Καταλαβαίνεις πολλά όταν πέφτει μια αυλαία. Καταρχάς κανείς δεν βιάστηκε να χειροκροτήσει. Επειδή το έργο ήταν αρκετά έξυπνο και γρήγορο. Δεν ήταν σίγουροι ότι δεν θα γίνει μια ακόμα ανατροπή. Έπειτα δεν υπήρχε η καθυστέρηση η δραματική και ψευτομεγαλοπρεπής. Στα γρήγορα. Σφιχτά όπως όλη η παράσταση, βγήκαν οι τρεις πρωταγωνιστές και υποκλίθηκαν.
Κυρίως όμως δεν υποκλίθηκαν μόνο. Είχε και εφεδάκι, μια έξυπνη αναφορά στο υπόλοιπο έργο για να φύγουμε με ένα τελευταίο χαμόγελο. Και βέβαια, παρότι ο πρωταγωνιστής θα μπορούσε άνετα να “αρμέξει” πολύ ακόμα χειροκρότημα, δεν το έκανε. Μια, δυο και αυτό ήταν. Καμία αμφιβολία, καμία ασάφεια για τις προθέσεις του.
Ο Κος Βαλτινός είναι πραγματικά πολύ μεγάλος ηθοποιός. Τον είχα κάπως άδικα κατατάξει στους “κλασσικούς φωνακλάδες” αυτούς τους πομπώδεις Έλληνες που κάνουν ψεύτικη φωνή και κοπανάνε χέρια και πόδια στη σκηνή χωρίς λόγο. Αλλά ήταν άψογος, σύγχρονος, επίκαιρος και πανέξυπνος. Σε μια παράσταση απόλυτα ισορροπημένη. Με γρήγορο ρυθμό, σχεδόν επαρκείς εναλλαγές και γερά θεμέλια στις τρεις ερμηνείες.
Το μόνο εμφανέστατο μειονέκτημα ήταν βέβαια το ίδιο το έργο, μια ανούσια βόλτα σε παραπατημένα χωράφια. Εικάζω ότι οποιοσδήποτε κάνει τον κόπο να πάει σε θέατρο έχει σκεφτεί κάποτε στη ζωή του λίγο παραπάνω. Οι σκέψεις που παρουσιάζει θα ήταν ίσως ιδανικές για παρουσίαση σε σχολείο. Γυμνάσιο το πολύ. Και βέβαια μόνο αν το επιχορηγεί η Εκκλησία τέτοια απλοική προπαγάνδα Χριστιανική.
Ο φίλος που μας περίμενε στην έξοδο είπε ότι όσοι βγήκαν πριν από εμάς μίλαγαν αρνητικά για το έργο. Καθότι ο μέσος όρος ηλικίας τους ήταν πάνω από τα 50, ίσως το θεώρησαν βέβηλο. Εγώ πάλι το θεώρησα ξεδοντιασμένο.
Το λες κι επιτυχία τελικά αυτό ίσως.