Σε μια καλή κουλτουριάρικη ταινία δεν ξέρεις αν θέλεις να γελάσεις ή να κλάψεις. Όσο μακάβριο το θέμα, όσο λεπτομερής η εγχείρηση που σου δείχνει φόρα παρτίδα, o Λάνθιμος είναι ο ηδονοβλεψίας της καρδιάς μου. Να είμαστε ειλικρινείς: Υπάρχει πολύ μεγάλη πιθανότητα να μας δουλεύει όλους. Να πάρει το Όσκαρ, να ανεβεί εκεί πάνω και να πει “χαχα, σας δούλευα τόσα χρόνια, τα σενάρια τα έγραφα ανακατεύοντας σελίδες της εγκυκλοπαίδειας στο σπίτι των γονιών μου!” Κάθε σκηνή γίνεται σοβαροφανής, όσο γελοίο κι αν είναι το θέμα. Ο άνθρωπος μπορεί να κάνει την επιλογή σε λουράκι ρολογιού ή το κατούρημα μιας μύγας πεντάλεπτο έπος το οποίο θα σε γεμίζει άγχος.
Η επιτυχία της ταινίας αυτής είναι ότι κρατάει τις ισορροπίες. Δημιουργεί ένα διαρκές άγχος ότι κάτι έρχεται αλλά τελικά ήρθε; Ο Γιώργος Λάνθιμος δεν έχει τα κότσια να τα βάλει ανοιχτά και ξεκάθαρα με οτιδήποτε. Ούτε θρησκείες, ούτε ιδεολογίες. Είναι ο χαμαιλέοντας του τίποτα και ο θρίαμβος του όλα, λίγο, ίσως. Οι χαρακτήρες σαν τραίνα σε ράγες από ξαπλωμένα ζόμπι πάνε αργά και βασανιστικά πουθενά. Κανείς δεν περιμένει πια να δει οτιδήποτε σχετικό με τον τίτλο της ταινίας. Κανείς δεν περιμένει τίποτα από τον Λάνθιμο πια. Κανείς δεν μπαίνει στην αίθουσα να τον κοροϊδέψει. Και να ήθελε, δεν θα ήξερε από που να αρχίσει.
Και εκεί που λες “μπράβο του, έφτιαξε τουλάχιστον μια κλειστοφοβική, ατμοσφαιρική ταινία, ας το απολαύσω κι ας μην πάει πουθενά” το ξεσκίζει! Αλλά δεν υπάρχει λύση, δεν υπάρχει απάντηση, δεν μπορείτε να γυρίσετε στη σελίδα 82 να δείτε αν το σταυρόλεξο γινόταν τελικά. Υπάρχει μπάχαλο, κι αυτό τηρώντας τις αναλογίες. Ποιες αναλογίες; Κυρίες και κύριοι, ναι, ένας Έλληνας έχει φτιάξει αυτό που τόσοι και τόσοι σκηνοθέτες διεθνώς ποτέ δεν κατάφεραν. Το LanthimosBaxalo, ελληνικότατη συνταγή την οποία θα απολαμβάνουμε για πολλά χρόνια ελπίζω ακόμα.