Κούνησα την μύτη. Την ξανακούνησα. Δεν άντεξα. Φταρνίστηκα. Στο μανίκι κάτι, αλλά δεν έμοιαζε με μύξα. Έπιασα το μικροσκόπιο των παιδιών και το εξέτασα προσεκτικά. Είχε λίγο υγρό πάνω του, αλλά ήταν …βιβλίο! Δύσκολα τα έβγαζα τα γράμματα αλλά ήταν σαφής ο τίτλος: “Πως να περάσετε ζωή και κότα κρυμμένος στο κεφάλι ενός ανθρώπου.”
Για να βγήκε με το φτέρνισμα, θα είναι ακόμα εκεί. Έβγαλα τα ρούχα μου και μπήκα στο ντους. Έριξα μια πετσέτα στα πόδια μου και το νερό στην μύτη μέχρι που την είχα ξεπλύνει τελείως. Σήκωσα προσεκτικά την πετσέτα. Κάπου εδώ πρέπει να είναι το άτιμο. Δυνατά και ξεκάθαρα είπα με σταθερή φωνή:
“Έλα να σε δω να μιλήσουμε.”
Το μυρμήγκι απενεργοποίησε το πεδίο αορατοποίησής του. Ήταν κάπως ταραγμένο θα έλεγα. Φορούσε σακίδιο και τραβούσε ένα μικρό καρότσι. Με κοίταξε με ύφος. Συνέχισα απτόητος την ανάκριση.
“Πως έφτασες στο κεφάλι μου χωρίς να σε πάρω πρέφα;”
Το μικρό έντομο έβαλε τα μπροστινά του πόδια στο στόμα και σφύριξε. Ξαφνικά από το παράθυρο μπήκε στο δωμάτιο ένας χρυσαετός κι αυτός με μικρή σέλα στην πλάτη. Προσπάθησε να στρίψει απότομα αλλά δεν πρόλαβε να ανοίξει τα φτερά του στο μικρό μου δωμάτιο και συγκρούστηκε με τον τοίχο. Το μυρμήγκι σήκωσε τους ώμους σε στυλ “ε, δεν δουλεύει πάντα το κόλπο”. Τράβηξα την πετσέτα προς το μικροσκόπιο. Πρέπει να λύσω το μυστήριο. Ακόμα κι αν συνθλίψω αυτό το μυρμήγκι, θα υπάρξουν κι άλλα. Αφού διαβάζουν τα ίδια βιβλία και θεωρούν το κεφάλι μου Γη της Επαγγελίας.
Υπήρχε μόνο μια λύση. Έπρεπε να γκρεμίσω την φαντασίωση. Αν δεν κάνω κάτι και το μάθουν όλα τα μυρμήγκια, το μέλλον της ανθρωπότητας είναι αμφίβολο. Πρέπει να πάω αυτό το μυρμήγκι κάπου τελείως ερημικά, σε ένα κεφάλι χωρίς τίποτα μέσα. Να γυρίσει να πει στα άλλα μυρμήγκια ότι δεν αξίζει. Αλλά που; Το έκλεισα σε ένα ταπεράκι και έκατσα στον καναπέ να σκεφτώ. Στην τηλεόραση οι ειδήσεις κάτι έλεγαν για το διάγγελμα του Τσίπρα.
Υπάρχει ελπίδα.