-Τι θέλεις να σου πω; Ξέρεις, είμαι μέχρι νεωτέρας αιχμάλωτος.
-Αιχμάλωτος Κούρδος που πολεμούσε με τον τουρκικό στρατό.
-Ναι. Απάντησα μονολεκτικά, αλλά αποφασιστικά. Ήμουν έτοιμος να τον αντιμετωπίσω, να εξηγηθώ.
-Κι εγώ, όπως έχεις καταλάβει Κούρδος είμαι, από το Ερεβάν. Από τη Σοβιετική Ένωση. Κι εγώ σε πόλεμο είμαι, μόνο που εγώ πολεμάω ενάντια στον ιμπεριαλισμό, στα στρατεύματα του οπoίου βρίσκεσαι κι εσύ. Ήρθατε να καθυποτάξετε ένα λαό που πολεμάει για την ελευθερία του. Οι Αμερικανοί ιμπεριαλιστές και οι σύμμαχοί τους ήρθαν να σκοτώσουν, να λεηλατήσουν, να είναι αυτοί οι κυρίαρχοι και τα συμφέροντά τους. Αυτόν τον λαό ήρθαμε να βοηθήσουμε εμείς, οι Σοβιετικοί και οι σύντροφοι Κινέζοι, όπως κάνουμε για όλους τους λαούς, για όλους τους εργάτες, όπου Γης. Θέλουμε έναν κόσμο με ειρήνη και ελευθερία, με κυρίαρχη την εργατική τάξη. Εμείς οι Σοβιετικοί είμαστε βοηθοί όλων των λαών, όλων των εργατικών τάξεων του κόσμου. Για έναν κόσμο με ειρήνη, ελευθερία στην εργατική τάξη. Είμαι λοιπόν Κούρδος Σοβιετικός που ήρθα εδώ για να πολεμήσω την αδικία και τον ιμπεριαλισμό. Αυτά εγώ. Εσύ όμως; Κούρδος που με τους κατακτητές τους Τούρκους ήρθε να πολεμήσει στο πλευρό των ιμπεριαλιστών… Γιατί, για ποιο ιδανικό ήρθες εδώ να πολεμήσεις;
-Ήμουν στρατιώτης, έκανα τη θητεία μου και δεν με ρώτησαν αν θέλω να πολεμήσω, με διέταξαν να πάρω μέρος σ’ αυτόν τον πόλεμο, για το καλό της πατρίδας.
-Ποια πατρίδα σου; Την Τουρκία; Η Τουρκία είναι πατρίδα σου;…»
Απόσπασμα από το βιβλίο «Εκεί ο Θεός κοιμόταν» Τζεμίλ Τουράν
εκδόσεις Novelbooks