Και έρχεται εκείνη η μέρα που αφού έχεις σιχτιρίσει το μισό ελληνικό πληθυσμό που βρέθηκε στο διάβα σου, ανοίγεις το timeline να χαλαρώσεις και πέφτεις πάνω στον έρωτα της Κούλας και στον ποιητικό οίστρο της Ρούλας:
«Η ματιά σου μι καίει, σαν το ήλιο που δε φταίει, που κι αυτός βγήκε ζεστός, γιατί το ‘θελε ο Θεός».
Ξεκάθαρο πάντρεμα καψούρας, με βαθιά θρησκευτική συνείδηση.
Ενώ, η Κούλα:
«Με άφησες σαν το κοτσάνι γυμνό δίχως τα φύλα και τώρα σε ψάχνω απεγνωσμένα. Πού είσαι, μίλα!».
Σου κρύβεται χρυσή μου, γιατί κατά πάσα πιθανότητα με όλη αυτή την απόγνωση, θα καταλήγατε εσύ στο μνήμα κι αυτός στη φυλακή.
Αλλά βγαίνει και σε αρσενικό…οίστρο.
«Άτιμη! Έτσι και σε είχα στα χέρια μου, θα μάδαγα το όμορφο κεφάλι σου, αφού σου έριχνα δυο τρία σκαμπίλια και γέμιζα μετά φιλιά όλο σου το είναι, να γιατρέψω τους μώλωπες, που τα χέρια αυτά βρήκαν τη δύναμη να ζωγραφίσουν στο πορσελάνινο πρόσωπό σου».
Εδώ έχουμε κλασική περίπτωση διπολικής διαταραχής, για να μην πω κλασικού μαλάκα και θεωρήσετε πως γράφω άρθρα φεμινιστικά.
Πέρα όμως από τις περιπτώσεις του έντεχνου (κατά τη γνώμη τού συγγραφέα) καψουρατράγουδου στα social media, έχουμε και την περίπτωση του μικρού ποιητή, που πιστεύει πως θα αναγνωριστεί μετά θάνατο, όπως άλλωστε, όλοι οι μεγάλοι.
«Αν διαβάσεις αυτό το μήνυμα μου χρωστάς 1 φιλί, αν το αποθηκεύσεις 1 αγκαλιά,
αν το σβήσεις 1 ραντεβού, αν μου απαντήσεις, τότε μου τα χρωστάς όλα!! Λοιπόν τι θα κάνεις?».
Για πυροβολισμό το συζητάμε;
Μαχαίρωμα; Απαγχονισμό; Αυτοκτονία υποχρεωτική;
«An exeis kardia kai ksereis na tin xariseis, tote eisai anthropos!!!».
Ξεπερνώντας το βαρύ κι ασήκωτο νόημα αποτυπωμένο στη μαγεία των greeklish, να συμπληρώσω, πως αν τη χαρίσεις την καρδιά σου και συνεχίσεις να ζεις, μπορεί να είσαι και βρικόλακας, ψάξε το.
Το σύνδρομο της Σούπερ Κατερίνας και του ξεπεσμένου Νίκου Καββαδία χτυπάει εκεί που δεν το περιμένεις, τις ανοχύρωτες καρδιές και κυρίως το απαίδευτο μυαλό.
Ξυπνάς μια μέρα και έχεις στη διάθεσή σου όλες εκείνες τις λέξεις που θα περιγράψουν με γκράντε τρόπο το αυτονόητο: ο ήλιος πάντα καίει, τα πουλάκια πάντα κελαηδούν, ο ουρανός είναι συνήθως γαλάζιος αν σε έσπειραν Ελλάδα και ο χωρισμός πονάει, σχεδόν όσο και έρωτας.
Θα καταλάβαινα πολύ πιο εύκολα τα λόγια ενός ερωτευμένου όταν είναι απλά και αληθινά, ότι δηλαδή κάθε φορά που τον/την συναντάς σε πιάνει αναγούλα μέχρι ξερατού και όχι πως από τη ματιά του γεμίζει λουλούδια η καρδιά σου.
Άνετα θα με εντάξεις στους κυνικούς και μου αξίζει, συμφωνώ, όμως για να σώσουμε και τα νεύρα κάνα δυο σκεπτόμενων ανθρώπων, να σου υπενθυμίσω πως η λογοτεχνία δεν είναι απλά μια σειρά από καλλωπιστικές λέξεις που αποφάσισαν να τακιμιάσουν στριμόκωλα σε μια ελαφρόμυαλη πρόταση.
Λογοτεχνία είναι η απλότητα και αμεσότητα του λόγου που εκφράζει νοήματα δουλεμένα πολύ ύστερα από ώρες σκέψης, προβληματισμού και αυτοκριτικής.
Κάτι, που προφανώς ακόμα, εγώ κι εσύ, δεν το έχουμε πετύχει.
Γιατί ο έρωτας τελικά, εκτός από τα πουλάκια που τιτιβίζουν στα κάμπριο μυαλά, είναι «λίγα λόγια, λίγα κύματα, κωπηλασία ευαίσθητη στους όρμους γύρω απ’ την αγάπη». (Ελύτης).
Το σεξ δεν είναι η ορμή με την οποία μπαίνει μέσα σου ένα πλήθος συναισθημάτων που σε ανεβάζουν στον έβδομο ουρανό τη στιγμή που οι καμπανούλες από το περιλαίμιο του Ρούντολφ του κοκκινομύτη κουδουνάνε χαρμόσυνα Χριστουγεννιάτικα τραγουδάκια.
Είναι μάλλον δυο εραστές, που «όλη τη νύχτα πάλεψαν απεγνωσμένα να σωθούν από τον εαυτό τους, δαγκώθηκαν, στα νύχια τους μείναν κομμάτια δέρμα, γδαρθήκαν σαν δύο ανυπεράσπιστοι εχθροί». (Λειβαδίτης).
Η ζωή εκτός από ένα ξόδεμα στα σύννεφα, είναι μια «δαπανηρή ιδέα. Ναυλώνεις έναν κόσμο, για να κάνεις το γύρο μιας βάρκας».(Δημουλά).
Οι δε αμπελοφιλοσοφίες, για να κατέβουν από τα τσαμπιά και να αποκτήσουν υπόσταση, θέλουν σκέψη μη αλλοτριωμένη, με αλήθεια και απλότητα δοσμένη, όσο απλό είναι να σκέφτεσαι που πίνεις coca cola «για να ‘ναι όλα ίδια αλλάζουν όλα». (Νικολακοπούλου). *δες βίντεο στον πάτο
Θα μου πεις, ποια είσαι εσύ που μας κάνεις κήρυγμα τι θα ξεφουρνίσουμε πάνω στην απόγνωση μιας έλλειψης ή στην πίκρα μιας ανεπάρκειας συνειδητοποιημένης;
Καμία και κανένας, όπως κι εσύ.
Ξεκαβάλα λοιπόν και ψάξου.
Το χιούμορ είναι ο πρώτος σταθμός του εσωτερικού ψαξίματος, που θα σε φέρει σε επαφή με την πραγματικότητα και τη σοβαρότητα.
Η γελοιοποίηση και το τσαλάκωμα, γεννάει τις περισσότερες αλήθειες και οι αλήθειες για να εκφραστούν θέλουν απλότητα, αμεσότητα και σκέψη σπίρτο.
Λόγια σταράτα, αληθινά και πνευματώδη, χωρίς φιογκάκια και ροζ επίθετα καρφιτσωμένα στα μαλλιά.
Ο επιτηδευμένος λόγος δεν αποτελεί απαραίτητα τέχνη ή λογοτεχνία, απλώς μυρίζει fake από μίλια μακριά.
Η μπαρούφα είναι μούφα και αν το κατέχεις το σπορ από παλιά, πιάσε το πλέξιμο ή φτιάξε καμιά τρούφα.
Θα ζήσουμε όλοι εμείς οι πεζοί ρεαλιστές και χωρίς τον υπερρεαλισμό του κώλου, με λόγο- άλογο και θυμικό παράλογο.
(για να δεις τι εύκολα κάνω κι εγώ «λογοτεχνία» άμα θέλω).
Αφιερωμένο σε όσους σκέφτονται που πίνουν coca – cola…
*