Κατέβασα την οθόνη και βγήκα στον δρόμο. Στα ακουστικά μουσική τζάζ, τζαζ της πόλης, τζαζ του φίλου που άφησα να δουλέψει. Τζαζ της μικρής νίκης που μοιραστήκαμε. Ψιλόβροχο αλλά καλοκαιρινό, σαν υπόσχεση δημάρχου τελικά ανύπαρκτο. Δεν βράχηκα καθόλου. Περπατάω πιο γρήγορα από τους άλλους έτσι κι αλλιώς. Σήμερα όλοι έκαναν τα αγάλματα κοιτώντας αμήχανα τον ουρανό κι εγώ περνούσα. Μόνο μια γάτα φαινόταν όσο αδιάβροχη ένιωθα κι εγώ. Κοιμόταν αμέριμνη, σχεδόν σαν νεκρή.
“Ψιτ! Ψιιιιιτ ρε!” Είχα βάλει την κάμερα στην μούρη της σχεδόν αλλά αυτή δεν κουνιόταν. Άνοιξα λίγο τα μάτια, πήρα την φωτογραφία και ξανακοιμήθηκε. Υπάρχει λόγος που κοιμούνται έτσι μπρούμυτα οι γάτες. Είναι για να μην βλέπουμε ακριβώς που μας έχουν γραμμένους.
Εκτός από τους σταματημένους, υπήρχαν και μερικοί κινούμενοι άνθρωποι. Ένα ζευγάρι αγοριών κάτω από μια ομπρέλα. Τους φωτογράφισα καθώς μιλούσαν παθιάρικα και δεν με πήραν πρέφα. Αν δεν είναι γκέι κρίμα τα παιδιά, θα ήταν ωραίο ζευγάρι.
Δεν φωτογράφισα πολύ. Το περπάτημα στο ψιλόβροχο είναι ερωτικό και δεν έχω κερατώσει ποτέ κανέναν, πόσο μάλλον τον καιρό όταν είναι τόσο αισθησιακός. Περπατούσα με πυξίδα μια γενική αίσθηση κατεύθυνσης από γειτονιές που έβαλα καλού κακού μπροστά μου το σακίδιο για ασφάλεια. Από γωνίες που περνάς απέναντι καλύτερα. Ακόμα και οι δρόμοι με ονόματα φίλων έχουν απειλητικά τεράστια πέη εδώ γύρω.
Τα εικονοστάσια σπασμένα και η πόλη άδεια στο ψιλόβροχο. Όσο εσείς γκρινιάζατε για την καλοκαιρινή βροχή είδα energy drink στην θέση αγίων και παρατημένες σκούπες δίπλα σε φρεάτια. Αγόρασα ρώσικο χυμό από ρώσικο σουπερμάρκετ και το ήπια με τον φόβο δυο Ρώσων μαφιόζων (νομίζω) που με ακολούθησαν για λίγο μέχρι που βαρέθηκαν τον ρυθμό μου. Έβγαλα για λίγο το ένα ακουστικό, ο Mingus έμεινε μονοφωνικός στο άνοιγμα του κομματιού μέχρι που αποφάσισα ότι αν είναι να με μαχαιρώσουν θα πρέπει να ακούω έναν γίγαντα της τζαζ σωστά και ξανάβαλα και το άλλο στο αυτί.
Όσο οι άλλοι γκρίνιαζαν για την βροχή πέρασα γραφείο τελετών κλειστό και με την μηχανή φάτσα κάρτα. Προφανώς αποφάσισε ότι κανένας δεν θα πεθάνει σήμερα και την κοπάνησε. Ίσως ήταν σχόλια για την επικινδυνότητα της μηχανής με την βροχή. Τα καλά παπούτσια που είχα φορέσει για το δικαστήριο με χτύπησαν κάπου μετά το έβδομο χιλιόμετρο, έκοψα ρυθμό, έφτασα σε πιο γνώριμη γειτονιά, βρήκα wifi, έκατσα να γράψω, σταμάτησα την μουσική.
Σταμάτησε και η βροχή.