Εκδόσεις Μάτι
«Να με ασημώσεις με του ουρανού τη βροχή και των αστεριών το χρώμα και ύστερα, μάγισσα πλανεύτρα, τη ζωή μου μέτρα σαν να ήταν όλα μια στιγμή, ένα τανγκό στη βροχή…»
«Τα πιο όμορφα πρωινά της ζωής μου τα έζησα μέσα από το ανοιχτό παράθυρο της ψυχής σου».
Στην Κρήτη του πρώτου μισού του 20ού αιώνα, από το 1928 ως τη δεκαετία του ’50, μας ξεναγεί η Νατάσα Γκουτζικίδου στο βιβλίο της «Βροχή πάνω στην πέτρα» και μέσα από τις σελίδες του αναβιώνει μια κρητική βεντέτα και τις συνέπειες που αυτή επιφέρει στις ζωές όσων εμπλέκονται σε αυτήν –θυτών και θυμάτων– όταν το μίσος και η δίψα για εκδίκηση ορίζουν και καθοδηγούν τις ζωές τους. Με όπλο της την τρυφερή, ευαίσθητη, δροσερή και γλαφυρή απλή γραφή της μας εντάσσει στην ηθογραφία της κρητικής κοινωνίας –στήνοντας και μια τοιχογραφία, ένα ψηφιδωτό– όπου άγραφοι νόμοι, παραδόσεις και κώδικες τιμής διαφεντεύουν και ορίζουν τις ζωές των γνήσιων κρητικόπουλων τα οποία ζυμώνονται με την ιδέα της εκδίκησης και του θανάτου ως τρόπου για να ησυχάσει η ψυχή όσων χάθηκαν άδικα.
Παράλληλα, στην ιστορία της εντάσσει τη δυνατή φιλία ανάμεσα σε δύο παιδιά, που γνωρίζονται και αγαπιούνται από μικρά, καθώς ανδρώνονται με το πέρασμα του χρόνου στο πλαίσιο της κρητικής κοινωνίας της εποχής. Τη φιλία αυτή την εξελίσσει σε έναν μεγάλο, σφοδρό και ρομαντικό έρωτα, που προσπαθεί να ανθήσει και να αντέξει ενάντια στις προκαταλήψεις και στα καλά κρυμμένα και θαμμένα ανά τα χρόνια μυστικά που σταδιακά έρχονται στο φως για να ταράξουν τα νερά και να παρασύρουν στη δίνη τους όσα και όσους ορθώνονται εμπόδιο στο διάβα τους. Το μίσος και η αγάπη κονταροχτυπιούνται συνεχώς, η αδερφική αγάπη δοκιμάζεται και τελικός προορισμός είναι η επικράτηση της ζωής και της αγάπης, αφού ήρωες και αναγνώστες περνούν κυριολεκτικά από σαράντα κύματα. Οι μεν πρώτοι προσπαθώντας να βγουν αλώβητοι από τη λαίλαπα των καταιγιστικών γεγονότων οι δε δεύτεροι στην προσπάθεια να ανασυνθέσουν το παζλ της ιστορίας παρακολουθούν με ένταση και ενδιαφέρον την εξέλιξη της ιστορίας.
Η Γκουτζικίδου στήνει μια ιστορία με ένταση και ξέρει καλά σε ποια σημεία της αφήγησης πρέπει να εντείνει το ρυθμό αποκαλύπτοντας κλιμακωτά και σιγά σιγά τα γεγονότα που συνθέτουν το παζλ της υπόθεσης. Ταυτόχρονα περιγράφει παραστατικά τις σκηνές των μαχών στον πόλεμο κατά τη γερμανική Κατοχή όσο και το μεταπολεμικό Λονδίνο όπου εκτυλίσσονται σημαντικά γεγονότα απαραίτητα για την εξέλιξη της μυθοπλασίας. Σκιαγραφεί χαρακτήρες αληθοφανείς και ολοκληρωμένους, άλλους τους φτιάχνει ευαίσθητους, δοτικούς και άλλους σκληρούς, ώστε να επιτύχει τους σκοπούς της δράσης του μύθου.
Συνθέτει έτσι μια ιστορία γοητευτική σαν παραμύθι, που σαγηνεύει τον αναγνώστη και στοχεύει στο να ενεργοποιήσει τον συναισθηματικό του κόσμο προκαλώντας του πολλά αληθινά και βαθιά συναισθήματα. Τέλος, μέσω της γραφής της περνά πολλά μηνύματα στον αναγνώστη όπως η δύναμη της αληθινής φιλίας και αγάπης και οι ολέθριες συνέπειες που πολλές φορές προκαλεί το μίσος σε ζωές, ψυχές και συνειδήσεις.