Όλγα Ορόσκο
Μετάφραση: Ούρσουλα Φωσκόλου
Κάποιος ζωγράφισε στα χέρια μου,
ίσως και στη σκιά τους,
το αλγεινό σημάδι εκείνων που επέλεξαν οι εκτελεστές της μαύρης τύχης.
Το αντίσκηνό του έγινε σπίτι μου.
Τυλιγμένη είμαι στο σκοτεινό πανί κάποιων φτερών που πέφτουνε και πέφτουν
Σ’ ολόκληρη τη διαδρομή, όπου κι αν πάω,
Δίχως ποτέ να φτάνω ένα παράδεισο αντάξιο των πειρασμών μου,
Και δίχως επεισόδια να ταιριάζουνε στην περιπέτειά μου.
Τίποτα. Κρυψώνες π’ ούτε το άρωμα πολυκαιρίας δε βαστούν,
σπηλιές γεμάτες μαύρες πεταλούδες, κοράκια, χέλια,
τρύπες για να εξατμίζεται το φως του σύμπαντος.
Μου λείπουν πάντα βήματα να φτάσω και περισσεύουν οι ενέδρες κι οι απουσίες,
Όχι, δεν είναι μεταξένιο γάντι τούτη η μοίρα.
Δεν προσαρμόζεται στο σχήμα των οστών μου ούτε στη ζέστη της σαρκός μου,
Και οι παγίδες κι οι εξορκισμοί αξία καμία δεν έχουν,
Πόσω μάλλον μηχανορραφίες του τυχαίου κι αποφάσεις ισχυρές.
Στοίχημα πιθανό για μένα δεν υπάρχει.
Η θέση μου είναι μπροστά στον δύοντα ήλιο ή στο νησί που απομακρύνεται.
Μήπως δεν φεύγει και το σπίτι μου μαζί με τ’ ακριβά μου υπάρχοντα;
Μήπως σε λύκους δεν μεταμορφώνονται κι οι πόρτες;
Κι οι φίλοι σε γαλάζια σμήνη δεν πετούν και ο χρυσός που αγγίζω κάρβουνο δε γίνεται;
Τι άλλο έχω να περιμένω εξόν από τα θαύματα αυτά;
Ρίχνω τα δίχτυα κι αλιεύω μόνο αγγεία σπασμένα,
Νεκρά σκυλιά, τρομακτικά απόβλητα,
Σαν τον φτωχό ψαρά, πριν τη φανταστική εκείνη νύχτα του παραμυθιού.
Για μένα όμως η έκβαση δεν έχει δόξα ή χειροκρότημα.
Δεν ήταν ηρωική η ήττα; Δεν ήταν τρομερός ο κίνδυνος; Δεν ήταν όμορφη η αρένα;
Ανάμεσα στον αγαπημένο μου κι εμένα, κρεμόταν πάντα ένα σπαθί·
Στη μέση του πάθους μας, μια παγωμένη άκρη, η λάμψη η φαρμακερή
Που φώναζε την προδοσία και φώτιζε τη λαβωματιά στο τέλος της ιστορίας.
Άμμος, μονάχα άμμος στο βάθος των βλεμμάτων που μ’ αντίκρυσαν.
Κα τώρα με τι δάκρυα θα νοστιμίσω το αλάτι μου,
Με ποια φωτιά έναστρου πυρετού θ’ ανάψω το κρασί μου;
Αν όλα εκείνα που έχασα είναι κέρδος, τότε τα υπάρχοντά μου είν’ απροσμέτρητα.
Όμως κάθε πιθανή ατυχία μοιάζει με ίλιγγο,
Μια πρόκληση που αργά η γρήγορα αποδέχεται η αχόρταγη πραγματικότητα.
Αργά ή γρήγορα,
Εγώ ειμ’ εδώ για να εκπληρωθεί ο φόβος μου.